Κυριακή 29 Ιανουαρίου 2017

Συνέντευξη του Κώστα Χρυσόγονου στο Capital.gr




Μετά την ορκωμοσία Τραμπ, ξεκίνησε επίσημα μια νέα εποχή για την παγκόσμια πραγματικότητα. Το κείμενο της ομιλίας του χαρακτηρίστηκε ως ένα κείμενο "οργισμένου εθνικισμού". Θα ήθελα ένα γενικό σχόλιο για το τι σημαίνει για την ΕΕ η στροφή των ΗΠΑ στον εθνοκεντρισμό;

Το πρόβλημα δεν εντοπίζεται τόσο στη φραστική υποστήριξη του Brexit από τον νέο πρόεδρο των Η.Π.Α. ή στις προβλέψεις του πως θα ακολουθήσουν και άλλοι, όσο μάλλον στην οικονομική του πολιτική. Εάν αυτή οδηγήσει, όπως διαφαίνεται, στη μείωση των αμερικανικών εισαγωγών με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, τότε θα υπάρξουν υφεσιακές επιπτώσεις για όλους τους υπόλοιπους (δεδομένου ότι η οικονομία των Η.Π.Α. είναι περίπου το ¼ της παγκόσμιας). Για την Ευρώπη, όπου η ανάπτυξη ήταν ούτως ή άλλως αναιμική, τα πράγματα μπορεί να γίνουν αρκετά δύσκολα.

Πιστεύετε πως θα υπάρχουν συνέπειες για την Ελλάδα και συγκεκριμένα για την συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα από στην στιγμή που ο Τραμπ σε ερώτηση σχετικά με το ελληνικό ζήτημα έχει απαντήσει : "… είναι πρόβλημα της Γερμανίας…”;
Η κυβέρνηση Ομπάμα σε διάφορες κρίσιμες στιγμές κράτησε μια αρκετά θετική στάση για τη χώρα μας. Εάν ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ αδιαφορήσει, όπως έχει αφήσει να εννοηθεί, τότε η διαπραγματευτική μας θέση γενικά επιδεινώνεται. Τι ακριβώς μπορεί να σημαίνει αυτό για τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα μένει να το δούμε.

Η κυβέρνηση έχει επανειλημμένα αποδώσει την καθυστέρηση στ κλείσιμο της αξιολόγησης στις διαφωνίες ανάμεσα στους θεσμούς. Πέραν της ευθύνης των θεσμών, από ελληνικής πλευράς εντοπίζετε λάθη ή παραλείψεις στην διαπραγμάτευση;
Το μεγαλύτερο μερίδιο ευθύνης βαρύνει πάντα τον ισχυρότερο σε μια διαπραγμάτευση και στην προκείμενη περίπτωση τους δανειστές. Από την ελληνική πλευρά οι παραλείψεις δεν αφορούν τη διαπραγματευτική τακτική, αλλά το ζήτημα του μακροπρόθεσμου ("στρατηγικού") εθνικού αναπτυξιακού σχεδιασμού, που είναι απαραίτητος προκειμένου όχι μόνο να βελτιώσουμε τη διαπραγματευτική μας ισχύ έναντι των δανειστών, αλλά και να κατορθώσουμε να ανατάξουμε συνολικά την οικονομία μας. Η χώρα έχει δυνατότητες να παράγει διεθνώς ανταγωνιστικά προϊόντα και υπηρεσίες σε πολύ μεγαλύτερη κλίμακα από ότι σήμερα, οι οποίες όμως μένουν ανεκμετάλλευτες εξαιτίας χρόνιων παθογενειών (π.χ. καθυστερήσεις στην απονομή της δικαιοσύνης, ανυπαρξία κτηματολογίου, δυσλειτουργίες στη δημόσια διοίκηση, πολυνομία και ασάφειες στο ρυθμιστικό πλαίσιο κ.ά.). Ο αναπτυξιακός σχεδιασμός πρέπει να γίνει αντικείμενο σοβαρού διαλόγου μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων του συνταγματικού τόξου, ώστε τα αποτελέσματά του να έχουν μια προοπτική διάρκειας στο χρόνο. Μόνο έτσι μπορούμε άλλωστε να προσελκύσουμε σοβαρούς επενδυτές με μακροπρόθεσμο ορίζοντα, να δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας και να ανακοπεί το κύμα φυγής των νέων μας στο εξωτερικό.

Εκτιμάτε ότι τελικά η παραμονή του ΔΝΤ θα είναι προς όφελος της Ελλάδας;
Τα δάνεια του ΔΝΤ είναι βραχυπρόθεσμα, υψηλότοκα και ανεπίδεκτα ελάφρυνσης, επαναδιαπραγμάτευσης κλπ. Άρα το ιδανικό θα ήταν να μην "φορτωθούμε" ένα νέο δανειακό πρόγραμμα του Ταμείου και κατά τα άλλα, αν επιμένουν κάποιοι από τους Ευρωπαίους δανειστές να το θέλουν, ας το κρατήσουν ως τεχνικό τους σύμβουλο, όπως γίνεται άλλωστε από το καλοκαίρι του 2015 και μετά. Το πρόβλημα πάντως είναι ότι και οι Γερμανοί ή οι Ολλανδοί θέλουν μεν να προτάσσουν στη διαπραγμάτευση το ΔΝΤ με τις σκληρές του απαιτήσεις για νέα δολοφονικά μέτρα λιτότητας, αλλά δεν θέλουν ούτε να ακούσουν για "κούρεμα" των δικών τους δανείων, όπως συνιστά το Ταμείο. Άρα πρόκειται για ένα σύνθετο παζλ, χωρίς να μπορεί να προβλέψει κανείς από τώρα την τελική έκβαση.

Γιατί πιστεύετε πως η Ελλάδα βρίσκεται ακόμα σε Μνημόνιο από την στιγμή που όλες οι χώρες του Νότου που μπήκαν ακόμα και μετά από αυτήν σε μηχανισμούς στήριξης, βρίσκονται σήμερα εκτός προγράμματος και σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης;
Επειδή το δημόσιο χρέος και κυρίως το ύψος του δημοσιονομικού ελλείμματος και του ελλείμματος ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, τα οποία είχαμε "κατορθώσει" να σωρεύσουμε ως το 2009, μετά από τουλάχιστον μια δεκαετία ανεύθυνης δημοσιονομικής -και όχι μόνο- διαχείρισης ήταν ασυγκρίτως μεγαλύτερα, από εκείνα κάθε άλλους κράτους- μέλους της ευρωζώνης. Εξάλλου κατά βάθος το ελληνικό πρόβλημα ανατρέχει πολύ νωρίτερα, στη σταδιακή απώλεια του παραγωγικού μοντέλου και της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας, όπως έχω επισημάνει στην ομιλία μου στο Moneyshow της Αθήνας στις 7.1.2017 (http://chrysogonos.blogspot.gr/2017/01/0701.html). Το ζητούμενο λοιπόν σήμερα είναι να πέσουν οι τόνοι της οξύτατης και ενίοτε ανούσιας αντιπαράθεσης μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων του συνταγματικού τόξου, να σταματήσουν οι κραυγές περί εκλογών και οι ψίθυροι περί δημοψηφίσματος και να εστιάσουμε την προσοχή μας στο να επιτύχουμε την ομαλή επάνοδο της χώρας στις αγορές το καλοκαίρι του 2018 και την ανάπτυξη της τα επόμενα χρόνια. Αυτό δεν προϋποθέτει ουτοπικές συγκυβερνήσεις ευρέως πολιτικού φάσματος, προϋποθέτει όμως έναν πιο σοβαρό και ουσιαστικό πολιτικό διάλογο.

Δεδομένης της καθυστέρησης στο κλείσιμο της αξιολόγησης, θεωρείτε πιθανή την επανάληψη ενός σκηνικού αντίστοιχου με το 2015; Γενικά, θα μπορούσατε να μας περιγράψετε πως βλέπετε εσείς ότι θα μπορούσε να κλείσει η αξιολόγηση από την στιγμή που ΔΝΤ και Γερμανία φαίνεται να τα βρίσκουν και μένει μάλλον να συμφωνήσει η Ελλάδα σε νέα μέτρα;
Πρέπει όλες οι πλευρές να κάνουν υποχωρήσεις, ώστε να εξευρεθεί ένας λογικός συμβιβασμός. Δεν συμφωνώ πάντως με την εκτίμησή σας ότι το ΔΝΤ και η Γερμανία "φαίνεται να τα βρίσκουν". Αντίθετα, έχω την εντύπωση πως ούτε η γερμανική ούτε και πολλές άλλες κυβερνήσεις κρατών-μελών της ευρωζώνης (δηλ. δανειστών της Ελλάδας) δεν είναι διατεθειμένες στην παρούσα φάση να "κουρέψουν" το κεφάλαιο των χρεών της Ελλάδας προς αυτές ή τον ελεγχόμενο από τις ίδιες Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας, σε όρους ονομαστικής αξίας, όπως ζητά το ΔΝΤ. Θα μπορούσαν και θα έπρεπε όμως να συγκατανεύσουν τουλάχιστον για την επιτάχυνση και την εμβάθυνση των "μεσοπρόθεσμων" μέτρων ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους.

Τι περιθώρια ευελιξίας έχει η Ελλάδα ώστε να μην πάρει νέα μέτρα;
Το περιθώριο θα το δημιουργήσουμε μόνοι μας, εάν δώσουμε την αναπτυξιακή ώθηση στην οποία αναφέρθηκα προηγουμένως και αν βελτιώσουμε τη λειτουργικότητα και αποδοτικότητα των ελεγκτικών και εισπρακτικών μηχανισμών του κράτους. Παράλληλα με αυτό πρέπει να αποκλιμακωθούν το συντομότερο δυνατό οι εξαιρετικά υψηλοί φορολογικοί και ασφαλιστικοί συντελεστές, οι οποίοι υπονομεύουν την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας.

Βλέπετε 4o Μνημόνιο ή/και εκλογές;
Δεν βλέπω δυνατότητα για τέταρτο πρόγραμμα διακρατικού δανεισμού (μετά τα προηγούμενα των ετών 2010,2012 και 2015), κυρίως επειδή το πολιτικό κόστος για τις κυβερνήσεις των δανειστών θα ήταν μάλλον απαγορευτικό. Άρα τέταρτο μνημόνιο δεν μπορεί να υπάρξει, εκτός βέβαια αν με αυτό εννοούμε τους όρους που θα συνόδευαν έναν επαχθή δανεισμό χαμηλού ύψους (περίπου 6 έως 10 δις ευρώ) από το ΔΝΤ, όπως προανέφερα, ο οποίος όμως και από εμάς είναι ανεπιθύμητος και προσκρούει σε πολλαπλές δυσχέρειες από την πλευρά του Ταμείου. Δημοσιονομικοί περιορισμοί θα συνεχίσουν να υπάρχουν ούτως ή άλλως, αφού το ελληνικό δημόσιο χρέος, ακόμη και μετά την ελάφρυνση του με τα μεσοπρόθεσμα και ενδεχομένως αργότερα και με τα μακροπρόθεσμα μέτρα, θα συνεχίσει να είναι υψηλό. Ωστόσο, δεν θα συνιστούν κατά κυριολεξία "μνημόνιο", εφόσον επιστρέψουμε στις αγορές το καλοκαίρι ή το φθινόπωρο του 2018. Όσο για το ενδεχόμενο εκλογών, δεν μπορώ να το αποκλείσω εάν προκύψει αδιέξοδο στις διαπραγματεύσεις, αλλά αυτό είναι απευκταίο σενάριο για τη χώρα.

Πιστεύετε ότι το κύμα ευρωσκεπτικισμού/λαϊκισμού που πλήττει την Ευρώπη θα ανακοπεί σταδιακά ή βλέπετε κίνδυνο περαιτέρω εξάπλωσής του;
Οι κίνδυνοι είναι υπαρκτοί, επειδή το ευρωπαϊκό οικοδόμημα έχει σοβαρές στρεβλώσεις. Αυτή τη στιγμή έχουμε μια κατά βάθος αδύναμη Ένωση, με προϋπολογισμό περίπου 1% του συνολικού ΑΕΠ της (ενώ π.χ. στις Η.Π.Α. ο ομοσπονδιακός προϋπολογισμός υπερβαίνει το 20% του Α.Ε.Π.), άρα με περιορισμένο περιθώριο αναδιανεμητικών και άλλων δράσεων που θα ωφελούσαν το σύνολο των Ευρωπαίων. Λείπει η κοινή άμυνα και η κοινή εξωτερική πολιτική, δηλ. χαρακτηριστικά (ακόμη και) μιας χαλαρής κατά τα άλλα συνομοσπονδίας κυρίαρχων κρατών. Από την άλλη πλευρά όμως υπάρχουν κοινό νόμισμα (για τα περισσότερα κράτη-μέλη) και πλήθος ευρωπαϊκοί κανόνες δικαίου άμεσης ισχύος, υπέρτεροι των εθνικών κανόνων, δηλ. κατά βάση χαρακτηριστικά ενός ομοσπονδιακού κράτους. Το κατά πόσο οι ασυμετρίες θα λυθούν προς την κατεύθυνση της διάλυσης ή της σμίκρυνσης της Ένωσης (η τελευταία αρχίζει ήδη με το Brexit), ή αντίθετα προς την κατεύθυνση της εμβάθυνσής της, για όλους (αυτό δεν φαίνεται πολύ πιθανό) ή για ένα "σκληρό πυρήνα", με τους υπόλοιπους να μένουν σε μια πιο χαλαρή σχέση με τη Ένωση, δεν μπορεί να προβλεφθεί αυτή τη στιγμή. Γενικά πάντως έχω την αίσθηση ότι η ευρωπαϊκή θεσμική "αρχιτεκτονική" σε μια δεκαετία περίπου θα είναι πολύ διαφορετική από τη σημερινή.

Τρίτη 24 Ιανουαρίου 2017

Με υποθετικά σενάρια απαντά η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σχετικά με τους ανέφικτους δημοσιονομικούς στόχους που τίθενται για την ελληνική οικονομία


ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Βρυξέλλες, 24/01/2017


Με υποθετικά σενάρια και ευχολόγια σχολίασε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τους δημοσιονομικούς στόχους του ελληνικού προγράμματος, μετά από σχετική ερώτηση του Κώστα Χρυσόγονου. Ο Ευρωβουλευτής είχε σταθεί στις απαιτήσεις των δανειστών και στις απορίες που δημιουργούνται ως προς τη δυνατότητα επίτευξης των στόχων που τίθενται, αναφερόμενος ειδικά στους μακροπρόθεσμους στόχους τους οποίους χαρακτήρισε μη ρεαλιστικούς. Κλείνοντας την ερώτησή του κάλεσε την Επιτροπή να σχολιάσει τους στόχους ανάπτυξης για την ελληνική οικονομία, να αναγνωρίσει τα πλήγματα που δέχονται οι Έλληνες πολίτες αλλά και να παρουσιάσει σχέδιο στήριξης τους. Στην απάντησή του ο Επίτροπος Moscovici τόνισε πως το σενάριο βιωσιμότητας του χρέους στηρίζεται στην υπόθεση οτι η Ελλάδα θα επιτύχει και θα διατηρήσει πρωτογενές πλεόνασμα ύψους 3,5% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος επί μία δεκαετία, τονίζοντας πως υπήρξαν στο παρελθόν ευρωπαϊκές χώρες που πέτυχαν κάτι ανάλογο. Παράλληλα υπογράμμισε πως η αποτελεσματική εφαρμογή του τρίτου προγράμματος στήριξης θα βοηθήσει την Ελλάδα να πετύχει τους στόχους, κάτι που θα συμβάλλει στην ανύψωση του βιοτικού επιπέδου των Ελλήνων πολιτών.

Ακολουθεί το κείμενο της ερώτησης και της απάντησης:

Καθώς η ελληνική οικονομία παραμένει σε κατάσταση ύφεσης για ένατο (!) συνεχές έτος, οι άτεγκτες απαιτήσεις των δανειστών προκαλούν απορίες ως προς τη δυνατότητα επίτευξης των στόχων που τίθενται. Συγκεκριμένα στο πλαίσιο των συζητήσεων για την αξιολόγηση της ελληνικής οικονομίας, προκύπτει για ακόμη μια φορά το ζήτημα των δημοσιονομικών στόχων που τίθενται μακροπρόθεσμα και οι οποίοι δεν είναι ρεαλιστικοί. Σύμφωνα με όσα έχουν γίνει γνωστά παραμένει αδιαπραγμάτευτος ο στόχος του πλεονάσματος ύψους 3,5% για τη διετία 2019-2020, κάτι το οποίο με τα σημερινά δεδομένα φαντάζει αδύνατο όχι μόνο για την ελληνική οικονομία, αλλά για οποιοδήποτε κράτος αντιμετωπίζει μία τόσο παρατεταμένη και βαθιά (άνω του 25% του ΑΕΠ σωρευτικά από το 2008) ύφεση στην εθνική του οικονομία [1].

Ερωτάται η Επιτροπή :
1. Θεωρεί εφικτούς τους δημοσιονομικούς στόχους που τίθενται για την ελληνική οικονομία;

2. Εφόσον αναγνωρίζει τα πλήγματα που δέχονται οι Έλληνες πολίτες λόγω των επαχθών μέτρων που επιβάλλονται, πως σχεδιάζει να τους υποστηρίξει;


Απάντηση του κ. Moscovici
εξ ονόματος της Επιτροπής (24.1.2017)

Οι τελευταίες οικονομικές προβλέψεις δείχνουν ότι η οικονομία θα αναπτυχθεί από το 2017 και μετά υπό τον όρο ότι το πρόγραμμα θα παραμένει σε σωστή πορεία. Το βασικό σενάριο για την ανάλυση της βιωσιμότητας του χρέους (DSA) που εκπονήθηκε από τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα με βάση τη δήλωση της Ευρωομάδας της 25ης Μαΐου 2016, στηρίζεται στην υπόθεση ότι η Ελλάδα θα επιτύχει και θα διατηρήσει πρωτογενές πλεόνασμα ύψους 3,5% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕγχΠ) επί μία δεκαετία, μετά την οποία θα αρχίσει να μειώνεται σταδιακά στο 1,5% του ΑΕΠ. Η δημοσιονομική αυτή πορεία είναι, σε γενικές γραμμές, σύμφωνη με τους κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης [2].

Τα ιστορικά στοιχεία δείχνουν ότι ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες ήταν σε θέση να επιτύχουν πρωτογενές πλεόνασμα ύψους 3,5% του ΑΕΠ ή και περισσότερο και να το διατηρήσουν επί τουλάχιστον 5 συνεχή έτη. Επιπλέον, από τη σχετική βιβλιογραφία προκύπτει ότι όταν το βάρος του χρέους είναι υψηλό, εάν η οικονομία βρίσκεται σε καλύτερη κυκλική θέση, οι πολιτικοί κίνδυνοι είναι μικροί, έχουν θεσπιστεί ορθοί δημοσιονομικοί κανόνες και θεσμοί και το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών παρουσιάζει πλεόνασμα, οι χώρες μπορούν να διατηρήσουν υψηλό πρωτογενές πλεόνασμα για μεγάλο χρονικό διάστημα.

Μέσω της αποτελεσματικής εφαρμογής του τρίτου προγράμματος στήριξης της σταθερότητας, η Ελλάδα αναμένεται να ικανοποιήσει πολλά από αυτά τα κριτήρια. Η Ελλάδα θα έχει ολοκληρώσει την ουσιαστική διαχείριση των μεταρρυθμίσεων των δημόσιων οικονομικών που θα ενισχύσουν τη δημοσιονομική πειθαρχία. Επίσης, προβλέπεται ότι η ελληνική οικονομία θα βρίσκεται σε καλύτερη κυκλική θέση τη δεκαετία μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος. Οι εξελίξεις αυτές, σε συνδυασμό με πολλά μέτρα για τη βελτίωση της βιωσιμότητας, της αποδοτικότητας και του δίκαιου χαρακτήρα του ελληνικού προϋπολογισμού και των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων στις αγορές κεφαλαίων, εργασίας και προϊόντων, θα συμβάλει στην ανύψωση του βιοτικού επιπέδου των Ελλήνων πολιτών.

Είναι επίσης σημαντικό ότι το πρόγραμμα περιλαμβάνει πολιτικές για την ενίσχυση των συστημάτων κοινωνικής προστασίας και για την υποστήριξη των πλέον ευάλωτων κοινωνικών ομάδων. Αυτό περιλαμβάνει τη σταδιακή εφαρμογή του προγράμματος ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος σε εθνική κλίμακα.

________________________________________

Παρασκευή 20 Ιανουαρίου 2017

Ανεπαρκείς οι δράσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τα παιδιά που βρίσκονται αντιμέτωπα με τη φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισμό


ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Στρασβούργο, 20/01/2017


Στις σχεδιαζόμενες δράσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την υποστήριξη παιδιών που βρίσκονται αντιμέτωπα με τη φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισμό αναφέρθηκε η Επίτροπος Thyssen, μετά από σχετική ερώτηση του Κώστα Χρυσόγονου. Ο Ευρωβουλευτής είχε αναφερθεί στον έντονο προβληματισμό που προκαλούν τα στοιχεία της Eurostat σχετικά με τους κινδύνους που αντιμετωπίζουν παιδιά σε ολόκληρη την Ευρώπη. Συγκεκριμένα είχε σταθεί σε πρόσφατη ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας, όπου υπογραμμίζεται ότι κατά το 2015, περίπου 25 εκατομμύρια παιδιά βρίσκονταν αντιμέτωπα με τη φτώχεια ή τον κοινωνικό αποκλεισμό στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Παράλληλα είχε εστιάσει στις παρατηρούμενες αποκλίσεις ανάμεσα στα κράτη μέλη, οι οποίες δυσχεραίνουν τη θέση των παιδιών στον ευρωπαϊκό νότο, καλώντας την Επιτροπή να παρουσιάσει δράσεις αντιμετώπισης του φαινομένου αλλά και να αντιδράσει στις αποκλίσεις ανάμεσα στον ευρωπαϊκό βορρά και τον νότο. Στην απάντησή της η Επίτροπος Thyssen τόνισε πως η χάραξη και εφαρμογή πολιτικών για την καταπολέμηση της παιδικής φτώχειας ανήκουν πρωτίστως στην αρμοδιότητα των κρατών μελών ωστόσο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προσφέρει βοήθεια με τη μορφή της παροχής συμβουλών πολιτικής, καθώς επίσης και μέσω των Ευρωπαϊκών Διαρθρωτικών και Επενδυτικών Ταμείων. Παράλληλα αναφέρθηκε στο διευρυνόμενο χάσμα ποσοστών φτώχειας μεταξύ των κρατών μελών της βορειοδυτικής και της νοτιοανατολικής Ευρώπης, υπογραμμίζοντας πως αυτό αποτελεί έναν από τους λόγους για τους οποίους αποφασίστηκε να επενδυθεί στα κράτη μέλη της νοτιοανατολικής Ευρώπης το μεγαλύτερο μέρος των κονδυλίων που είναι διαθέσιμα στο πλαίσιο των προγραμμάτων των ΕΔΕΤ για την περίοδο 2014-2020.


Ακολουθεί το κείμενο της ερώτησης και της απάντησης:

Ενόψει της Παγκόσμιας Ημέρας για τα Δικαιώματα του Παιδιού, στις 20 Νοεμβρίου, έντονο προβληματισμό προκαλούν τα στοιχεία που καταγράφονται σχετικά με τους κινδύνους που αντιμετωπίζουν παιδιά σε ολόκληρη την Ευρώπη, σύμφωνα με την Eurostat [1]. Σε πρόσφατη ανακοίνωσή της, η Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία υπογραμμίζει ότι, κατά το 2015, περίπου 25 εκατομμύρια παιδιά -αντιπροσωπεύοντας το 27% των παιδιών της Ευρώπης- βρισκόταν αντιμέτωπο με τη φτώχεια ή τον κοινωνικό αποκλεισμό στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Παράλληλα, οι παρατηρούμενες αποκλίσεις ανάμεσα στα κράτη μέλη δυσχεραίνουν τη θέση των παιδιών στον ευρωπαϊκό νότο όπου, σε πολλές περιπτώσεις, το αντίστοιχο ποσοστό ξεπερνά το 30%. Ειδικά στην Ελλάδα, καταγράφηκε αύξηση 9,1% κατά την περίοδο 2010-2015 με αποτέλεσμα το 37,8% των παιδιών να βρίσκεται σήμερα αντιμέτωπο με τη φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισμό.

Ερωτάται η Επιτροπή:
1. Ποιες δράσεις σχεδιάζει ώστε να υποστηρίξει τα παιδιά που βρίσκονται αντιμέτωπα με τη φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισμό;
2. Καθώς οι παρατηρούμενες αποκλίσεις ανάμεσα στα κράτη μέλη του ευρωπαϊκού βορρά με τον νότο γίνονται συνεχώς και πιο έντονες σε όλο και περισσότερους τομείς, πως σκοπεύει να αντιδράσει;


Απάντηση της κυρίας Thyssen
εξ ονόματος της Επιτροπής (18.1.2017)

Η χάραξη και η εφαρμογή πολιτικών για την καταπολέμηση της παιδικής φτώχειας ανήκουν πρωτίστως στην αρμοδιότητα των κρατών μελών. Ωστόσο, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προσφέρει βοήθεια με τη μορφή της παροχής συμβουλών πολιτικής, καθώς επίσης μέσω των ευρωπαϊκών διαρθρωτικών και επενδυτικών ταμείων (ΕΔΕΤ) και του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου. Το 2013 η Επιτροπή εξέδωσε ειδική σύσταση με τίτλο «Επένδυση στα παιδιά: Σπάζοντας τον κύκλο της μειονεξίας» [2]. Αυτή η σύσταση πολιτικής διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην ετήσια διαδικασία πολιτικών μεταρρυθμίσεων του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου, με αποτέλεσμα τη διατύπωση πολλών ειδικών ανά χώρα συστάσεων στον τομέα της πολιτικής για το παιδί και την οικογένεια [3].

Το διευρυνόμενο χάσμα στα ποσοστά φτώχειας μεταξύ των κρατών μελών της βορειοδυτικής και της νοτιοανατολικής Ευρώπης αποτελεί έναν από τους λόγους στους οποίους οφείλεται η απόφαση να επενδυθεί στα κράτη μέλη της νοτιοανατολικής Ευρώπης το μεγαλύτερο μέρος των κονδυλίων που είναι διαθέσιμα στο πλαίσιο των προγραμμάτων των ΕΔΕΤ για την περίοδο 2014-2020.

________________________________________

Πέμπτη 19 Ιανουαρίου 2017

Ο Κώστας Χρυσόγονος στο ραδιόφωνο της Θεσσαλονίκης North 98

Γραπτή δήλωση του Κώστα Χρυσόγονου για την προώθηση της αξιοπρεπούς εργασίας και τη διασφάλιση των συλλογικών διαπραγματεύσεων


ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Στρασβούργο, 19/01/2017


Την Έκθεση της Επιτροπής Απασχόλησης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με έναν ευρωπαϊκό πυλώνα κοινωνικών δικαιωμάτων σχολίασε ο Κώστας Χρυσόγονος με γραπτή του δήλωση. Ο Ευρωβουλευτής αναφέρθηκε στο πλήγμα που έχει υποστεί η κοινωνική διάσταση της ευρωπαϊκής ενοποίησης, εξ αιτίας των σκληρών μέτρων που υποχρεώθηκαν να εφαρμόσουν πολλά κράτη-μέλη, ως αποτέλεσμα της έλλειψης κοινών μηχανισμών σταθεροποίησης στο πλαίσιο της ημιτελούς νομισματικής ένωσης. Παράλληλα επεσήμανε πως είναι εύστοχη η αναφορά ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει αρχίσει να θεωρείται από πολλούς πολίτες ως μηχανισμός που δημιουργεί αποκλίσεις, ανισότητες και κοινωνική αδικία. Αναφερόμενος στην προοπτική υποβολής πρότασης οδηγίας πλαισίου σχετικά με την προώθηση της αξιοπρεπούς εργασίας και τη διασφάλιση των συλλογικών διαπραγματεύσεων, τόνισε πως το πρόβλημα είναι ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή με την πολιτική της υποβαθμίζει τις συλλογικές διαπραγματεύσεις, όταν δρα ως μέλος της «τρόικας» στα πλαίσια του ελληνικού προγράμματος και επιβάλει την αποδυνάμωση της ισχύος των συλλογικών συμβάσεων στην Ελλάδα. Έκλεισε τη δήλωσή του υπογραμμίζοντας πως χρειαζόμαστε άμεσα έργα και όχι λόγια.


Ακολουθεί το κείμενο της γραπτής δήλωσης:

Η έκθεση της Επιτροπής Απασχόλησης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με έναν ευρωπαϊκό πυλώνα κοινωνικών δικαιωμάτων, περιέχει σειρά εύστοχων διαπιστώσεων, όπως ότι η κοινωνική διάσταση της ευρωπαϊκής ενοποίησης έχει υποστεί βαρύ πλήγμα από την κρίση της ευρωζώνης, καθώς πολλά κράτη υποχρεώθηκαν να εφαρμόσουν σκληρά μέτρα εσωτερικής υποτίμησης λόγω της έλλειψης κοινών μηχανισμών σταθεροποίησης στο πλαίσιο της ημιτελούς νομισματικής ένωσης. Αδιαμφισβήτητο επίσης είναι ότι, όπως αναφέρει η έκθεση, με την κρίση αυτή η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει αρχίσει να θεωρείται από πολλούς πολίτες ως μηχανισμός που δημιουργεί αποκλίσεις, ανισότητες και κοινωνική αδικία. Είναι ακόμη θετική η έκκληση που περιλαμβάνεται στην έκθεση, να εργαστούν από κοινού η Ευρωπαϊκή Επιτροπή με τους κοινωνικούς εταίρους προκειμένου να υποβάλουν πρόταση οδηγίας πλαισίου για την προώθηση της αξιοπρεπούς εργασίας, ώστε να διασφαλισθεί μεταξύ άλλων το δικαίωμα των συλλογικών διαπραγματεύσεων και της συλλογικής δράσης, δηλαδή της απεργίας. Το πρόβλημα ωστόσο είναι ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή όχι μόνο παραλείπει να φέρει στο Κοινοβούλιο ένα παρόμοιο σχέδιο οδηγίας, αλλά με την πολιτική της υποβαθμίζει τις συλλογικές διαπραγματεύσεις, όταν δρα ως μέλος της «τρόικας» στα πλαίσια του ελληνικού προγράμματος και επιβάλει την αποδυνάμωση της ισχύος των συλλογικών συμβάσεων στην Ελλάδα. Χρειαζόμαστε λοιπόν έργα και όχι λόγια και τα χρειαζόμαστε άμεσα.

Παρέμβαση του Κώστα Χρυσόγονου για την ανάγκη υποστήριξης προσφύγων που αντιμετωπίζουν ακραία καιρικά φαινόμενα


ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Στρασβούργο, 19/01/2017


Την ανάγκη επιπλέον υποστήριξης τόσο των προσφύγων όσο και των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που αντιμετώπισαν ακραία καιρικά φαινόμενα, τόνισε ο Κώστας Χρυσόγονος. Με παρέμβασή του κατά της διάρκεια της Ολομέλειας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στο Στρασβούργο, ο Ευρωβουλευτής υπογράμμισε πως η συζήτηση για τα πρωτοφανή προβλήματα που αντιμετώπισαν πρόσφυγες και μετανάστες εξ αιτίας καιρικών φαινομένων σε περιοχές όπως η νησιωτική Ελλάδα, είναι μια ευκαιρία ώστε η Ευρώπη να δείξει περισσότερη αλληλεγγύη. Αναφερόμενος στις προσπάθειες αντιμετώπισης των φαινομένων, επεσήμανε πως τα στοιχεία δείχνουν οτι η πλειοψηφία των ανθρώπων αυτών λαμβάνει κατάλληλη φροντίδα. Καθώς όμως οι καιρικές συνθήκες έφτασαν τον ελληνικό κρατικό μηχανισμό στα όρια του, θα πρέπει να αποφασιστεί το συντομότερο δυνατό η παροχή επιπλέον βοήθειας στις περιοχές που επλήγησαν και η Ένωση να επιβεβαιώσει την υποστήριξή της με στόχο την καταλληλότερη φροντίδα προσφύγων και μεταναστών.

Δείτε το βίντεο της ομιλίας εδώ:
https://www.youtube.com/watch?v=aDra1Y-0BMo


Ακολουθεί το κείμενο της ομιλίας:

Η σημερινή συζήτηση για τους πρόσφυγες και τους μετανάστες που αντιμετωπίζουν ακραία καιρικά φαινόμενα αποτελεί μια καλή ευκαιρία να δείξουμε περισσότερη αλληλεγγύη. Οι πρωτοφανείς καιρικές συνθήκες που επικράτησαν το τελευταίο διάστημα σε περιοχές όπως η νησιωτική Ελλάδα, δοκίμασαν τις αντοχές των κρατικών μηχανισμών αλλά και των προσφύγων. Είναι αναγκαίο η Ευρωπαϊκή Ένωση να επιβεβαιώσει την υποστήριξή της με στόχο την καταλληλότερη φροντίδα προσφύγων και μεταναστών. Ήδη τα στοιχεία δείχνουν πως η πλειοψηφία των ανθρώπων αυτών λαμβάνει κατάλληλη φροντίδα με υλική υποστήριξη αλλά και με επιπλέον προσωπικό. Καθώς όμως οι καιρικές συνθήκες έφτασαν τον ελληνικό κρατικό μηχανισμό στα ακραία του όρια, θα πρέπει να αποφασίσουμε το συντομότερο δυνατό την παροχή επιπλέον βοήθειας στις περιοχές που επλήγησαν από την κακοκαιρία, όπως πράττουμε σε όλες τις περιπτώσεις φυσικών καταστροφών.

Κριτική και συκοφάντηση


Δημοσιευμένο άρθρο του Κώστα Χρυσόγονου στο ΕΘΝΟΣ 19/01


Η εκδίκαση αγωγής του προέδρου των ΑΝΕΛ κατά δημοσιογράφου βρέθηκε στην επικαιρότητα την προηγούμενη εβδομάδα. Η ουσία της υπόθεσης κρίνεται βέβαια από το αρμόδιο δικαστήριο και συνεπώς ολοκληρωμένος σχολιασμός δεν μπορεί να γίνει πριν από την έκδοση της σχετικής απόφασης. Το ζήτημα ωστόσο έχει γενικότερες διαστάσεις. Το άρθρο 14 του Συντάγματος και το άρθρο 10 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου προστατεύουν την ελευθερία του Τύπου. Όπως έχει κρίνει το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, η ελευθερία αυτή εμπεριέχει, προκειμένου περί πολιτικών προσώπων, το δικαίωμα άσκησης σε βάρος τους κριτικής οξύτερης από εκείνη που θα ήταν θεμιτή για κάθε άλλον.

Έτσι π.χ. στην υπόθεση Oberschlick (απόφαση της 1.7.1997) κρίθηκε ότι ο χαρακτηρισμός «ηλίθιος», όταν προέρχεται από δημοσιογράφο και απευθύνεται σε αρχηγό πολιτικού κόμματος, μπορεί, με συνεκτίμηση των συμφραζομένων, να θεωρηθεί επιτρεπτή πολιτική κριτική και όχι εξύβριση, όπως θα συνέβαινε αν επρόκειτο για ιδιώτη. Με άλλα λόγια, οι πολιτικοί οφείλουν να ανέχονται ακόμη και εξαιρετικά επιθετικά σχόλια για τα λεγόμενα ή τα πεπραγμένα τους.

Τούτο όμως δεν σημαίνει ότι δικαιολογείται η παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθών. Στην προκειμένη περίπτωση ο εναγόμενος δημοσιογράφος δεν περιορίστηκε στην άσκηση κριτικής κατά των κομμάτων της συγκυβέρνησης (ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ), όπως είχε δικαίωμα, αλλά ισχυρίστηκε ότι ο πραγματικός συγγραφέας κάποιων ομιλιών του προέδρου των ΑΝΕΛ ήταν ένας πρώην υπουργός και προπαγανδιστής της δικτατορίας. Εάν τούτο αποδειχθεί ψευδές, πρόκειται για βαρύτατη συκοφαντία (αφού η συνεργασία αιρετού εκπροσώπου του λαού με τέτοια πρόσωπα θα ενείχε βαριά ηθική μομφή) και η καταδίκη σε αποζημίωση θα ήταν επιβεβλημένη.

Από εκεί και πέρα είναι ζήτημα προσωπικής προσέγγισης αν αυτός που υφίσταται τη συκοφάντηση θα καταφύγει στα δικαστήρια ή θα αρκεστεί σε μια διάψευση, συχνά με τον κίνδυνο η τελευταία να αγνοηθεί από τα ΜΜΕ. Σε ό,τι με αφορά, αν και έχω καταστεί στόχος τερατωδών ψευδολογιών (όπως π.χ. ότι... κουβαλούσα την τσάντα αποβιώσαντος πολιτικού, τον οποίο ουδέποτε συνάντησα, ότι δήθεν συνέταξα γνωμοδότηση υπέρ άλλου, με τον οποίο στην πραγματικότητα δεν είχα πότε καμία δοσοληψία ή σχέση κ.ο.κ.), επέλεξα έως τώρα τη δεύτερη εκδοχή. Ωστόσο και η αντίθετη επιλογή είναι σεβαστή, δεδομένου ότι συνιστά άσκηση του συνταγματικά κατοχυρωμένου δικαιώματος δικαστικής προστασίας (άρθρο 20, παρ. 1 του Συντ.). Ας περιμένουμε την κρίση του δικαστηρίου.

Τετάρτη 18 Ιανουαρίου 2017

Την ανάγκη καταπολέμησης των εξαγωγών ναρκωτικών από χώρες των Βαλκανίων αναγνωρίζει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή


ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Στρασβούργο, 18/01/2017


Την ανάγκη καταπολέμησης των εξαγωγών ναρκωτικών ουσιών από χώρες των Βαλκανίων αναγνώρισε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μετά από σχετική ερώτηση του Κώστα Χρυσόγονου. Ο Ευρωβουλευτής είχε σταθεί σε διεθνή δημοσιεύματα, σύμφωνα με τα οποία η έξαρση των εξαγωγών ναρκωτικών από τα Βαλκάνια και ιδιαίτερα την Αλβανία έχει αποδειχθεί ιδιαίτερα επικερδής για τους παραγωγούς και την τοπική μαφία τα τελευταία χρόνια, τονίζοντας πως οι εξαγωγές προς την Ιταλία, την Ελλάδα και άλλες χώρες της ευρύτερης περιοχής ανέρχονται σε αρκετά δισεκατομμύρια ευρώ κατ’ έτος. Το γεγονός αυτό καθιστά την Αλβανία κέντρο εξαγωγών ηρωίνης, κάνναβης και λαθραίων προϊόντων. Κλείνοντας την ερώτησή του είχε καλέσει την Επιτροπή να σχολιάσει τους ελέγχους που πραγματοποιούνται στο εσωτερικό των κρατών-μελών αλλά και να πάρει μέτρα για τον περιορισμό των εξαγωγών. Στην απάντησή του ο Επίτροπος Αβραμόπουλος παρατήρησε πως η οδός των Βαλκανίων εξακολουθεί να αποτελεί την κύρια οδό διακίνησης ηρωίνης στην ΕΕ, ενώ τα Βαλκάνια είναι επίσης περιοχή παραγωγής ναρκωτικών, π.χ. καλλιέργειας κάνναβης. Παράλληλα επεσήμανε πως η απάντηση της ΕΕ είναι πολλαπλή, μέσω της συνεργασίας μεταξύ των διαφόρων φορέων, αλλά και μέσω της στήριξης που παρέχει η Ευρωπόλ στις υπηρεσίες επιβολής του νόμου. Υπογράμμισε όμως πως κύριο στόχο αποτελεί οχι μόνο η καταπολέμηση της προσφοράς αλλά και η μείωση της ζήτησης ναρκωτικών ουσιών.


Ακολουθεί το κείμενο της ερώτησης και της απάντησης:

Σύμφωνα με διεθνή δημοσιεύματα [1], η έξαρση των εξαγωγών ναρκωτικών ουσιών από τα Βαλκάνια και ιδιαίτερα την Αλβανία, έχει αποδειχθεί ιδιαίτερα επικερδής για τους παραγωγούς και την τοπική μαφία τα τελευταία χρόνια. Ιδιαίτερα οι εξαγωγές προς την Ιταλία, την Ελλάδα και άλλες χώρες της ευρύτερης περιοχής ανέρχονται σε αρκετά δισεκατομμύρια ευρώ κατ’ έτος. Η Αλβανία έχει μετατραπεί σε κέντρο εξαγωγών ηρωίνης, κάνναβης και λαθραίων προϊόντων, σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Κέντρο Παρακολούθησης Ναρκωτικών και Τοξικομανίας. Ιδιαίτερη αίσθηση προκαλούν μάλιστα οι συζητήσεις για τις διασυνδέσεις των εμπόρων ναρκωτικών με την κεντρική πολιτική σκηνή της χώρας. Καθώς οι τραγικές συνέπειες της χρήσης των ουσιών αυτών είναι γνωστές, καλούμαστε να πάρουμε άμεσα μέτρα με στόχο τον περιορισμό τους.
Ερωτάται η Επιτροπή:
1. Είναι ενήμερη για τα στοιχεία που σχετίζονται με το εμπόριο ναρκωτικών στα Βαλκάνια, τη Μεσόγειο αλλά και ολόκληρη την Ευρώπη;
2. Τι προτίθεται να κάνει ώστε να περιορίσει τις εξαγωγές από χώρες των Βαλκανίων, όπου έμποροι ναρκωτικών εκμεταλλεύονται την εύκολη πρόσβαση σε χώρες της Ένωσης με στόχο την προώθηση των προϊόντων αυτών;
3. Θεωρεί πως διενεργούνται επαρκείς έλεγχοι στο εσωτερικό των κρατών μελών με στόχο την καταπολέμηση του εμπορίου ναρκωτικών;


Απάντηση του κ. Αβραμόπουλου
εξ ονόματος της Επιτροπής (17.1.2017)

Η παραδοσιακή οδός των Βαλκανίων συνδέει το Αφγανιστάν με το Ιράν και στη συνέχεια με την Τουρκία και μέσω τριών διαδρομών μέσω των Βαλκανίων καταλήγει στη Δυτική Ευρώπη. Αν και πιθανότατα η οδός των Βαλκανίων εξακολουθεί να αποτελεί την κύρια οδό διακίνησης ηρωίνης στην ΕΕ, είναι προφανής η αύξηση της διαφοροποίησης των οδών και των μέσων μεταφοράς που χρησιμοποιούνται [2]. Τα Βαλκάνια είναι επίσης μια περιοχή παράνομης παραγωγής ναρκωτικών, π.χ. της καλλιέργειας κάνναβης.
Η απάντηση της ΕΕ σε αυτά τα φαινόμενα ήταν και εξακολουθεί να είναι πολλαπλή: εκτός της ΕΕ μέσω της στήριξης της επιβολής του νόμου καθώς και της συνεργασίας μεταξύ των διαφόρων φορέων εντός και μεταξύ των ενδιαφερομένων χωρών μέσω πολλών εθνικών και περιφερειακών προγραμμάτων στήριξης (π.χ. το πρόγραμμα «δρόμος της ηρωίνης»)· στο εσωτερικό της ΕΕ μέσω της στήριξης από την Ευρωπόλ στις υπηρεσίες επιβολής του νόμου των κρατών μελών και της αναγνώρισης του λαθρεμπορίου ναρκωτικών ως προτεραιότητας στο πλαίσιο του κύκλου πολιτικής της ΕΕ για το οργανωμένο και το σοβαρό διεθνές έγκλημα [3]. Η απάντηση της ΕΕ δεν επικεντρώνεται μόνο στις σχετικές με την επιβολή του νόμου πτυχές αλλά και σε θέματα σχετικά με τη μείωση της ζήτησης ναρκωτικών, σύμφωνα με τη στρατηγική της ΕΕ για τα ναρκωτικά (2013-2020) [4].
Η καταπολέμηση του λαθρεμπορίου ναρκωτικών εξακολουθεί να αποτελεί πρόκληση που συμπεριλαμβάνει την εμφάνιση νέων ουσιών και τρόπων διανομής και πληρωμής. Κάθε επιτυχημένη στρατηγική για την καταπολέμηση των παράνομων ναρκωτικών πρέπει να είναι ισορροπημένη, συμβάλλοντας στη μείωση της ζήτησης και της προσφοράς ναρκωτικών εντός της ΕΕ.

________________________________________
[2] Έκθεση 2016 για τις αγορές ναρκωτικών στην ΕΕ, Λουξεμβούργο: Υπηρεσία Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, 2016
[3] 15358/10 COSI 69 ENFOPOL 298 CRIMORG 185 ENFOCUSTOM 94
[4] ΕΕ C 402 της 29.12.2012, σ. 1

Κυριακή 15 Ιανουαρίου 2017

Συνέντευξη του Κώστα Χρυσόγονου στη «Μακεδονία της Κυριακής» 15/01


Συνέντευξη στον Νίκο Ηλιάδη


Παρακολουθώντας τις κινήσεις στο μέτωπο της διαπραγμάτευσης αλλά και με βάση τις προσλαμβάνουσες που έχετε από τις Βρυξέλλες πιστεύετε πως είμαστε πιο κοντά στο κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης ή σε ένα τέταρτο μνημόνιο;
Είναι δύο ανεξάρτητα ζητήματα. Η δεύτερη αξιολόγηση θα μπορούσε να κλείσει τον Φεβρουάριο αν λυθούν με κάποιον τρόπο τα ζητήματα που θέτει το ΔΝΤ, αλλά η καταβολή της σχετικής δόσης των περίπου 6 δισ. δεν καλύπτει τις δανειακές ανάγκες του ελληνικού δημοσίου για όλο το 2017. Ώς το τέλος της χρονιάς θα πρέπει επομένως να κλείσει τουλάχιστον ακόμη μία αξιολόγηση, ώστε να καταβληθούν τουλάχιστον 6 δισ. ευρώ επιπλέον από τους δανειστές. Τέταρτη σύμβαση δανεισμού από τον ΕΜΣ μετά το 2018 φαίνεται πολιτικά ανέφικτη και άρα η συζήτηση περί τέταρτου μνημονίου είναι φιλολογική, εκτός εάν υπονοείται ένα νέο πρόγραμμα δανεισμού από το ΔΝΤ. Τούτο θα ήταν μια πολύ κακή εξέλιξη, επειδή τα χρήματα του ΔΝΤ είναι λίγα, ίσως 6 έως 10 δισ. ευρώ σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, και παρέχονται με επαχθείς όρους, δηλαδή βραχυπρόθεσμη διάρκεια δανεισμού, υψηλά επιτόκια, αδυναμία οποιασδήποτε ελάφρυνσης και με ακόμη επαχθέστερες προϋποθέσεις λήψης μέτρων δολοφονικής λιτότητας.

Από το 2010 και μετά γίνεται πολλή συζήτηση για την επιρροή των δανειστών στα εσωτερικά πολιτικά μας πράγματα. Προσφάτως ο κ. Βαρουφάκης είπε πως ο κ. Σόιμπλε είχε ξεγράψει την κυβέρνηση Σαμαρά πολύ πριν από τις εκλογές του 2015. Πιστεύετε ότι συμβαίνει κάτι ανάλογο τώρα και με την κυβέρνηση του Αλ. Τσίπρα; 
Είναι υπεραπλούστευση να μιλάμε για «τους δανειστές» ως αυτοί να ήταν ενιαίο σύνολο. Ακόμη και η γερμανική κυβέρνηση αποτελείται από έναν συνασπισμό σήμερα δύο και αύριο ίσως περισσότερων κομμάτων, με διαφορετικές ενίοτε στοχεύσεις. Ειδικά για τον Σόιμπλε και μία μεγάλη μερίδα Χριστιανοδημοκρατών πάντως έχω την εντύπωση ότι τους ενδιαφέρει λιγότερο ποια θα είναι η εκάστοτε ελληνική κυβέρνηση και περισσότερο πώς θα «πειθαρχήσουν» μεγαλύτερες (σε σχέση με την Ελλάδα) χώρες της ευρωζώνης, που έχουν κι εκείνες τις δικές τους δυσκολίες με το κοινό νόμισμα, όπως η Ισπανία, η Ιταλία ή και η Γαλλία. Άρα εξακολουθεί να υπάρχει το σενάριο της «Ιφιγένειας», όπου στην υποτίθεται «απροσάρμοστη» Ελλάδα θα επιβληθεί μία ελεγχόμενη μεν αλλά αυστηρά τιμωρητική έξοδος από την ευρωζώνη, προς παραδειγματισμό των υπολοίπων.

Εάν η αξιολόγηση δεν κλείσει μέσα στο επόμενο δίμηνο τρίμηνο, πιστεύετε ότι οι εκλογές θα είναι αναπόφευκτες; 
Το χρονοδιάγραμμα πληρωμών του δημοσίου χρέους αφήνει να εννοηθεί ότι το ελληνικό δημόσιο μπορεί να ανταποκριθεί, με εξάντληση των δικών του μέσων, το πολύ έως τον Ιούνιο του 2017. Οι πληρωμές τοκοχρεολυσίων Ιουλίου – Αυγούστου μπορούν να εξυπηρετηθούν μόνο αν ώς τότε έχει κλείσει η δεύτερη αξιολόγηση και έχει καταβληθεί η δόση των 6 δισ. ευρώ, ενώ θα χρειασθούμε και άλλη μία εντός του ίδιου έτους, όπως προανέφερα. Οι πολιτικές προεκτάσεις είναι προφανείς.

Όλες οι δημοσκοπήσεις δείχνουν τον ΣΥΡΙΖΑ να υπολείπεται της ΝΔ και τους πολίτες να πιστεύουν ότι θα χάσει τις εκλογές. Θεωρείτε πως η εικόνα αυτή είναι αναστρέψιμη;
Δεν θεωρώ τίποτα δεδομένο. Στο βρετανικό δημοψήφισμα π.χ. διαψεύσθηκαν όχι μόνο οι δημοσκοπήσεις αλλά ακόμη και τα exit polls. Και στην Ελλάδα όμως παρατηρήθηκαν επανειλημμένες αστοχίες δημοσκοπήσεων στο παρελθόν. Άλλωστε αυτήν τη στιγμή δεν γνωρίζουμε ούτε ποιος θα είναι ο χρόνος των εκλογών ούτε, κυρίως, το πολιτικό τους διακύβευμα. Εκείνο πάντως που μπορεί να αναστρέψει τη σημερινή δυσμενή εικόνα είναι η υλοποίηση εκείνου του μέρους του «προγράμματος της Θεσσαλονίκης», που εξαγγέλθηκε τον Σεπτέμβριο του 2014, το οποίο δεν εξαρτάται από τις διαπραγματεύσεις με τους δανειστές. Πρέπει δηλαδή να καταπολεμηθεί πιο αποτελεσματικά το οργανωμένο οικονομικό έγκλημα, ιδίως το λαθρεμπόριο καυσίμων και καπνού, η μεγάλης έκτασης φοροδιαφυγή πολυεθνικών επιχειρήσεων μέσω ενδοομιλικών συναλλαγών και γενικότερα η διαφθορά και η διαπλοκή. Αυτά κυρίως περιμένουν οι πολίτες από μία κυβέρνηση με κορμό την αριστερά και αυτά, αν υλοποιηθούν σε μεγαλύτερη έκταση και με μεγαλύτερη ταχύτητα από ό,τι συμβαίνει σήμερα, θα ενισχύσουν τη διαπραγματευτική μας δύναμη έναντι των ξένων.

Η προ ημερών παρεξήγηση, για να το πω κομψά, που είχατε με το Μέγαρο Μαξίμου δημιούργησε την εντύπωση ότι είστε αποξενωμένος από τον ΣΥΡΙΖΑ. Εσείς αισθάνεστε έτσι;
Δεν πρέπει να προσεγγίζουμε την πολιτική με όρους προσωπικούς και συναισθηματικούς, αλλά με όρους θεσμικούς, δηλαδή κατά κυριολεξία πολιτικούς. Πρέπει να αποδεικνύουμε έμπρακτα κάθε στιγμή το σεβασμό μας στις καταστατικές μας αρχές και ειδικότερα στο δικαίωμα δημόσιας έκφρασης διαφορετικών απόψεων, σύμφωνα με το άρθρο 4 του καταστατικού του ΣΥΡΙΖΑ. Κατά τα άλλα παραπέμπω στο αναλυτικό κείμενο συμβολής μου στον προσυνεδριακό διάλογο τον περασμένο Σεπτέμβριο, όπου διατύπωσα 14 θέσεις κριτικής στο κείμενο θέσεων της Κεντρικής Επιτροπής για το 2ο συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ.

Τι απαντάτε στο επίσημο κομματικό έντυπο του ΣΥΡΙΖΑ, την «Αυγή», η οποία σας κάλεσε ουσιαστικά να παραιτηθείτε από ευρωβουλευτής;
Εάν υπήρχε editorial της εφημερίδας, που θα εξέφραζε τις θέσεις της σύνταξης, θα απαντούσα λεπτομερώς. Δημοσιεύθηκε απλώς ένα ενυπόγραφο άρθρο συγκεκριμένου δημοσιογράφου, το οποίο εκφράζει μόνο τον ίδιο. Σέβομαι την άποψή του, αλλά δεν θέλω να τη σχολιάσω, για να μη δώσω τροφή σε κομματική εσωστρέφεια.

Μετά την Ευρωβουλή σχεδιάζετε να μεταπηδήσετε στην εγχώρια πολιτική σκηνή ή μήπως σκέφτεστε να επιστρέψετε στο πανεπιστήμιο;
Για μένα η πολιτική δεν είναι αυτοσκοπός ούτε μέσο εξυπηρέτησης προσωπικών φιλοδοξιών. Με απασχολεί και με ενδιαφέρει το μέλλον του τόπου μας. Αν κρίνω ότι μπορώ να συμβάλω με κάποιον τρόπο, ενδέχεται να θέσω τον εαυτό μου στην κρίση των συμπολιτών μας. Διαφορετικά θα επιστρέψω στην παλιά και παντοτινή μου αγάπη, το πανεπιστήμιο.

Πέμπτη 12 Ιανουαρίου 2017

Αρνείται τις αστοχίες στην προενταξιακή βοήθεια προς χώρες των Βαλκανίων η Ευρωπαϊκή Επιτροπή


ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Βρυξέλλες, 12/01/2017


Την άρνησή της να δεχτεί πιθανές αστοχίες και λάθη στη διαχείριση των πόρων που διατίθενται ως προενταξιακή βοήθεια προς χώρες των Βαλκανίων εξέφρασε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μετά από σχετική ερώτηση του Κώστα Χρυσόγονου. Ο Ευρωβουλευτής είχε παραθέσει στοιχεία βασισμένα σε έκθεση του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου, σύμφωνα με τα οποία προκύπτουν ερωτηματικά σχετικά με τη χρήση και την αξιοποίηση των χρημάτων που δίνει η Ευρωπαϊκή Ένωση, καλώντας την Επιτροπή να σχολιάσει τις αστοχίες που παρατηρούνται αλλά και την πιθανότητα μείωσης της παρεχόμενης στήριξης. Στην απάντησή του ο Επίτροπος Hahn τόνισε πως η Επιτροπή είναι ενήμερη για τις παρατηρήσεις του Ελεγκτικού Συνεδρίου αλλά δεν δέχεται πως αποδεικνύεται κακή διαχείριση των πόρων. Παράλληλα υπογράμμισε πως μια ενδεχόμενη μείωση της παρεχόμενης προενταξιακής βοήθειας δεν θα ωφελήσει τις χώρες αυτές, αφού πρέπει να αντιμετωπιστούν πολλοί τομείς και οι χορηγούμενοι πόροι θεωρούνται αναγκαίοι.


Ακολουθεί το κείμενο της ερώτησης και της απάντησης:

Σύμφωνα με έκθεση του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου, προκύπτουν ερωτηματικά σχετικά με τη χρήση και την αξιοποίηση των χρημάτων που δίνει η Ευρωπαϊκή Ένωση ως προενταξιακή βοήθεια για την ενίσχυση των διοικητικών ικανοτήτων στα Δυτικά Βαλκάνια [1]. Υπάρχουν παρατηρήσεις για κακή διαχείριση των πόρων, εξαιτίας δομικών αδυναμιών που υπάρχουν. Παράλληλα, προκύπτουν ερωτήματα σχετικά με την προοπτική μείωσης ή και ακύρωσης των πόρων αυτών.

Ερωτάται η Επιτροπή:
– Είναι ενήμερη για τις αδυναμίες και αστοχίες που παρατηρούνται; Συμφωνεί με τις παρατηρήσεις του Ελεγκτικού Συνεδρίου;
– Θεωρεί ότι μια πιθανή μείωση της παρεχόμενης υποστήριξης θα ωφελούσε τις χώρες με προοπτική ένταξης;


Απάντηση του κ. Hahn
εξ ονόματος της Επιτροπής (11.1.2017)

Όπως προκύπτει από τις απαντήσεις που παρέσχε η Επιτροπή [2] στο παράρτημα της «Ειδικής έκθεσης του Ελεγκτικού Συνεδρίου σχετικά με την προενταξιακή βοήθεια της ΕΕ για την ενίσχυση των διοικητικών ικανοτήτων στα Δυτικά Βαλκάνια: μετα-έλεγχος» - στην οποία αναφέρεται ο αξιότιμος κ. βουλευτής, η Επιτροπή είναι ενήμερη για τις παρατηρηθείσες αδυναμίες, και σε γενικές γραμμές συμφωνεί με τις παρατηρήσεις, τα συμπεράσματα και τις συστάσεις που διατυπώθηκαν από το Ελεγκτικό Συνέδριο. Ωστόσο, το Ελεγκτικό Συνέδριο δεν κατέληξε στο συμπέρασμα ότι υπήρξε κακή διαχείριση των πόρων.
Η Επιτροπή δεν θεωρεί ότι μια ενδεχόμενη μείωση στην παρεχόμενη βοήθεια θα ωφελήσει τις χώρες με προοπτική προσχώρησης. Αντιθέτως, προκειμένου να προετοιμαστούν οι χώρες για την προσχώρηση, θα πρέπει να αντιμετωπιστούν πολλοί τομείς και οι χορηγούμενοι πόροι θεωρούνται αναγκαίοι.

________________________________________
[2] Ειδική έκθεση - Παράρτημα - Απάντηση της Επιτροπής - σ. 50 - http://www.eca.europa.eu/Lists/ECADocuments/SR16_21/SR_WESTERN-BALKANS_EN.pdf

Τρίτη 10 Ιανουαρίου 2017

Ομιλία του Κώστα Χρυσόγονου σε εκδήλωση στην Αθήνα το Σάββατο 07/01



Οι προοπτικές της Ελληνικής Οικονομίας και Τραπεζικού τομέα για το 2017-2020


Το πιο πιεστικό πρόβλημα της χώρας σήμερα είναι προφανώς η πολύ δύσκολη οικονομική κατάσταση, με επίκεντρο την πρωτοφανή ανεργία και την πτωχοποίηση του μεγαλύτερου μέρους του πληθυσμού, στην οποία έχει εγκλωβισθεί η Ελλάδα κατά την τελευταία μνημονιακή επταετία.


Η ουτοπία της παύσης πληρωμών και της δραχμής

Η "λύση" της παύσης πληρωμών και της εξόδου από την ευρωζώνη, για την οποία έχει γίνει τόσος λόγος, κατ΄ ουσία δεν υφίσταται. Το μεγαλύτερο μέρος του χρέους που οφείλουμε να αποπληρώσουμε στα αμέσως επόμενα χρόνια είναι προς το ΔΝΤ. Σ' αυτό συμμετέχουν πρακτικά όλα τα κράτη του κόσμου και η άρνηση καταβολής θα μας έφερνε αντιμέτωπους με τον πλανήτη ολόκληρο. Σημειωτέον ότι, σε αντίθεση με την ευρωζώνη όπου νομικά δεν προβλέπεται διαδικασία (ακούσιας) αποβολής κράτους, τέτοια προβλέπεται στο άρθρο 24 του καταστατικού του ΔΝΤ. Το χειρότερο είναι όμως ότι σε τέτοια περίπτωση θα μπορούσαν να μας επιβληθούν από τα άλλα κράτη κάθε είδους οικονομικά και άλλα αντίποινα, μετατρέποντας την Ελλάδα σε κάτι ελαφρώς χειρότερο από τη Ζιμπάμπουε, η οποία προέβη σε παύση πληρωμών προς το Ταμείο επί σειρά ετών.
Μία έξοδος από την ευρωζώνη εξάλλου θα προϋπέθετε, για να μπορεί ρεαλιστικά να επιτευχθεί, να βρεθεί εξωτερικός χρηματοδότης για να διαθέσει περίπου 20 δις ευρώ για την αποπληρωμή του ΔΝΤ και τουλάχιστον άλλα τόσα για να αποκτήσει η Ελλάδα συναλλαγματικά διαθέσιμα, ώστε να υποστηριχθεί η ισοτιμία της νέας δραχμής (εντελώς διαφορετικό το ζήτημα αν θα αποδεικνυόταν μακροπρόθεσμα επωφελής ή όχι για την εθνική οικονομία). Δεν νοείται και δεν υπάρχει εθνικό νόμισμα χωρίς συναλλαγματικά διαθέσιμα σε "σκληρό" ξένο νόμισμα. Αυτό ισχύει κατά μείζονα λόγο σε περίπτωση κράτους με "νέο" εθνικό νόμισμα, όπου οι αγορές εύλογα δε θα το αποδέχονται για μια περίοδο πολλών μηνών, εωσότου φανεί πού θα ισορροπήσει η ισοτιμία του νομίσματος αυτού με τα υπόλοιπα. Ποσό της τάξης των 40 (20+20) δις ευρώ και μάλιστα υπό μορφή "χορηγίας" και όχι δανείου (αφού η Ελλάδα θα έχει και επισήμως χρεοκοπήσει στις εξωτερικές της πληρωμές) δεν πρόκειται να μας διαθέσει κανένα κράτος της υφηλίου.
Εφόσον δεν βρεθεί χρηματοδότης, η εκτύπωση δραχμών δεν θα μας ωφελούσε σε τίποτα προς το εξωτερικό (η ίδια η εκτύπωση σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα χαρτονομισμάτων θα αποτελούσε βέβαια τεράστιο τεχνικό πρόβλημα, αλλά αυτό ας το υπερβούμε). Το νέο νόμισμα δε θα γινόταν αποδεκτό στις διεθνείς συναλλαγές και συνεπώς θα μέναμε για μεγάλο χρονικό διάστημα χωρίς τη δυνατότητα εισαγωγών, πράγμα που θα παρέλυε την οικονομική ζωή στη χώρα μας. Ακόμη χειρότερα, το νέο νόμισμα δε θα γινόταν αποδεκτό ούτε στο εσωτερικό της χώρας, επειδή παρά πολλοί Έλληνες έχουν αποθησαυρισμένα χαρτονομίσματα ευρώ σε φυσική μορφή. Έτσι οι συναλλαγές μεταξύ ιδιωτών θα συνέχιζαν να γίνονται κατά μεγάλο μέρος με τα (απαγορευμένα πια) ευρώ στη "μαύρη αγορά", δηλαδή στην παραοικονομία, η οποία θα έπαιρνε εφιαλτικές διαστάσεις, προκαλώντας και κατάρρευση των δημόσιων εσόδων. Η νέα δραχμή θα απέμενε ουσιαστικά να χρησιμοποιείται μόνο στις συναλλαγές με το κράτος και το κράτος θα κατέληγε να πληρώνει με αυτή μισθούς και συντάξεις, που θα υφίσταντο έτσι ακόμη βιαιότερη περικοπή από ό,τι οι μνημονιακές περικοπές.
Από νομική άποψη έξοδος από την ευρωζώνη δεν προβλέπεται ούτε με πρωτοβουλία του ενδιαφερόμενου κράτους ούτε με απόφαση της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Εάν κάποιο κράτος-μέλος της ευρωζώνης επιχειρήσει να εκτυπώσει εθνικό νόμισμα, σε αντικατάσταση του ευρώ ή παράλληλα προς αυτό, τούτο θα συνιστούσε παραβίαση του άρθρου 128 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και θα οδηγούσε σε επιβολή σε βάρος του προστίμου κατά το άρθρο 260 της ίδιας. Κατά τα άλλα, από την οπτική γωνία της Ένωσης, η σχετική εθνική νομοθεσία δε θα ίσχυε και συνεπώς το κράτος θα παρέμενε θεωρητικά μέλος της ευρωζώνης. Με βάση τα υπάρχοντα σήμερα νομικά δεδομένα η αποχώρηση από την ευρωζώνη θα προϋπέθετε είτε αποχώρηση από την Ευρωπαϊκή Ένωση, με συμφωνία όλων των υπόλοιπων κρατών-μελών (άρθρο 50 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης) είτε τροποποίηση της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης ώστε να προβλεφθεί τέτοιο ενδεχόμενο, και πάλι με ομοφωνία των κρατών μελών (άρθρο 48 της Συνθήκης ). Εφόσον όμως η πρόθεση αποχώρησης συνοδευθεί από στάση πληρωμών στο χρέος του συγκεκριμένου κράτους προς τα υπόλοιπα μέλη της ευρωζώνης, είναι μάλλον απίθανο αυτά να καταλήξουν σε συμφωνία μαζί του. Έτσι η αποχώρηση θα αποκτούσε νομικό κύρος μόνο αν επρόκειτο για αποχώρηση συνολικά από την Ευρωπαϊκή Ένωση και παρερχόταν και μια ολόκληρη διετία από την υποβολή της αίτησης για αποχώρηση (άρθρο 50 παρ. 3 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης), κατά τη διάρκεια της οποίας βέβαια το συγκεκριμένο κράτος θα περιέπιπτε σε χαοτική κατάσταση. Για τους λόγους αυτούς, η ρήξη με τους δανειστές είναι σήμερα πια μια ανέφικτη επιλογή (αντίθετα προς ότι συνέβαινε την εποχή κατά την οποία οι πιστωτές του ελληνικού δημοσίου ήταν ιδιώτες και το χρέος διεπόταν από το ελληνικό δίκαιο) και αν επιχειρηθεί η κατάληξη θα είναι να βρεθούμε σε ακόμα χειρότερη μοίρα.


Ο απεγκλωβισμός από τα μνημόνια

Θα μπορέσουμε να απεγκλωβιστούμε τελικά από τα μνημόνια μόνο εφόσον κατορθώσουμε να επανέλθουμε στις κεφαλαιαγορές με τη λήξη του τρέχοντος προγράμματος στα μέσα του 2018, ώστε να καλύπτονται οι δανειακές ανάγκες του ελληνικού δημοσίου χωρίς επαιτεία προς τα άλλα κράτη-μέλη της ευρωζώνης για δανεισμό από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας. Αν αυτό αποδειχθεί στην πράξη ανέφικτο, τότε ενδέχεται να μας περιμένουν τα χειρότερα (δηλ. η ασύντακτη χρεοκοπία ), δεδομένου ότι το πολιτικό κλίμα σε πολλά κράτη-μέλη της ευρωζώνης επιδεινώνεται, με ισχυρή άνοδο της ευρωφοβικής ακροδεξιάς, και άρα είναι πολύ αμφίβολο αν το 2018 θα μπορούσε να υπάρξει τέταρτη φορά διακρατικός δανεισμός προς την Ελλάδα, έστω και με επαχθέστατους όρους . Η επιστροφή στις κεφαλαιαγορές στα μέσα του 2018 προϋποθέτει α) να έχει περάσει η χώρα σε τροχιά ανάπτυξης με πειστικό τρόπο από το 2017 (δηλ. με σοβαρή αύξηση του ΑΕΠ σε απόλυτους αριθμούς και όχι με λογιστικά τεχνάσματα δήθεν «ανάπτυξης», όταν υποτίθεται ότι η πτώση των τιμών είναι μεγαλύτερη από την πτώση του ΑΕΠ) και β) να υπάρξει μια γενναία αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους από τα άλλα κράτη-μέλη της ευρωζώνης και τον ΕΜΣ, ώστε να μειωθεί ουσιαστικά το συνολικό βάρος του. Ο κρίσιμος δείκτης για να καταλάβουμε πού βρισκόμαστε, είναι η απόδοση των 10ετών ομολόγων του ελληνικού δημοσίου στη δευτερογενή αγορά, η οποία τον Δεκέμβριο του 2012 ήταν στο 13,33% και τον Δεκέμβριο του 2016 έπεσε στο 6,88%. Με άλλες λέξεις, μέσα στα τελευταία 4 χρόνια έγινε κάποια πρόοδος, αλλά με αργούς ρυθμούς, ανεπαρκείς για την επίτευξη του τελικού στόχου, που πρέπει να είναι η πτώση της απόδοσης του 10ετούς ομολόγου περίπου στο 3% μέσα στους επόμενους 18 μήνες, ώστε να μπορέσει η Ελλάδα να δανεισθεί από ιδιώτες το 2018-19 με στοιχειωδώς βιώσιμα επιτόκια και να απεξαρτηθεί επιτέλους από τον διακρατικό δανεισμό και τα μνημόνια.
Προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος πρέπει να εμπεδωθεί μια αίσθηση πολιτικής σταθερότητας και να υπάρξει προοπτική σοβαρής ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας. Η πρώτη προϋπόθεση για να συμβεί κάτι τέτοιο θα ήταν να γίνει ένας διάλογος ουσίας μεταξύ των κομμάτων του συνταγματικού τόξου και των συλλογικών οργανώσεων εργοδοτών και εργαζομένων, προκειμένου να εκπονηθεί ένα εθνικό στρατηγικό σχέδιο ανάπτυξης, με προοπτική δεκαετιών και ανεξάρτητα από την αναμενόμενη φυσιολογική εναλλαγή των κυβερνήσεων. Μόνο έτσι μπορούμε να προσελκύσουμε σοβαρούς επενδυτές με μακροπρόθεσμο ορίζοντα αντί για τα αρπακτικά hedge funds που επιδιώκουν να αγοράσουν ακίνητα υπερχρεωμένων Ελλήνων σε εξευτελιστικές τιμές και να τα μεταπωλήσουν για να εξασφαλίσουν ένα ευκαιριακό κέρδος. Πρέπει ακόμη να σταματήσουν οι κραυγές για πρόωρες εκλογές και οι ψίθυροι περί δημοψηφίσματος και να ενισχυθεί η διαπραγματευτική μας ομάδα έναντι των δανειστών με την παρουσία παρατηρητών από τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Πρέπει να αναδειχθούν οι συγκλίσεις μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων εκεί όπου υπάρχουν, π.χ. στην επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων και την απόκρουση των απαιτήσεων μερίδας των δανειστών για πρωτογενή πλεονάσματα ύψους 3,5% του ΑΕΠ ετησίως επί μια δεκαετία και κατά τα άλλα να πέσουν οι τόνοι της κομματικής αντιπαράθεσης και να σταματήσουν οι εκατέρωθεν υβριστικοί χαρακτηρισμοί.
Δεν μπορούμε να ελπίζουμε σε αναστροφή της υφεσιακής πορείας με υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και μείωση της ανεργίας, με μόνα εργαλεία τον νέο αναπτυξιακό νόμο και το ΕΣΠΑ 2014-2020, ή δημόσια προγράμματα καταπολέμησης της ανεργίας. Όλα αυτά είναι ανεπαρκή, αφού τις προηγούμενες δεκαετίες υπήρχαν αναπτυξιακοί νόμοι, ΕΣΠΑ και δημόσια προγράμματα επιδοτούμενης απασχόλησης, αλλά τίποτε από αυτά δεν εμπόδισε τη «συντεταγμένη» χρεωκοπία.


Τα πραγματικά αίτια της χρεωκοπίας

Η δυσάρεστη πραγματικότητα είναι ότι για την σημερινή μας κατάσταση ευθύνεται κυρίως η σταδιακή και σχεδόν ανεπαίσθητη απώλεια του παραγωγικού μοντέλου της ελληνικής οικονομίας από τη δεκαετία του 1980 και μετά. Η βαθμιαία αδρανοποίηση κλάδων ολόκληρων του πρωτογενούς και δευτερογενούς τομέα της οικονομίας που ήταν κλάδοι εντάσεως εργασίας, όπως η καπνοκαλλιέργεια και η βιομηχανική επεξεργασία καπνού, η κλωστοϋφαντουργία, η ναυπηγική βιομηχανία κ.ά δεν εξισορροπήθηκε με ανάπτυξη παραγωγικών δραστηριοτήτων εντάσεως κεφαλαίου και τεχνολογίας και τούτο κατέληγε σε εντεινόμενη πίεση στα δημόσια οικονομικά και διαρκή άνοδο της ανεργίας. Είχαμε κινδυνεύσει με χρεωκοπία δύο φορές, το 1985 και το 1989-90, αλλά την αποφύγαμε μέσω της λήψης μέτρων λιτότητας καθ’ υπαγόρευση των Ευρωπαίων εταίρων και με την παροχή εγγυήσεων από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, που διέσωσαν προσωρινά την πιστοληπτική ικανότητα του ελληνικού δημοσίου. Ωστόσο στην πραγματικότητα η διολίσθηση ως προς τη διεθνή ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας συνεχίστηκε και μάλιστα επιδεινώθηκε μετά την είσοδό μας στην ευρωζώνη. Παράλληλα διογκώθηκε ο δημόσιος δανεισμός, λόγω της αδυναμίας της πραγματικής οικονομίας αλλά και της αυξανόμενης κοινωνικής πίεσης για άμεση ή έμμεση επιδότηση μη παραγωγικών θέσεων εργασίας σε μη ανταγωνιστικούς τομείς της εθνικής οικονομίας.
Αν θέλουμε να βγούμε από το σημερινό αδιέξοδο, πρέπει να βρούμε τρόπους να παράγουμε διεθνώς ανταγωνιστικά προϊόντα και υπηρεσίες σε πολύ μεγαλύτερη κλίμακα από ό,τι συμβαίνει σήμερα. Τούτο προϋποθέτει εξορθολογισμό της λειτουργίας του κράτους και προγραμματισμένη προώθηση της οικονομικής δραστηριότητας σε τομείς στους οποίους έχουμε ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Χρειαζόμαστε ακόμα στήριξη της υγιούς επιχειρηματικότητας και της τεχνολογικής καινοτομίας ώστε να δημιουργηθούν μαζικά νέες θέσεις εργασίας. Σήμερα στην Ελλάδα εργάζεται μόλις το 33% του συνολικού πληθυσμού (περίπου 3,7 εκατομμύρια θέσεις εργασίας σε πληθυσμό λίγο λιγότερο από 11 εκατομμύρια), ενώ ο μέσος όρος στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι περίπου 43% (217 εκατομμύρια ενεργοί εργαζόμενοι σε πληθυσμό 508 εκατομμυρίων). Συνεπώς για να γίνουμε στοιχειωδώς βιώσιμοι από οικονομική αλλά και κοινωνική άποψη (αφού η ανεργία επηρεάζει σαφέστατα και το δημογραφικό πρόβλημα) είναι αναγκαίες, σε ορίζοντα μιας δεκαετίας περίπου, τουλάχιστον ένα εκατομμύριο νέες θέσεις εργασίας, κατά κύριο λόγο μέσα από ιδιωτικές επενδύσεις (αφού τα δημοσιονομικά περιθώρια για δημόσιες επενδύσεις σε τέτοια κλίμακα είναι αδύνατα. Η ανάκαμψη της οικονομίας και η αύξηση της απασχόλησης είναι ο μόνος τρόπος για να υπάρξει αναδιανομή πλούτου και κοινωνική δικαιοσύνη. Διαφορετικά θα είμαστε καταδικασμένοι σε αναδιανομή εξαθλίωσης και μακροπρόθεσμα σε οικονομική και δημογραφική κατάρρευση.


Εθνικός αναπτυξιακός σχεδιασμός

Μέσα στο πλαίσιο ενός εθνικού αναπτυξιακού σχεδιασμού χρειαζόμαστε αναμόρφωση του φορολογικού συστήματος με στόχο τη φορολογική δικαιοσύνη. Η πραγματικότητα είναι ότι έχουν γίνει κάποια βήματα προς την κατεύθυνση της περιστολής της εξαιρετικά εκτεταμένης φοροδιαφυγής, αλλά πρέπει να γίνουν περισσότερα, γρηγορότερα και αποφασιστικότερα. Και επειδή αυτά καθυστερούν, η κυβέρνηση δεν απέφυγε τον πειρασμό του να αυξήσει ακόμα περισσότερο, κάτω από την πίεση των δανειστών, τους ήδη υψηλούς σε σύγκριση με άλλες, ανταγωνίστριες χώρες φορολογικούς και ασφαλιστικούς συντελεστές. Συνέπεια είναι να αποδυναμώνεται η έτσι ή αλλιώς προβληματική ελληνική οικονομία και να δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος, όπου η απειλή υπέρμετρων επιβαρύνσεων στα δηλούμενα εισοδήματα επιχειρήσεων και ελεύθερων επαγγελματιών οδηγεί σε μεγαλύτερη φοροδιαφυγή και εισφοροδιαφυγή και πτώση (αντί για άνοδο) των εσόδων του κράτους και των ασφαλιστικών ταμείων.
Χρειαζόμαστε μια διαφορετική πολιτική, με στοχευμένες παρεμβάσεις για την αύξηση των δημοσίων εσόδων και όχι οριζόντια μέτρα. Χρειαζόμαστε καταρχάς μια αναδιάρθρωση του ελεγκτικού έργου, με τον υπάρχοντα μηχανισμό της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων να ασχολείται με τις σοβαρές υποθέσεις φοροδιαφυγής, δηλαδή κυρίως μεγάλες επιχειρήσεις και φορολογουμένους μεγάλου πλούτου, όπου οι εντολές ελέγχου δίνονται με βάση παραμετρικά πρότυπα προσανατολισμένα στο παραπάνω κριτήριο. Οι εισαγγελίες πρέπει να αποκτήσουν ιδιαίτερους ελεγκτικούς μηχανισμούς, κατά προτίμηση ενταγμένους σ’ ένα γενικότερο πλαίσιο ίδρυσης Δικαστικής Αστυνομίας, έτσι ώστε να πάψει η παράλυση της ΑΑΔΕ από τον υπέρμετρο αριθμό εντολών με κύρια στόχευση την έρευνα ποινικών και πειθαρχικών αδικημάτων. Δεύτερο, να νομοθετηθεί ειδική ταχεία διαδικασία για τον καταλογισμό φόρων, προσαυξήσεων κλπ σε όσους μετέφεραν καταθέσεις στο εξωτερικό χωρίς να δικαιολογούνται από τις φορολογικές δηλώσεις τους. Τρίτο, να θεσπιστεί η είσπραξη των ληξιπρόθεσμων φορολογικών και ασφαλιστικών υποχρεώσεων από τα δεσμευμένα (για λόγους ποινικών εκκρεμοτήτων) ποσά σε τράπεζες. Το σήμερα ισχύον καθεστώς ωφελεί μόνο τις τελευταίες και βλάπτει τόσο το κράτος όσο και τους δικαιούχους των καταθέσεων. Τέταρτο, να τεθεί άμεσα σε λειτουργία το σύστημα ηλεκτρονικής παρακολούθησης της διακίνησης υγρών καυσίμων, η εγκατάσταση του οποίου βρίσκεται σε τελικό στάδιο. Θα καταπολεμηθεί έτσι το λαθρεμπόριο και θα αυξηθούν σημαντικά τα δημόσια έσοδα. Η κεντρική ιδέα πρέπει να είναι η αναζήτηση χρημάτων εκεί όπου υπάρχουν και όχι περαιτέρω επιβαρύνσεις στους “συνήθεις υπόπτους”.


Επιτάχυνση της απονομής δικαιοσύνης

Περαιτέρω, μια από τις παραμέτρους του οικονομικού προβλήματος της χώρας είναι και η κατάσταση στη Δικαιοσύνη. Οι ρυθμοί εκδίκασης των υποθέσεων είναι τόσο αργοί, ώστε να ισοδυναμούν πρακτικά σε πολλές περιπτώσεις με αρνησιδικία. Τούτο αποθαρρύνει κάθε σοβαρή επένδυση, αφού κανείς δεν μπορεί να είναι βέβαιος τι δικαστικές εκκρεμότητες μπορούν να προκύψουν και πόσο χρόνο θα διαρκέσουν. Οι δικονομικού χαρακτήρα μεταρρυθμίσεις, όπως οι αλλαγές στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας που έγιναν το 2015 καθ’ υπαγόρευση των δανειστών, είναι μέτρα πυροσβεστικού χαρακτήρα που δεν αντιμετωπίζουν το πρόβλημα στη ρίζα του.

Χρειάζονται δομικές παρεμβάσεις, σε τρεις άξονες: Πρώτο, αποποινικοποίηση σε ευρύτατη κλίμακα συμπεριφορών οι οποίες δεν έχουν ουσιαστική ποινική απαξία (π.χ. μη καταβολή ασφαλιστικών εισφορών, ανέγερση αυθαιρέτων κ.α.) και τιμωρούνται με ποινές που δεν έχουν ουσιαστική αποτρεπτική ισχύ (συνήθως ολιγοήμερες ή ολιγόμηνες φυλακίσεις με αναστολή ή έστω εξαγορά). Η δημόσια διοίκηση πρέπει να πάψει να αντιμετωπίζει την ποινική δικαιοσύνη ως ένα είδος υποκατάστατου για να συγκαλυφθούν οι δικές της αδυναμίες και να την αφήσει να επιτελεί μέσα σε εύλογο χρόνο την πραγματική αποστολή της, δηλ. τον κολασμό των σοβαρών εγκλημάτων. Δεύτερο, να ενισχυθούν οι μηχανισμοί εσωτερικού ελέγχου της νομιμότητας της διοικητικής δράσης (π.χ. να περιβληθούν με δεσμευτική ισχύ τα πορίσματα του Συνηγόρου του Πολίτη, να αποκτήσει αρμοδιότητα ακύρωσης παράνομων διοικητικών πράξεων το Σώμα Επιθεωρητών-Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης κ.ο.κ.), ώστε να περιορισθεί ο ρυθμός γένεσης νέων διοικητικών διαφορών που τελεί σε ευθεία αναλογία με παρανομίες των διοικητικών οργάνων και έτσι να εκλογικευτεί ο υπέρμετρος φόρτος των διοικητικών δικαστηρίων. Τρίτο, να γίνουν πολύ πιο ουσιαστικές οι εξετάσεις για την απόκτηση άδειας δικηγορίας, ώστε να περιοριστεί σταδιακά ο υπέρμετρος αριθμός των δικηγόρων, ο οποίος λειτουργεί ως αιτιακός παράγοντας δημιουργίας αστικών διαφορών και τελικά οδηγεί στην επιβράδυνση του ρυθμού απονομής της πολιτικής δικαιοσύνης. Σε συνδυασμό με αυτό πρέπει να ενισχυθούν περαιτέρω οι ρυθμίσεις περί δικαστικής διαμεσολάβησης η οποία θα μπορούσε να καταστεί υποχρεωτική σε ορισμένες περιπτώσεις, ώστε να μειωθεί ο φόρτος των υποθέσεων στα δικαστήρια και έτσι να επιταχυνθεί η εκδίκασή τους.


Κτηματογράφηση και χωροταξικός σχεδιασμός

Ένας άλλος παράγοντας ανασταλτικός για σοβαρές επενδυτικές προσπάθειες είναι η έλλειψη κτηματολογίου στην Ελλάδα, σε αντίθεση προς ότι συμβαίνει σε πλείστες άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Η προσπάθεια κτηματογράφησης, που ξεκίνησε εδώ και μια εικοσαετία περίπου, προχωρεί με ρυθμούς χελώνας, με αποτέλεσμα να έχει κτηματογραφηθεί περίπου το 6% της επικράτειας με δαπάνη της τάξης των 800 εκατομμυρίων ευρώ (!). Πρέπει να αλλάξει η μεθοδολογία του εγχειρήματος και να αξιοποιηθούν τα υφιστάμενα στοιχεία από τα υποθηκοφυλακεία και τα αρχεία των συμβολαιογράφων, με βάση τις υφιστάμενες σχετικές προτάσεις των συλλογικών φορέων των τελευταίων, ώστε να επιταχυνθεί η κτηματογράφηση και να μειωθεί το κόστος της. Εξάλλου η προτεραιότητα πρέπει να δοθεί στις περιοχές (νησιωτικές και άλλες) που παρουσιάζουν το μεγαλύτερο ενδιαφέρον για την ανέγερση θερινών κατοικιών με αγοραστές κατά κύριο λόγο αλλοδαπούς. Υπολογίζεται π.χ. ότι στην Ισπανία διατηρούν δεύτερη κατοικία περίπου ένα εκατομμύριο Βρετανοί, κυρίως συνταξιούχοι, πράγμα που μεταφράζεται σε διαρκή εισροή πόρων στην ισπανική οικονομία (πολύ πιο αξιόπιστη από ότι συμβαίνει με τους τουρίστες, οι οποίοι το ένα χρόνο μπορεί να παραθερίζουν εδώ και τον άλλον κάπου αλλού). Πρέπει να γίνει μια οργανωμένη αντίστοιχη προσπάθεια και στην Ελλάδα, όχι μόνο με τη μεγαλύτερη διασφάλιση των περιουσιακών δικαιωμάτων που προσφέρει η κτηματογράφηση αλλά και με την ολοκλήρωση επιτέλους του χωροταξικού σχεδιασμού, ώστε να χωροθετηθούν μαζικά περιοχές δεύτερης κατοικίας με βιώσιμους όρους. Τούτο θα καταστήσει εφικτή και την επαναδραστηριοποίηση του κατασκευαστικού κλάδου (από την κατάρρευση του οποίου προέρχεται μεγάλο μέρος της αύξησης της ανεργίας) και μάλιστα σε κατεύθυνση εξωστρεφή.


Tο μέτωπο των αποκρατικοποιήσεων

Στο μέτωπο των αποκρατικοποιήσεων το ελληνικό δημόσιο πιέζεται από τους δανειστές του να προχωρήσει σε άμεση εκποίηση περιουσιακών του στοιχείων, η οποία λόγω του δυσμενούς μακροοικονομικού περιβάλλοντος και του περιορισμένου αγοραστικού ενδιαφέροντος θα καταλήξει σε λεηλασία του δημόσιου πλούτου. Σε κάθε περίπτωση προκύπτουν και επιμέρους δυσχέρειες σχετικές με ασάφειες στη νομική ή πραγματική κατάσταση διαφόρων περιουσιακών στοιχείων του δημοσίου, με αποτέλεσμα η ροή εσόδων από τις αποκρατικοποιήσεις στα δημόσια ταμεία να είναι διαρκώς κατώτερη των προσδοκιών. Για να αντιμετωπισθεί το πρόβλημα θα μπορούσε να σκεφθεί κανείς ένα σύνθετο σχήμα, με άξονα το ΤΑΙΠΕΔ (ή παρεμφερές νομικό πρόσωπο ειδικού σκοπού), ως εξής: το Δημόσιο εισφέρει στο ΤΑΙΠΕΔ ακίνητα αντικειμενικής αξίας και μετοχές δημοσίων επιχειρήσεων λογιστικής αξίας ενός συγκεκριμένου συνολικού ύψους. Το μετοχικό κεφάλαιο του ΤΑΙΠΕΔ διαιρείται σε έναν αριθμό προνομιούχων μετοχών άνευ ψήφου, και μία κοινή μετοχή (ή έναν μικρό αριθμό τέτοιων μετοχών). Η κοινή/ές μετοχή/ές παραμένει στην κατοχή του Δημοσίου, ενώ οι προνομιούχες διατίθενται σε δημόσια εγγραφή. Το προϊόν της εγγραφής θα χρησιμοποιηθεί αποκλειστικά για την αγορά ελληνικών ομολόγων στη δευτερογενή αγορά με σκοπό να περιορισθεί η προσφορά σε τόσο χαμηλά επίπεδα, ώστε να γίνει εφικτή η δραστική μείωση των αποδόσεων και έτσι και η έκδοση σταδιακά νέων ομολόγων. Τα περιουσιακά στοιχεία που θα έχουν εισφερθεί από το Δημόσιο στο ΤΑΙΠΕΔ να εκποιούνται σταδιακά, όταν επιτυγχάνεται για το καθένα δίκαιη τιμή (κατ’ εκτίμηση της ελεγχόμενης από το ίδιο το Δημόσιο διοίκησης) και δεδομένου ότι στο μεταξύ θα έχει βελτιωθεί το μακροοικονομικό περιβάλλον. Με το τίμημα της εκποίησης να γίνεται τμηματική επιστροφή κεφαλαίου στους προνομιούχους μετόχους, έως ότου εξοφληθούν για το σύνολο της ονομαστικής αξίας των μετοχών τους, οι οποίες τότε θα ακυρωθούν και τα υπόλοιπα περιουσιακά στοιχεία (όσα δεν εκποιηθούν) θα επιστραφούν στο ελληνικό Δημόσιο. Διαφορετικά μετά την πάροδο ενός προβλεπόμενου χρονικού διαστήματος αρκετών ετών οι προνομιούχες μετοχές μετατρέπονται αυτοδικαίως σε κοινές. Εναλλακτικά, αν το ελληνικό Δημόσιο προτιμά, θα μπορούσε να εξοφλεί σταδιακά τους μετόχους του ΤΑΙΠΕΔ μέσα από τα φορολογικά ή άλλα έσοδά του σε βάθος χρόνου, χωρίς εκποίηση περιουσιακών στοιχείων. Ένα παρόμοιο σχήμα θα μπορούσε να συμβάλει στη γρήγορη βελτίωση της πιστοληπτικής ικανότητας του ελληνικού Δημοσίου για το κρίσιμο χρονικό διάστημα που βρίσκεται μπροστά μας.


Συμπέρασμα

Συμπερασματικά, από την εκδήλωση της κρίσης, το πρώτο στάδιο αντίδρασης της ελληνικής κοινωνίας ήταν η άρνηση αποδοχής της πραγματικότητας, όπως αυτή εκφράστηκε μέσα από το περιβόητο «λεφτά υπάρχουν» το 2009.Το δεύτερο στάδιο ήταν αυτό της οργής όπως αυτή εκφράστηκε μέσα από το κίνημα των αγανακτισμένων κυρίως το 2011-2012. Το τρίτο στάδιο, που διαρκεί από το 2012 έως σήμερα, είναι το στάδιο της κατάθλιψης, με διάφορες απεγνωσμένες αντιδράσεις, οι οποίες δεν μας έχουν οδηγήσει εκτός μνημονίου. Το τέταρτο στάδιο για το οποίο ήρθε η ώρα -είναι οι επόμενοι 18 μήνες- είναι το στάδιο της έλλογης διαχείρισης. Η Ελλάδα πρέπει να αλλάξει σελίδα.

Δευτέρα 9 Ιανουαρίου 2017

Ο Κώστας Χρυσόγονος στον Focus 103.6 FM

Ανεπαρκείς οι προσπάθειες της Επιτροπής για την αντιμετώπιση των υψηλών ποσοστών φτώχειας στην Ελλάδα


ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Βρυξέλλες, 09/01/2017


Ανεπαρκείς αποδεικνύονται οι προσπάθειες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την αντιμετώπιση των υψηλών ποσοστών φτώχειας στην Ελλάδα, όπως προκύπτει από την απάντηση που δόθηκε σε γραπτή ερώτηση του Κώστα Χρυσόγονου. Ο Ευρωβουλευτής είχε τονίσει τη ζοφερή πραγματικότητα με την οποία βρίσκονται αντιμέτωποι τα τελευταία χρόνια οι Έλληνες πολίτες χρησιμοποιώντας στοιχεία της Eurostat, βάσει των οποίων το 35,7% του πληθυσμού βρίσκονταν αντιμέτωπο με τον κίνδυνο της φτώχειας ή του κοινωνικού αποκλεισμού το 2015, ενώ το ποσοστό αυτό κατά το 2008 ήταν 28,1%. Παράλληλα είχε τονίσει πως οι αιματηρές προσπάθειες των Ελλήνων δεν δικαιώνονται μέσω των πολιτικών αυστηρής λιτότητας που επιβάλλονται, ζητώντας τη θέση της Επιτροπής και την παρουσίαση ενός πλάνου δράσης προς υποστήριξη των Ελλήνων. Στην απάντησή της η Επίτροπος Thyssen υπογράμμισε πως η Επιτροπή γνωρίζει την κοινωνική κατάσταση στη Ελλάδα και αναφέρθηκε στο σχέδιο για την απασχόληση και την ανάπτυξη, το οποίο θα κινητοποιήσει πάνω από 35 δισ. ευρώ έως το 2020 για τη στήριξη της ελληνικής οικονομίας. Παράλληλα επεσήμανε τον ρόλο του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου, του Ευρωπαϊκού Ταμείου Περιφερειακής Ανάπτυξης και του Ταμείου Ευρωπαϊκής Βοήθειας προς τους Απόρους, μέσω των οποίων σχεδιάζονται δράσεις για τη υποστήριξη της ελληνικής οικονομίας.


Ακολουθεί το κείμενο της ερώτησης και της απάντησης:

Τη ζοφερή πραγματικότητα με την οποία βρίσκονται αντιμέτωποι τα τελευταία χρόνια οι Έλληνες πολίτες επιβεβαίωσε με στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η Eurostat [1]. Σύμφωνα με τα στοιχεία αυτά, το 35,7% του πληθυσμού, δηλαδή 3,8 εκατομμύρια άνθρωποι, βρίσκονταν αντιμέτωποι με τον κίνδυνο της φτώχειας ή του κοινωνικού αποκλεισμού το 2015, ενώ το ποσοστό αυτό κατά το 2008 ήταν 28,1%. Αντίθετα, σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, το αντίστοιχο ποσοστό επανήλθε το 2015 στα επίπεδα του 2008, δηλαδή στο 23,7%. Καθίσταται λοιπόν προφανές πως, παρά τις αιματηρές προσπάθειες που καταβάλλουν οι Έλληνες πολίτες, η ελληνική οικονομία δεν μπορεί να επανέλθει σε τροχιά ανάπτυξης μέσω των πολιτικών αυστηρής λιτότητας και περικοπών που επιβάλλονται.

Ερωτάται η Επιτροπή:

1. Είναι ενήμερη για το ποσοστό των πολιτών που βρίσκονται αντιμέτωποι με τη φτώχεια;
2. Ποιες δράσεις σχεδιάζει ώστε να υποστηρίξει όσους Έλληνες αγωνιούν για την εξασφάλιση ενός ελάχιστου δυνατού βιοτικού επιπέδου για το 2017 και τα επόμενα χρόνια;
3. Καθώς η ανεργία είναι ο βασικότερος λόγος που οδηγεί τους πολίτες στη φτώχεια, πώς σχεδιάζει να καταπολεμήσει τη μείωση θέσεων εργασίας στην Ελλάδα;


Απάντηση της κ. Thyssen
εξ ονόματος της Επιτροπής (9.1.2017)

Η Επιτροπή γνωρίζει την κοινωνική κατάσταση στην Ελλάδα και συνδράμει την ελληνική κυβέρνηση με μέτρα για την αντιμετώπιση του ζητήματος και τη δημιουργία ευνοϊκού περιβάλλοντος για την ανάπτυξη και την απασχόληση.
Το σχέδιο για την απασχόληση και την ανάπτυξη για την Ελλάδα κινητοποιεί πάνω από 35 δισ. ευρώ έως το 2020 για τη στήριξη της ελληνικής οικονομίας.
Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή, μέσω της Υπηρεσίας Στήριξης Διαρθρωτικών Μεταρρυθμίσεων, υποστήριξε την πιλοτική φάση και παρέχει πλέον στήριξη στην εθνική εφαρμογή του καθεστώτος ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος με στόχο τη βελτίωση της προστασίας και την ενεργοποίηση των πλέον ευάλωτων ομάδων. Η βοήθεια παρασχέθηκε επίσης με σκοπό την επανεξέταση όλων των κοινωνικών παροχών και την υποβολή συστάσεων για τη μεταρρύθμιση των παροχών κοινωνικής πρόνοιας, ώστε οι εν λόγω παροχές να επικεντρώνονται περισσότερο προς τις πλέον ευάλωτες ομάδες.
Η Επιτροπή υποστηρίζει επίσης την Ελλάδα, όσον αφορά την καταπολέμηση των υψηλών επιπέδων φτώχειας και ανεργίας, μέσω των ευρωπαϊκών διαρθρωτικών και επενδυτικών ταμείων [2]. Όσον αφορά το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, 1,7 δισ. ευρώ θα διατεθούν για την προώθηση βιώσιμης και ποιοτικής απασχόλησης και 0,8 δισ. ευρώ για την προώθηση της κοινωνικής ένταξης, την καταπολέμηση της φτώχειας και κάθε μορφής διακρίσεων. Η πρωτοβουλία για την απασχόληση των νέων θα υποστηρίξει περισσότερους από 110 χιλιάδες νέους εκτός απασχόλησης, εκπαίδευσης ή κατάρτισης, βοηθώντας τους να βελτιώσουν τα επίπεδα δεξιοτήτων και να μεταβούν σε πλαίσιο απασχόλησης, συμπεριλαμβανομένης της αυτοαπασχόλησης. Επιπλέον, στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Ταμείου Περιφερειακής Ανάπτυξης, περίπου 2,26 δισ. ευρώ διατέθηκαν στην Ελλάδα για τη στήριξη της καινοτομίας και της επιχειρηματικότητας με έμμεσο στόχο τη δημιουργία μόνιμων θέσεων εργασίας στη χώρα.
Στο πλαίσιο του Ταμείου Ευρωπαϊκής Βοήθειας προς τους Απόρους περίπου 281 εκατ. ευρώ έχουν διατεθεί στην Ελλάδα, μέσω των οποίων παρέχονται τρόφιμα και βασική υλική συνδρομή σε όσους τα έχουν μεγαλύτερη ανάγκη.

________________________________________
[1] http://ec.europa.eu/eurostat/documents/2995521/7695750/3-17102016-BP-EN.pdf/
[2] Το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ταμείο Συνοχής, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο (συμπεριλαμβανομένου και του ειδικού κονδυλίου της «Πρωτοβουλίας για την απασχόληση των νέων»), το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας.

Έλλειμμα δημοκρατίας


Δημοσιευμένο άρθρο του Κώστα Χρυσόγονου στην εφημερίδα Documento 08/01


Μια προφανής παθογένεια της χώρας μας είναι το πολιτικό της σύστημα. Τα κόμματα λειτουργούν περισσότερο ως ιεραρχίες πολιτευτών με στόχο τη νομή της εξουσίας και την παροχή προσωπικών εξυπηρετήσεων και λιγότερο ως πολιτικοί οργανισμοί με άξονα ένα πρόγραμμα και κάποια ιδεολογία, ενώ ο πολιτικός διάλογος στο εσωτερικό τους είναι αναιμικός. Ο τρόπος αυτός (δυσ)λειτουργίας του πολιτικού συστήματος συνέβαλε τα μέγιστα στη χρεοκοπία της χώρας, αφού κρίσιμες αποφάσεις λαμβάνονταν ουσιαστικά χωρίς διαβούλευση.

Μετά το 2010 οι παθογένειες όχι μόνο δεν αντιμετωπίσθηκαν, αλλά επιδεινώνονται. Από τα νέα κόμματα που συμμετείχαν για πρώτη φορά στις εκλογές του 2012 δύο είχαν στα ψηφοδέλτιά τους το όνομα του αρχηγού-ιδρυτή δίπλα στο όνομα του κόμματος (ΑΝ.ΕΛ - Πάνος Καμένος, ΔΗΜ.ΑΡ - Φώτης Κουβέλης). Η «Ένωση Κεντρώων», η οποία επέτυχε την είσοδό της στη Βουλή τον Σεπτέμβριο του 2015, ταυτίζεται με το πρόσωπο του Βασίλη Λεβέντη, ενώ για τη νεοπαγή «Πλεύση Ελευθερίας» μάταια θα αναζητήσει κανείς στην ιστοσελίδα της το καταστατικό και/ή τα όργανά της, αφού παντού δεσπόζουν οι φωτογραφίες της πανταχού παρούσας και τα πάντα πληρούσας αρχηγού Ζωής. Όλα αυτά τα σχήματα μοιάζουν λιγότερο με πολιτικά κόμματα και περισσότερο με μονοπρόσωπες Ε.Π.Ε.

Η κατάσταση δεν είναι καλύτερη στα παραδοσιακά κόμματα εξουσίας, όπου προΐστανται γόνοι δυναστειών (Μητσοτάκης - Γεννηματά). Στην αξιωματική αντιπολίτευση η επιχειρούμενη «ανανέωση» του κόμματος από τον νέο αρχηγό συνίσταται στην επιλογή στελεχών, με υποβολή βιογραφικών και προσωπικές συνεντεύξεις σε «αξιολογητές», με επικεφαλής τους κυρία με «πολυετή εμπειρία ως στέλεχος διαχείρισης ανθρώπινου δυναμικού σε γνωστές ελληνικές και πολυεθνικές επιχειρήσεις»(!). Δεν πρόκειται δηλαδή για πολιτική διαδικασία εκλογής, αλλά για επιλογή μελλοντικών υποψήφιων βουλευτών ως να πρόκειται για υπαλλήλους επιχείρησης. Όμως και στον ΣΥΡΙΖΑ, που διακρίνονταν από τα υπόλοιπα κόμματα εξαιτίας των δημοκρατικών εσωτερικών διαδικασιών, της ύπαρξης τάσεων και του σεβασμού στην ελευθερία της έκφρασης των στελεχών προς τα έξω, διαφαίνονται τάσεις περιχαράκωσης σε μια άκρως περιορισμένη βάση 20-25 χιλιάδων μελών (αντιστοιχία προς τους ψηφοφόρους του 2015 περίπου 1 προς 100!) και αρχηγοκεντρισμού (π.χ. με την εκλογή στην Κεντρική Επιτροπή της αδερφής του προέδρου, τη de facto ακύρωση αποτελέσματος ψηφοφορίας στο τελευταίο συνέδριο επειδή δεν συμβάδιζε προς την πρόταση του προέδρου κ.ά.).

Χαρακτηριστική του ελληνικού πολιτικού συστήματος είναι και η μεθοδολογία σχηματισμού κυβερνήσεων συνεργασίας. Σε χώρες όπου τα κόμματα λειτουργούν θεσμικά προηγείται σχετική διαβούλευση και ψηφοφορία στα συλλογικά όργανά τους, ενίοτε ως το επίπεδο διεξαγωγής έκτακτου συνεδρίου (π.χ. το 2009 στη Γερμανία, πριν από τη δημιουργία του κυβερνητικού συνασπισμού Χριστιανοδημοκρατών και Φιλελεύθερων, παρά το γεγονός ότι επρόκειτο για «όμορα» κόμματα), και κατάρτιση γραπτής συμφωνίας για την εφαρμοστέα πολιτική. Στην Ελλάδα αρκεί μια σύντομη επικοινωνία των αρχηγών και η συγκυβέρνηση, ακόμη και κομμάτων με θεωρητικά μεγάλη πολιτική και ιδεολογική απόσταση, γίνεται γεγονός μόλις συμφωνηθεί η κατανομή των υπουργικών χαρτοφυλακίων, ενώ το πρόγραμμά παραμένει ασαφές (π.χ. η κυβέρνηση Παπαδήμου τον Νοέμβριο του 2012 προέκυψε από σύσκεψη αρχηγών Ν.Δ-ΠΑ.ΣΟ.Κ-Λ.Α.Ο.Σ. στο Προεδρικό Μέγαρο, ενώ η συγκυβέρνηση ΣΥ.ΡΙΖ.Α-ΑΝ.ΕΛ. τον Ιανουάριο του 2015 μετά από τηλεφωνική επικοινωνία των αρχηγών τους το βράδυ των εκλογών).

Αν οι πολίτες αυτής της χώρας δεν αποφασίσουν και δεν αξιώσουν να συμμετάσχουν περισσότερο στη ζωή των κομμάτων και αν τα τελευταία δεν μετασχηματισθούν σε μια πιο θεσμική και δημοκρατική κατεύθυνση, το υφιστάμενο στην Ελλάδα έλλειμμα δημοκρατίας θα παραταθεί και θα διογκωθεί. Αν θέλουμε όμως να βρούμε ρεαλιστικούς τρόπους αντιμετώπισης των τεράστιων οικονομικών και άλλων προβλημάτων μας πρέπει πρώτιστα να αναιρέσουμε το έλλειμμα αυτό, αλλάζοντας πολιτική νοοτροπία και συμπεριφορά.

Πέμπτη 5 Ιανουαρίου 2017

Ο έλεγχος των «πόθεν έσχες»


Δημοσιευμένο άρθρο του Κώστα Χρυσόγονου στο ΕΘΝΟΣ 05/01


Η δημοσιοποίηση των δηλώσεων «πόθεν έσχες» των ετών 2013 και 2014 αποτέλεσε αφορμή για έντονες αντιπαραθέσεις, κυρίως με αφορμή την αποκάλυψη συμμετοχής μιας υπουργού (και βουλευτή) σε ιατρική εταιρεία συμβεβλημένη με δημόσιους φορείς. Το άρθρο 57 του Συντάγματος προβλέπει ότι τα καθήκοντα του βουλευτή είναι ασυμβίβαστα, μεταξύ άλλων, με την ιδιότητα εταίρου ή μετόχου σε επιχείρηση η οποία παρέχει υπηρεσίες στο κράτος ή σε ΝΠΔΔ. Αρμοδιότητα όμως να κρίνει την ύπαρξη τέτοιου ασυμβιβάστου και να διατάξει την έκπτωση της/του βουλευτή έχει αποκλειστικά το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο (ΑΕΔ).

Στην προκείμενη περίπτωση ασυμβίβαστο σήμερα δεν υφίσταται, αφού η υπουργός αποχώρησε από την εταιρεία τον Ιούλιο του 2015 και επανεκλέχθηκε βουλευτής στις εκλογές του Σεπτεμβρίου. Αν υπήρχε ασυμβίβαστο, αυτό θα αφορούσε τις βουλευτικές περιόδους Ιουνίου 2012 - Δεκεμβρίου 2014 και Ιανουαρίου - Σεπτεμβρίου 2015, αλλά εκείνες έχουν παρέλθει προ πολλού και άρα το ΑΕΔ δεν μπορεί πια να επιληφθεί. Εδώ όμως βρίσκεται και το μείζον ζήτημα. Ο έλεγχος των δηλώσεων «πόθεν έσχες» διεξάγεται με χαρακτηριστική καθυστέρηση, από μια επιτροπή στην οποία παραδόξως συμμετείχαν έως πρόσφατα κατά πλειοψηφία βουλευτές και τα αποτελέσματα πενιχρά. Εάν η δημοσιοποίηση των δηλώσεων γινόταν έγκαιρα, τότε κάθε ψηφοφόρος στην οικεία περιφέρεια θα μπορούσε να ζητήσει από το ΑΕΔ την έκπτωση της βουλευτού. Για την καθυστέρηση συνυπεύθυνα είναι όμως και τα κόμματα της σημερινής αντιπολίτευσης, που ζητούν κατόπιν εορτής την παραίτηση της υπουργού, αφού έως τον Ιανουάριο του 2015 στην επιτροπή του «πόθεν έσχες» προήδρευε αντιπρόεδρος της Βουλής προερχόμενος από τη ΝΔ.

Και βέβαια, εφόσον δεν έχει υπάρξει σχετική δικαστική κρίση, το να αποφαίνονται τώρα με κατηγορηματικότητα τα ίδια τα κόμματα αυτά για την έννοια και την ερμηνεία συνταγματικών και άλλων διατάξεων δείχνει έλλειψη σοβαρότητας και τάσεις λαϊκισμού. Γενικότερα, άλλωστε, χρειαζόμαστε ριζική αναμόρφωση του νομικού καθεστώτος ελέγχου των οικονομικών όχι μόνο των βουλευτών και υπουργών, αλλά και των πολιτικών κομμάτων, προς την κατεύθυνση της ενίσχυσης της διαφάνειας. Οι αλλαγές που επέφερε ο νόμος 4389/2016 είναι θετικές αλλά όχι αρκετές. Όλες οι πολιτικές δυνάμεις του «συνταγματικού τόξου» πρέπει να αντιληφθούν ότι η διακίνηση πολιτικού χρήματος στο σκότος ή το ημίφως τελικά πριμοδοτεί τον φασισμό.