Άρθρο του Κώστα Χρυσόγονου στο Insider.gr
Οι τουρκικές εκλογές της 24ης Ιουνίου 2018 δεν άλλαξαν ουσιαστικά τους συσχετισμούς πολιτικών δυνάμεων στη γείτονα χώρα. Το καθεστώς Ερντογάν απλώς επιβεβαιώθηκε μέσα από τις κάλπες και θα συνεχίσει την πορεία του προς έναν αυταρχισμό περιβεβλημένο με κάποια δημοκρατικά προσχήματα. Το ακόμα χειρότερο είναι ότι θα συνεχισθεί, ανεξάρτητα από παροδικές υφέσεις και εξάρσεις, η εκδήλωση ενός άκρως συγκρουσιακού και μάλιστα επεκτατικού εθνικισμού και του συνακόλουθου αναθεωρητισμού σε σχέση με τις υφιστάμενες διεθνείς συνθήκες, για τη χάραξη των συνόρων και όχι μόνο.
Τον εθνικισμό αυτό τον συμμερίζονται άλλωστε όλες λίγο – πολύ οι πολιτικές δυνάμεις της Τουρκίας (ισλαμιστές, κεμαλιστές, «Γκρίζοι Λύκοι» / κ.λ.π.), με την εξαίρεση βέβαια των Κούρδων οι οποίοι τον υφίστανται και τον πληρώνουν με αίμα. Οι μεγάλοι διεθνείς παίκτες (Η.Π.Α., Ρωσία, Ευρωπαϊκή Ένωση) τον ανέχονται, με διάφορους τρόπους και σε διαφορετικό βαθμό ο καθένας, επειδή υπολογίζουν τόσο τον γεωπολιτικό ρόλο μιας χώρας 800.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων και 80 εκατ. κατοίκων όσο και την αγοραστική δύναμη της γοργά αναπτυσσόμενης οικονομίας της. Η Ελλάδα και η Κύπρος τον παρακολουθούν, χωρίς να μπορούν να κάνουν και πολλά πράγματα για να τον περιστείλουν, αφού ακόμα και στο πεδίο του ανταγωνισμού των εξοπλισμών οι δυνατότητές μας περιορίζονται δραματικά λόγω της οικονομικής κρίσης (και αυτό γνωρίζουν οι γείτονες και αποθρασύνονται περισσότερο).
Τα ευχολόγια περί εξευρωπαϊσμού της Τουρκίας, που ακούγονται εδώ και δεκαετίες στη χώρα μας, είναι φανερό πως απέχουν πολύ από την πραγματικότητα. Η Τουρκία δεν μπορεί να ενταχθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση με σεβασμό των αρχών και αξιών της τελευταίας, αφού όχι μόνο δεν συγκλίνει αλλά διαρκώς αποκλίνει από εκείνες. Και βέβαια η ίδια η Ένωση αντιμετωπίζει τόσα προβλήματα, ώστε η ένταξη μιας τόσο μεγάλης χώρας με έναν πολιτικό και νομικό πολιτισμό τόσο διαφορετικό από τον ευρωπαϊκό, να μη μπορεί καν να αποτελέσει αντικείμενο σοβαρής συζήτησης, είτε τώρα είτε στο (προβλεπτό) μέλλον.
Το ζητούμενο για εμάς, κάτω από αυτές τις προϋποθέσεις, είναι να διαμορφωθεί μια κοινή ευρωπαϊκή αμυντική υποδομή, η οποία να μπορεί να εγγυηθεί αποτελεσματικά τα σύνορα μας απέναντι στις τουρκικές επιβουλές. Τούτο φαίνεται πως δρομολογείται, έστω και με αργούς ρυθμούς, μέσα από τις εξελισσόμενες διαδικασίες μετασχηματισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αποτελεί και τον κυριότερο λόγο για να συμμετέχει σταθερά η χώρα μας στην πρώτη ταχύτητα της ευρωπαϊκής ενοποίησης.
Οι τουρκικές εκλογές της 24ης Ιουνίου 2018 δεν άλλαξαν ουσιαστικά τους συσχετισμούς πολιτικών δυνάμεων στη γείτονα χώρα. Το καθεστώς Ερντογάν απλώς επιβεβαιώθηκε μέσα από τις κάλπες και θα συνεχίσει την πορεία του προς έναν αυταρχισμό περιβεβλημένο με κάποια δημοκρατικά προσχήματα. Το ακόμα χειρότερο είναι ότι θα συνεχισθεί, ανεξάρτητα από παροδικές υφέσεις και εξάρσεις, η εκδήλωση ενός άκρως συγκρουσιακού και μάλιστα επεκτατικού εθνικισμού και του συνακόλουθου αναθεωρητισμού σε σχέση με τις υφιστάμενες διεθνείς συνθήκες, για τη χάραξη των συνόρων και όχι μόνο.
Τον εθνικισμό αυτό τον συμμερίζονται άλλωστε όλες λίγο – πολύ οι πολιτικές δυνάμεις της Τουρκίας (ισλαμιστές, κεμαλιστές, «Γκρίζοι Λύκοι» / κ.λ.π.), με την εξαίρεση βέβαια των Κούρδων οι οποίοι τον υφίστανται και τον πληρώνουν με αίμα. Οι μεγάλοι διεθνείς παίκτες (Η.Π.Α., Ρωσία, Ευρωπαϊκή Ένωση) τον ανέχονται, με διάφορους τρόπους και σε διαφορετικό βαθμό ο καθένας, επειδή υπολογίζουν τόσο τον γεωπολιτικό ρόλο μιας χώρας 800.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων και 80 εκατ. κατοίκων όσο και την αγοραστική δύναμη της γοργά αναπτυσσόμενης οικονομίας της. Η Ελλάδα και η Κύπρος τον παρακολουθούν, χωρίς να μπορούν να κάνουν και πολλά πράγματα για να τον περιστείλουν, αφού ακόμα και στο πεδίο του ανταγωνισμού των εξοπλισμών οι δυνατότητές μας περιορίζονται δραματικά λόγω της οικονομικής κρίσης (και αυτό γνωρίζουν οι γείτονες και αποθρασύνονται περισσότερο).
Τα ευχολόγια περί εξευρωπαϊσμού της Τουρκίας, που ακούγονται εδώ και δεκαετίες στη χώρα μας, είναι φανερό πως απέχουν πολύ από την πραγματικότητα. Η Τουρκία δεν μπορεί να ενταχθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση με σεβασμό των αρχών και αξιών της τελευταίας, αφού όχι μόνο δεν συγκλίνει αλλά διαρκώς αποκλίνει από εκείνες. Και βέβαια η ίδια η Ένωση αντιμετωπίζει τόσα προβλήματα, ώστε η ένταξη μιας τόσο μεγάλης χώρας με έναν πολιτικό και νομικό πολιτισμό τόσο διαφορετικό από τον ευρωπαϊκό, να μη μπορεί καν να αποτελέσει αντικείμενο σοβαρής συζήτησης, είτε τώρα είτε στο (προβλεπτό) μέλλον.
Το ζητούμενο για εμάς, κάτω από αυτές τις προϋποθέσεις, είναι να διαμορφωθεί μια κοινή ευρωπαϊκή αμυντική υποδομή, η οποία να μπορεί να εγγυηθεί αποτελεσματικά τα σύνορα μας απέναντι στις τουρκικές επιβουλές. Τούτο φαίνεται πως δρομολογείται, έστω και με αργούς ρυθμούς, μέσα από τις εξελισσόμενες διαδικασίες μετασχηματισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αποτελεί και τον κυριότερο λόγο για να συμμετέχει σταθερά η χώρα μας στην πρώτη ταχύτητα της ευρωπαϊκής ενοποίησης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου