Άρθρο του Κώστα Χρυσόγονου στο Liberal.gr
Οι δηλώσεις υπουργών του ΣΥΡΙΖΑ τις τελευταίες ημέρες που επαναφέρουν στο προσκήνιο το ζήτημα της συνταγματικής αναθεώρησης με τελείως επιλεκτικό τρόπο, δηλαδή αποκλειστικά σε σχέση με τον χωρισμό κράτους - εκκλησίας, έχουν προφανή (μικρο)πολιτική στόχευση. Συνιστούν ένα είδος πριμοδότησης του μικρού κυβερνητικού έργου εταίρου (ΑΝΕΛ), ο οποίος έχει πιεσθεί πάρα πολύ λόγω του θέματος των Σκοπίων και τώρα χρειαζόταν να επιδείξει εμφατικά το πολιτικό του γονιδίωμα. Έτσι ο κ. Π. Καμένος έσπευσε να επωφεληθεί και να εκδηλώσει την αμέριστη στήριξή του προς την εκκλησία, προκειμένου να γίνει αρεστός στο δικό του, διαρκώς συρρικνούμενο ακροατήριο.
Όλα αυτά καταδεικνύουν την ασυγχώρητη ελαφρότητα με την οποία αντιμετωπίζει η κυβέρνηση συνολικά τους θεσμούς και ειδικά το Σύνταγμα και την αναθεώρησή του, μη διστάζοντας να τα καταστήσει αντικείμενα πρόσκαιρης πολιτικής εκμετάλλευσης. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τους επόμενους μήνες θα δούμε τη συνέχεια της ίδιας θεατρικής παράστασης, όταν (και εφόσον) έρθει επιτέλους στη Βουλή η κυοφορούμενη εδώ και χρόνια αναθεωρητική πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ. Φοβάμαι πως θα αποδειχθεί τότε πανηγυρικά ότι η πραγματική επιδίωξη του κ. Τσίπρα δεν είναι η δρομολόγηση μιας ουσιαστικής αναθεώρησης, με στόχο τη διόρθωση των διαπιστωμένων και πανθομολογούμενων πια συνταγματικών αστοχιών (όπως π.χ. η ποινική ασυδοσία των υπουργών, η άτοπη σύνδεση της εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας με διάλυση της Βουλής κ.ά.), αλλά η επιδείνωση της πόλωσης και της οξύτητας στην πολιτική ζωή του τόπου, προκειμένου να περιορίσει τις διαφαινόμενες βαριές απώλειες ψήφων για το κόμμα του.
Αν θέλουμε μια αναθεώρηση που θα έχει ουσιαστική συμβολή στην πρόοδο της χώρας προς τον 21ο αιώνα (όπου από πολλές απόψεις δυστυχώς ακόμα δεν έχουμε εισέλθει), τότε αυτή θα έπρεπε να γίνει με τρόπο σοβαρό και οργανωμένο μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων του συνταγματικού τόξου και σε χρόνο εκλογικά ανύποπτο. Η τυχόν εκκίνηση της διαδικασίας λίγους μήνες πριν από πολλαπλές εκλογές (εθνικές, ευρωπαϊκές, περιφερειακές, δημοτικές) και μάλιστα μονομερώς από τον ΣΥΡΙΖΑ, χωρίς να έχει γίνει καμία προσπάθεια αναζήτησης συγκλίσεων με τα κόμματα της αντιπολίτευσης, σε συνδυασμό με την εξαπόλυση φραστικών πυροτεχνημάτων από υπουργούς (αφού π.χ. ο «χωρισμός εκκλησίας και κράτους» είναι απλώς ένα σύνθημα και όχι μια σοβαρή πρόταση για ένα σύνθετο ζήτημα όπως αυτό), αναδεικνύει ότι τελικά ο κ. Τσίπρας είναι πιο παλιός από το παλιό πολιτικό σύστημα, το οποίο διαρκώς καταγγέλλει. Γι’ αυτό άλλωστε και έχει ήδη απογοητεύσει πλήρως όλους όσοι τον είχαμε στηρίξει κάποτε, ελπίζοντας όχι ότι θα υλοποιήσει τις μαξιμαλιστικές του εξαγγελίες περί μνημονίων κ.λ.π., αλλά ότι τουλάχιστον θα μπορούσε να περιορίσει το πελατειακό σύστημα και να συμβάλει σε μια πραγματική ανανέωση της πολιτικής ζωής της χώρας.
Οι δηλώσεις υπουργών του ΣΥΡΙΖΑ τις τελευταίες ημέρες που επαναφέρουν στο προσκήνιο το ζήτημα της συνταγματικής αναθεώρησης με τελείως επιλεκτικό τρόπο, δηλαδή αποκλειστικά σε σχέση με τον χωρισμό κράτους - εκκλησίας, έχουν προφανή (μικρο)πολιτική στόχευση. Συνιστούν ένα είδος πριμοδότησης του μικρού κυβερνητικού έργου εταίρου (ΑΝΕΛ), ο οποίος έχει πιεσθεί πάρα πολύ λόγω του θέματος των Σκοπίων και τώρα χρειαζόταν να επιδείξει εμφατικά το πολιτικό του γονιδίωμα. Έτσι ο κ. Π. Καμένος έσπευσε να επωφεληθεί και να εκδηλώσει την αμέριστη στήριξή του προς την εκκλησία, προκειμένου να γίνει αρεστός στο δικό του, διαρκώς συρρικνούμενο ακροατήριο.
Όλα αυτά καταδεικνύουν την ασυγχώρητη ελαφρότητα με την οποία αντιμετωπίζει η κυβέρνηση συνολικά τους θεσμούς και ειδικά το Σύνταγμα και την αναθεώρησή του, μη διστάζοντας να τα καταστήσει αντικείμενα πρόσκαιρης πολιτικής εκμετάλλευσης. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τους επόμενους μήνες θα δούμε τη συνέχεια της ίδιας θεατρικής παράστασης, όταν (και εφόσον) έρθει επιτέλους στη Βουλή η κυοφορούμενη εδώ και χρόνια αναθεωρητική πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ. Φοβάμαι πως θα αποδειχθεί τότε πανηγυρικά ότι η πραγματική επιδίωξη του κ. Τσίπρα δεν είναι η δρομολόγηση μιας ουσιαστικής αναθεώρησης, με στόχο τη διόρθωση των διαπιστωμένων και πανθομολογούμενων πια συνταγματικών αστοχιών (όπως π.χ. η ποινική ασυδοσία των υπουργών, η άτοπη σύνδεση της εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας με διάλυση της Βουλής κ.ά.), αλλά η επιδείνωση της πόλωσης και της οξύτητας στην πολιτική ζωή του τόπου, προκειμένου να περιορίσει τις διαφαινόμενες βαριές απώλειες ψήφων για το κόμμα του.
Αν θέλουμε μια αναθεώρηση που θα έχει ουσιαστική συμβολή στην πρόοδο της χώρας προς τον 21ο αιώνα (όπου από πολλές απόψεις δυστυχώς ακόμα δεν έχουμε εισέλθει), τότε αυτή θα έπρεπε να γίνει με τρόπο σοβαρό και οργανωμένο μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων του συνταγματικού τόξου και σε χρόνο εκλογικά ανύποπτο. Η τυχόν εκκίνηση της διαδικασίας λίγους μήνες πριν από πολλαπλές εκλογές (εθνικές, ευρωπαϊκές, περιφερειακές, δημοτικές) και μάλιστα μονομερώς από τον ΣΥΡΙΖΑ, χωρίς να έχει γίνει καμία προσπάθεια αναζήτησης συγκλίσεων με τα κόμματα της αντιπολίτευσης, σε συνδυασμό με την εξαπόλυση φραστικών πυροτεχνημάτων από υπουργούς (αφού π.χ. ο «χωρισμός εκκλησίας και κράτους» είναι απλώς ένα σύνθημα και όχι μια σοβαρή πρόταση για ένα σύνθετο ζήτημα όπως αυτό), αναδεικνύει ότι τελικά ο κ. Τσίπρας είναι πιο παλιός από το παλιό πολιτικό σύστημα, το οποίο διαρκώς καταγγέλλει. Γι’ αυτό άλλωστε και έχει ήδη απογοητεύσει πλήρως όλους όσοι τον είχαμε στηρίξει κάποτε, ελπίζοντας όχι ότι θα υλοποιήσει τις μαξιμαλιστικές του εξαγγελίες περί μνημονίων κ.λ.π., αλλά ότι τουλάχιστον θα μπορούσε να περιορίσει το πελατειακό σύστημα και να συμβάλει σε μια πραγματική ανανέωση της πολιτικής ζωής της χώρας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου