Πέμπτη 29 Οκτωβρίου 2020

Οι Έλληνες πολίτες αρμόδιοι για την πολιτική καταδίκη της "Χρυσής Αυγής", άρθρο μου στα ΝΕΑ 9.10.2020

 Η ποινική καταδίκη στελεχών της «Χρυσής Αυγής» για τις εγκληματικές

πράξεις τους έρχεται με πολυετή καθυστέρηση, η οποία είναι δυστυχώς

χαρακτηριστική για τους ρυθμούς απονομής της ποινικής δικαιοσύνης στη χώρα μας.

Θα ακολουθήσει άλλωστε η κατ΄ έφεση δίκη και ενδεχομένως η αναιρετική διαδικασία

στον Άρειο Πάγο, ενώ δεν αποκλείεται μετά από όλα αυτά να ασκηθούν και

προσφυγές στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Συνεπώς η

πολύκροτη αυτή υπόθεση θα συνεχίσει να μας απασχολεί για χρόνια.

Όσο για το πολιτικό σκέλος του ζητήματος, η καταδίκη αφορά συγκεκριμένα

πρόσωπα και όχι το πολιτικό κόμμα ως τέτοιο. Διαδικασία απαγόρευσης του

τελευταίου δεν υφίσταται στην ελληνική έννομη τάξη και άρα μπορεί να ξαναδούμε

εκλογικούς συνδυασμούς του νεοναζιστικού μορφώματος στις επόμενες εκλογές.

Εξάλλου η παρεπόμενη ποινή της στέρησης των πολιτικών δικαιωμάτων έχει

καταργηθεί το 2019 και επομένως οι καταδικασθέντες μπορούν να εκθέσουν εκ νέου

υποψηφιότητες, ακόμη και αν κρατούνται στις φυλακές. Άλλωστε και χωρίς τη

νομοθετική τροποποίηση του 2019 θα απαιτούνταν αμετάκλητη καταδίκη (δηλ.

απόρριψη των εφέσεων και αναιρέσεων) και τούτο δεν θα προλάβαινε να συμβεί έως

το 2023. Η τυχόν επαναφορά της στέρησης πολιτικών δικαιωμάτων στον Ποινικό

Κώδικα δεν μπορεί, σύμφωνα με το άρθρο 7 παρ. 1 του Συντάγματος, να έχει

αναδρομική ισχύ και άρα δεν οδηγεί στη μη εκλογιμότητα των καταδικασθέντων.

Συμπερασματικά, η ποινική δικαιοσύνη έκρινε τους Μιχαλολιάκο και σια από

ποινική άποψη και τους καταδίκασε. Για την πολιτική τους καταδίκη όμως μόνο

αρμόδιο είναι το εκλογικό σώμα.

Τετάρτη 14 Οκτωβρίου 2020

Ο φασισμός είναι εγκληματική ιδεολογία, άρθρο μου στον Φιλελεύθερο (10-11/10/2020)

 

Ο φασισμός, τόσο στο ιταλικό του πρωτότυπο όσο και στη γερμανική του εκδοχή ως ναζισμός, αλλά και στις μετέπειτα επανεμφανίσεις του σε διάφορες χώρες, είναι μια εγκληματική ιδεολογία. Τα φασιστικά κόμματα δεν αντιμετωπίζουν την (ανθρωποκτόνο) βία ως ένα απλό μέσο που μπορεί να χρησιμοποιηθεί ευκαιριακά για την επίτευξη πολιτικών στόχων, αλλά την εξιδανικεύουν ως ανώτερη μορφή ανθρώπινης δραστηριότητας, η οποία διακρίνει τους ισχυρούς/ευγενείς (και μάλιστα όχι μόνο άτομα, αλλά και λαούς) από τους ασθενείς/εκφυλισμένους. Και περαιτέρω επιδίδονται συστηματικά στη χρήση βίας, όχι μόνον με πολιτικά αλλά και με φυλετικά ή άλλα κριτήρια. Συνεπώς τα κόμματα αυτά έχουν διφυή υπόσταση, ως συλλογικοί πολιτικοί φορείς αλλά και ως μαζικές εγκληματικές οργανώσεις ταυτόχρονα.

Η ιστορική εμπειρία πάντως δείχνει ότι η απήχηση των φασιστικών/ναζιστικών κινημάτων στην κοινωνία δεν είναι ποτέ πλειοψηφική, ώστε να τα οδηγήσει στην εξουσία με καθαρά κοινοβουλευτικά μέσα. Όταν το κράτος αρνείται να υποταχθεί και τα ποινικά δικαστήρια εφαρμόζουν τους νόμους, τότε ο φασισμός καθηλώνεται και η επιρροή του, με την πάροδο του χρόνου μετά το αφετηριακό του γεγονός (π.χ. μια οξεία οικονομική κρίση), εξασθενεί. Στην Ιταλία όμως στις αρχές της δεκαετίας του 1920 και στη Γερμανία το 1932-33 το κράτος σταδιακά παραδόθηκε στους φασίστες/ναζιστές, καταστρατηγώντας, ανοικτά ή συγκαλυμένα, τους θεσμούς (βλ. αναλυτικότερα, Κ. Χρυσόγονου, Το κράτος ως μορφή οργάνωσης των ανθρώπινων κοινωνιών, 2η έκδ. 2020, σ. 729 επ., 736 επ.).

Η Ελλάδα της δεκαετίας του 2010 αποδείχθηκε πως ήταν μια κοινωνία τελείως διαφορετική από την Ιταλία της δεκαετίας του 1920 ή τη Γερμανία της δεκαετίας του 1930 και έτσι το νεοναζιστικό μόρφωμα οδεύει προς τη θέση που δικαιωματικά του ανήκει, δηλ. στα απορρίμματα της ιστορίας. Η πολιτική του καταδίκη έχει ήδη απαγγελθεί από το εκλογικό σώμα, το οποίο απέβαλε τη «Χρυσή Αυγή» από τη Βουλή στις εκλογές του 2019. Τώρα, έρχεται, έστω με μεγάλη καθυστέρηση (επτά ολόκληρα χρόνια μετά τη δολοφονία Φύσσα), και η ποινική καταδίκη από την ελληνική δικαιοσύνη. Ας ελπίσουμε ότι όλα αυτά δεν θα τα ζήσουμε ποτέ ξανά.