Δευτέρα 24 Απριλίου 2023

Τι πρέπει να αλλάξει - Άρθρο μου στο ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ - 23/04/2023

Κώστας Χ. Χρυσόγονος

Καθηγητής Νομικής Α.Π.Θ. 

Μέλος Π.Σ. ΠΑΣΟΚ


Στο τέλος του 2024 συμπληρώνεται πενταετία από την τελευταία συνταγματική αναθεώρηση του 2019. Από εκεί και πέρα μπορεί η Βουλή, σύμφωνα με το άρθρο 110 παρ. 6 του Συντάγματος, να διαπιστώσει την ανάγκη αναθεώρησης συγκεκριμένων συνταγματικών διατάξεων, ώστε η επόμενη Βουλή να προχωρήσει στην τροποποίηση ή κατάργησή τους. Αν και η απαιτητική αυτή διαδικασία ενδέχεται να μην ολοκληρωθεί πριν το 2027, πάντως η συζήτηση για τις αλλαγές πρέπει να ξεκινήσει από τώρα, ώστε το πολιτικό σύστημα να είναι έτοιμο για τη λήψη των σχετικών αποφάσεων, όταν έρθει η ώρα.


Η πιο εμφανής ανάγκη αναθεώρησης αφορά το άρθρο 90 παρ. 5 του Συντάγματος, δεδομένου ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει ήδη απευθύνει στη χώρα μας σύσταση να θεσμοθετηθεί η συμμετοχή του ίδιου του δικαστικού σώματος στην επιλογή των Προέδρων και Αντιπροέδρων των τριών ανώτατων δικαστηρίων (Άρειος Πάγος, Συμβούλιο Επικρατείας, Ελεγκτικό Συνέδριο), στο πλαίσιο της έκθεσής της του έτους 2022 για την κατάσταση του κράτους δικαίου στα κράτη- μέλη. Αν θέλουμε να αποφύγουμε το ενδεχόμενο περιπετειών αντίστοιχων με εκείνες που έχουν ήδη η Πολωνία και η Ουγγαρία, με παραπομπές στο Δικαστήριο της Ένωσης για ζητήματα έλλειψης ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης απέναντι στην πολιτική εξουσία, είναι ενδεδειγμένη η τροποποίηση του άρθρου 90 παρ. 5, έτσι ώστε να γίνεται π.χ. μια προκαταρκτική ψηφοφορία στην ολομέλεια του οικείου ανώτατου δικαστηρίου και στη συνέχεια η κυβέρνηση να επιλέγει το ένα από τα δύο ή τρία πρόσωπα, τα οποία θα της έχει προτείνει η ολομέλεια. Σχετικές ιδέες είχαν διατυπωθεί άλλωστε σε πρακτικά ολομελειών ανώτατων δικαστηρίων από τη δεκαετία του 1990, χωρίς όμως συνέχεια, αφού οι εκάστοτε κυβερνήσεις δεν ήθελαν να χαλαρώσουν τον εναγκαλισμό τους με την ηγεσία της δικαιοσύνης.


Τον τελευταίο καιρό έχει έρθει εξάλλου στην επικαιρότητα, μέσα από τις αλλεπάλληλες τροποποιήσεις του Εκλογικού Κώδικα, το ζήτημα της δυνατότητας απαγόρευσης της συμμετοχής αντιδημοκρατικών κομμάτων στις βουλευτικές εκλογές. Εδώ ασφαλής λύση θα ήταν η αναθεώρηση του άρθρου 29 του Συντάγματος, ώστε να προβλεφθεί ρητά ο θεσμός, εφόσον κρίνεται αναγκαίος για την προστασία του πολιτεύματος, σε συνδυασμό με την προσθήκη σχετικής παραγράφου στο άρθρο 100, προκειμένου να ανατεθεί η σχετική αρμοδιότητα στον φυσικό κριτή των εκλογικών διαφορών, δηλαδή το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο (ΑΕΔ), και ν’ αποφευχθεί το ενδεχόμενο αντιφατικών αποφάσεων μεταξύ εκείνου και του Α΄ Τμήματος του Αρείου Πάγου.


Μια ελληνική ιδιαιτερότητα είναι η πρόβλεψη του άρθρου 16 παρ. 5 του Συντάγματος ότι η ανώτατη εκπαίδευση παρέχεται αποκλειστικά από ιδρύματα που αποτελούν νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, αφού αντίστοιχη διάταξη δεν υπάρχει σε άλλο ευρωπαϊκό Σύνταγμα. Η αναθεώρηση του άρθρου 16 έχει συζητηθεί επανειλημμένα και ίσως αποδειχθεί ότι είναι πια ώριμη να προχωρήσει, προκειμένου να περιορισθεί η οικονομική αιμορραγία της χώρας για φοιτητικό συνάλλαγμα στο εξωτερικό.


Όλα αυτά βέβαια συναρτώνται με την εξέλιξη του δημόσιου βίου μετά τις επικείμενες βουλευτικές εκλογές και το πολιτικό κλίμα που θα διαμορφωθεί. Μπορεί να υποθέσει κανείς ότι, εφόσον οδηγηθούμε σε κυβερνήσεις συνεργασίας στηριγμένες σε ισχυρές κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες, θα διευκολυνθεί και η εξεύρεση της απαραίτητης υπερ-πλειοψηφίας των 180 βουλευτών για την αναθεώρηση. Αν αντίθετα έχουμε μονοκομματική κυβέρνηση με οριακή πλειοψηφία, φαίνεται πιο πιθανή η όξυνση της αντιπαράθεσης και δυσκολότερη η επίτευξη ευρύτερων συναινέσεων. Ο χρόνος θα δείξει.


Τρίτη 28 Μαρτίου 2023

Άλαλα τα χείλη των ασεβών - άρθρο μου στην εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ 27/03/2023

Κώστας Χρυσόγονος 

Μέλος Π.Σ.  Π.Α.ΣΟ.Κ

Άλαλα τα χείλη των ασεβών

Η δήλωση του Νίκου Ανδρουλάκη ότι το ΠΑ.ΣΟ.Κ είναι έτοιμο να συζητήσει μετεκλογικά τη συμμετοχή του σε κυβέρνηση συνεργασίας τόσο με τη «Νέα Δημοκρατία» όσο και με τον ΣΥ.ΡΙΖ.Α., υπό την προϋπόθεση όμως ότι πρωθυπουργός δεν θα είναι ο αρχηγός κανενός από τα δύο κόμματα, προκάλεσε την οξύτατη αντίδραση του κυβερνητικού εκπροσώπου. Ο τελευταίος υποστήριξε ότι η θέση του Προέδρου του ΠΑ.ΣΟ.Κ. είναι «θεσμικά ασεβής» και συνιστά «πρόκληση στη δημοκρατική τάξη».

Αναμφισβήτητα  ο -γεωπόνος στο επάγγελμα- κυβερνητικός εκπρόσωπος δικαιούται να κάνει τις δικές του εκτιμήσεις για τη στάση των πολιτικών του αντιπάλων και να διαλέγει υψηλούς τόνους ή ήπιο πολιτικό κλίμα. Θα έπρεπε ωστόσο να ήταν πιο προσεκτικός στην επιλογή των λέξεων, αν δεν θέλει να κατηγορηθεί για παχυλή αμάθεια, σε ό,τι αφορά τόσο τα συνταγματικά και θεσμικά δεδομένα (αφού ο όρος «θεσμικά ασεβής» καταφανώς υπονοεί ότι η θέση Ανδρουλάκη είναι αντισυνταγματική/αντιθεσμική), όσο και την πολιτική ιστορία του τόπου (ενόψει της οποίας μπορεί να μετρηθεί τί συνιστά «πρόκληση για τη δημοκρατική τάξη» ). Πολύ περισσότερο μάλιστα όταν εκπροσωπεί όχι τον εαυτό του, αλλά την  κυβέρνηση της χώρας. 

Σε ό,τι αφορά την ιστορική διάσταση του ζητήματος, αν ο κυβερνητικός εκπρόσωπος έκανε τον κόπο να ερευνήσει, θα ανεκάλυπτε ότι στα μεταπολεμικά χρόνια  σε τρεις περιπτώσεις σχηματίσθηκαν στην Ελλάδα κυβερνήσεις συνεργασίας με πρωθυπουργό τρίτο πρόσωπο, αντί για τον αρχηγό του πρώτου σε δύναμη εδρών κόμματος. Η πρώτη ήταν το 1947-49, όταν ο αρχηγός του Λαϊκου Κόμματος Κωνσταντίνος Τσαλδάρης αποδέχθηκε τη συμμετοχή του κόμματός του στις κυβερνήσεις διαδοχικά  Μάξιμου,  Σοφούλη και  Διομήδους. Η δεύτερη το 1989 – 90, όταν ο Πρόεδρος της «Νέας Δημοκρατίας» Κωνσταντίνος Μητσοτάκης αποδέχθηκε  ως πρωθυπουργους Τζανετάκη και Ζολώτα. Και η τρίτη το 2011-12, όταν ο τότε Πρόεδρος του ΠΑ.ΣΟ.Κ. Γιώργος Παπανδρέου συναίνεσε στον σχηματισμό της κυβέρνησης Παπαδήμου. 

Όσο αφορά εξάλλου τη συνταγματική πλευρά, καμία διάταξη του ισχύοντος Συντάγματος δεν θέτει ως προϋπόθεση του σχηματισμού κυβέρνησης την κατάληψη της θέσης του πρωθυπουργού από τον αρχηγό του ισχυρότερου από τα συνεργαζόμενα κόμματα, ούτε και υποστηρίχθηκε ποτέ στα σοβαρά παρόμοια άποψη από οποιονδήποτε εκπρόσωπο της θεωρίας του συνταγματικού δικαίου. Αντικείμενο συζήτησης έχει αποτελέσει μόνο το κατά πόσο θα όφειλε ο πρωθυπουργός να είναι εν ενεργεία βουλευτής, αλλά και αυτό ακόμη γίνεται δεκτό από την κρατούσα γνώμη ότι δεν απαιτείται. Επιβεβαιώθηκε άλλωστε τούτο και στη συνταγματική πρακτική κατ΄ επανάληψη, αφού ούτε ο Ξενοφών Ζολώτας ούτε ο Λουκάς Παπαδήμος ήταν βουλευτές, και όμως οι κυβερνήσεις τους έτυχαν ψήφου εμπιστοσύνης από τα τρία μεγαλύτερα κόμματα και της σημερινής  σύνθεσης του Βουλής. 

Θεσμική ασέβεια και πρόκληση στη δημοκρατική τάξη συνιστά αντίθετα η υποκλοπή από τις κρατικές μυστικές υπηρεσίες – που τελούν υπό την προσωπική εποπτεία και ευθύνη του πρωθυπουργού- των τηλεφωνικών συνδιαλέξεων του αρχηγού κόμματος της αντιπολίτευσης, ενώ η μεταβάπτισή της σε «νόμιμη επισύνδεση» αποτελεί πρόκληση και για τη νοημοσύνη των πολιτών. Στον ελληνικό λαό εναπόκειται, στις προσεχείς εκλογές, να καταστήσει άλαλα τα χείλη των ασεβών.       



    



Κυριακή 27 Νοεμβρίου 2022

Ανίκανος να απαλλαγεί από τις παιδικές του ασθένειες - άρθρο μου στα ΝΕΑ του Σαββάτου 26/11/2022

 Κώστας Χ. Χρυσόγονος

Μέλος Πολιτικού Συμβουλίου

ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ


Ένα εξάμηνο πριν από τις εκλογές του 2023, η εικόνα που προκύπτει από τις δημοσκοπήσεις είναι ότι προμηνύονται απώλειες για το κυβερνών κόμμα αλλά και για την αξιωματική αντιπολίτευση, σε σχέση με τα ποσοστά του 2019, αξιόλογη βελτίωση των εκλογικών επιδόσεων του ΠΑ.ΣΟ.Κ./ΚΙΝ.ΑΛ. και περιορισμένες μεταβολές ως προς τα υπόλοιπα κόμματα. Δεν διαφαίνεται πάντως προς το παρόν να αλλάζει η σειρά κατάταξης των κομμάτων, ενώ άδηλο παραμένει, ενόψει και του εκλογικού συστήματος απλής αναλογικής, το οποίο θα εφαρμοστεί σύμφωνα με το ν. 4406/2016 και το άρθρο 54 παρ. 1 του Συντάγματος, κατά πόσο θα σχηματισθεί βιώσιμη κυβέρνηση. Αλλιώς θα χρειασθεί άμεσα δεύτερη προσφυγή στη λαϊκή ετυμηγορία, με το εκλογικό σύστημα του ν. 4654/2020 και πριμοδότηση του πρώτου κόμματος με δεκάδες επιπλέον έδρες.

Το γεγονός ότι η «Νέα Δημοκρατία», παρά την υγειονομική και την οικονομική κρίση και παρά την προφανή προσωπική ευθύνη του πρωθυπουργού για το σκάνδαλο των τηλεφωνικών υποκλοπών, προδιαγράφεται ως η επικρατέστερη για την πρώτη θέση, είναι ένδειξη της αδυναμίας του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. Το κόμμα αυτό δεν θέλησε, μετά την ήττα του το 2019, να ασκήσει σοβαρή αυτοκριτική για τα πεπραγμένα της ηγεσίας του κατά την περίοδο 2015-19. Στην πράξη είναι σήμερα το πιο αρχηγοκεντρικό από τα τρία κόμματα που επωμίσθηκαν κατά καιρούς τη διακυβέρνηση της χώρας τον τελευταίο μισό αιώνα (π.χ. το μόνο στο οποίο ο μόνιμος την τελευταία δεκαπενταετία αρχηγός εκλέγεται ουσιαστικά «δια βοής», χωρίς συνυποψηφίους), ενώ σε επίπεδο προγράμματος δεν έχει να προσφέρει τίποτα καινούριο, ώστε να πείσει ότι, αν του δινόταν μια δεύτερη ευκαιρία, θα κυβερνούσε καλύτερα από ό,τι την προηγούμενη φορά.

Γενικότερα, ο ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται ανίκανος αφενός να απαλλαγεί από τις παιδικές ασθένειες του αριστερισμού και της φραστικής υστερίας τύπου Πολάκη και αφετέρου να μαζικοποιηθεί οργανωτικά και να διευρύνει την ασθενική επιρροή του σε κρίσιμους χώρους, όπως ο συνδικαλισμός και η τοπική αυτοδιοίκηση. Επομένως, η αδυναμία του να αμφισβητήσει την πρωτοκαθεδρία της «Νέας Δημοκρατίας» δεν είναι κάτι παροδικό, αλλά ανάγεται στο πολιτικό του DNA και στην αυτοτοποθέτησή του στον πολιτικό άξονα δεξιάς-αριστεράς, σε σημείο τέτοιο που δεν του επιτρέπει να διεκδικήσει την εκλογική κρίσιμη μάζα των ψηφοφόρων του μεσαίου χώρου. Αργά ή γρήγορα η αδυναμία αυτή θα γίνει αντιληπτή από τους πολυάριθμους πρώην ψηφοφόρους του ΠΑ.ΣΟ.Κ., οι οποίοι μετακινήθηκαν προς τον ΣΥΡΙΖΑ το 2012-15, και θα τους ωθήσει να σκεφθούν την επιστροφή τους στον πολιτικό χώρο της προέλευσής τους.

Το ΠΑ.ΣΟ.Κ./ΚΙΝ.ΑΛ. έχει μπει σε μια τροχιά ουσιαστικής ανανέωσης μετά την εκλογή στην ηγεσία του Νίκου Ανδρουλάκη τον Δεκέμβριο του 2021 και το κομματικό συνέδριο του Μαΐου 2021 που επικύρωσε τον προοδευτικό πολιτικό του προσανατολισμό, σε αντιδιαστολή τόσο προς τη δεξιά (Ν.Δ.) όσο και προς την αριστερή (ΣΥ.ΡΙΖ.Α.) εκδοχή συντήρησης του πελατειακού κράτους. Η προοδευτική πρόταση του ΠΑ.ΣΟ.Κ./ΚΙΝ.ΑΛ., η οποία θα εξειδικευθεί σύντομα στο υπό τελική επεξεργασία αναλυτικό πρόγραμμά του, με κύρια προτάγματα την αξιοκρατία, την οικονομική ανάπτυξη σε συνδυασμό με κοινωνική δικαιοσύνη/αναδιανομή και τη δημογραφική αναγέννηση της χώρας, ανοίγει ένα παράθυρο ελπίδας για το μέλλον. Η σθεναρή αλλά και ψύχραιμη στάση του απέναντι στην αντιδημοκρατική εκτροπή των τηλεφωνικών υποκλοπών σε βάρος του αποτελεί εξάλλου ένα πρώτο δείγμα της ετοιμότητάς του να αναλάβει με σοβαρό και υπεύθυνο τρόπο το μερίδιο της ευθύνης που θα του αναθέσει ο ελληνικός λαός για την αλλαγή πορείας της χώρας. 


Δευτέρα 10 Οκτωβρίου 2022

Στο εκλογικό σώμα η ευθύνη να τεθεί το αντιδημοκρατικό κόμμα εκτός Βουλής, άρθρο μου στα ΝΕΑ 8.10.2022

Η παρ. 1 του άρθρου 29 Συντ. καθιερώνει το πολιτικό δικαίωμα κάθε ψηφοφόρου να ιδρύει ή να συμμετέχει σε πολιτικό κόμμα, με την προσθήκη ότι η οργάνωση και δράση του τελευταίου “οφείλει να εξυπηρετεί την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος”. Περιορισμούς του δικαιώματος καθιερώνει, για συγκεκριμένες κατηγορίες προσώπων (δημόσιους υπαλλήλους κλπ.), η παρ. 3 του άρθρου 29 Συντ. Αντίθετα η ρήτρα της εξυπηρέτησης της ελεύθερης λειτουργίας του δημοκρατικού πολιτεύματος, στην παρ. 1 του άρθρου 29, δεν εμπεριέχει τέτοιον περιορισμό, ούτε παρέχει κριτήριο με βάση το οποίο κρατικά όργανα(έστω και δικαστήρια) μπορούν να απαγορεύσουν την ίδρυση κόμματος ή να διατάξουν τη διάλυση υφιστάμενου. Τούτο θα ήταν ασύμβατο όχι μόνο με την πολιτική ελευθερία ως συστατικό στοιχείο της δημοκρατικής αρχής, αλλά και με την πρόθεση του συντακτικού νομοθέτη να αποφύγει, διαδικασίες κηδεμόνευσης της πολιτικής ζωής κατά το (αρνητικό) πρότυπο του δικτατορικού συνταγματικού κειμένου του 1968. “Ο συνταγματικός νομοθέτης, έχοντας επίγνωση της εγγενούς ρευστότητας των ρητρών περί υποχρέωσης εξυπηρέτησης ή στήριξης της ελεύθερης λειτουργίας του δημοκρατικού Πολιτεύματος, μόνο κατ’ εξαίρεση τις συνόδευσε με κυρώσεις” (Δημ.Τσάτσος). Τέτοια εξαίρεση συνιστά π.χ. το άρθρο 14 παρ. 3 Συντ., το οποίο επιτρέπει την κατάσχεση εντύπου για δημοσίευμα που έχει σκοπό τη βίαιη ανατροπή του Πολιτεύματος, ενώ αντίθετα κυρώσεις δεν προβλέπονται στο άρθρο 29 παρ. 1 Συντ. Η αναγνώριση της αρμοδιότητας ενός δικαστηρίου για απαγόρευση κομμάτων θα το καθιστούσε οιονεί επικυρίαρχο ή κηδεμόνα του (θεωρητικά) κυρίαρχου λαού. Εκτός τούτου, η ιστορική εμπειρία αποδεικνύει ότι οι απαγορεύσεις αυτές είναι και αναποτελεσματικές, αφού σύντομα θα εμφανισθεί άλλο κόμμα, με διαφορετικό τίτλο και άλλα πρόσωπα στην ηγεσία του, το οποίο θα έχει παρόμοιες πολιτικές στοχεύσεις. Κατά συνέπεια, ενδεχόμενη νομοθετική πρόβλεψη προληπτικής ή κατασταλτικής απαγόρευσης πολιτικού κόμματος, δεν εναρμονίζεται προς το ισχύον Σύνταγμα. Τίποτα βέβαια δεν αποκλείει το ενδεχόμενο, τα ίδια φυσικά πρόσωπα, που ιδρύουν ένα πολιτικό κόμμα και συγκροτούν την ηγετική του ομάδα, να συμμετέχουν ταυτόχρονα σε εγκληματική οργάνωση με σκοπό τη διάπραξη αδικημάτων βίας και απώτερο σκοπό την ανατροπή του πολιτεύματος και την επιβολή αυταρχικού καθεστώτος. Το ενδεχόμενο αυτό αντιμετωπίζεται επαρκώς από τις ισχύουσες ποινικές διατάξεις σχετικά με τις προσβολές του δημοκρατικού πολιτεύματος (άρθρα 134 επ. ΠΚ), τα εγκλήματα κατά της ζωής και της σωματικής ακεραιότητας κ.ο.κ..Από νομική άποψη όμως το πολιτικό κόμμα,αφενός, και η εγκληματική οργάνωση, αφετέρου, είναι διακριτά συλλογικά μορφώματα, έστω και αν στελεχώνονται από τα ίδια φυσικά πρόσωπα. Σημειωτέον εξάλλου ότι το δικαίωμα του εκλέγεσθαι μπορεί να περιορισθεί ως συνέπεια ποινικής καταδίκης μόνο αν αυτή είναι αμετάκλητη (άρθρα 51 παρ. 3 και 55 παρ. 1 Συντ.). Αρμόδια να κρίνουν την εγκληματική οργάνωση είναι επομένως τα ποινικά δικαστήρια, ενώ η αρμοδιότητα και η ευθύνη να θέσει το αντιδημοκρατικό κόμμα εκτός Βουλής ανήκει στο εκλογικό σώμα.

Σάββατο 6 Αυγούστου 2022

Διαρκής παραβίαση του Συντάγματος και της ΕΣΔΑ

 Το άρθρο 19 παρ.1 του Συντάγματος προστατεύει το απόρρητο των επιστολών και της ελεύθερης ανταπόκρισης ή επικοινωνίας με κάθε άλλο τρόπο, όπως είναι ιδίως η τηλεφωνική επικοινωνία. Προσθέτει όμως ότι νόμος ορίζει τις εγγυήσεις κάτω από τις οποίες η δικαστική αρχή δεν δεσμεύεται από το απόρρητο για λόγους εθνικής ασφάλειας ή για διακρίβωση ιδιαίτερα σοβαρών εγκλημάτων. Παρόμοιες είναι και οι διατάξεις του άρθρου 8 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ). Ο σχετικός ν. 2225/1994 προβλέπει στο άρθρο 3 τη διαδικασία άρσης του απορρήτου (με αίτηση δημόσιας αρχής προς τον κατά τόπο αρμόδιο Εισαγγελέα Εφετών), χωρίς να διευκρινίζει περαιτέρω σε τι συνίσταται η «εθνική ασφάλεια». Η συνταγματική έννοια της τελευταίας πάντως είναι προφανώς στενότερη από εκείνη της δημόσιας τάξης (όρος που χρησιμοποιείται στο άρθρο18 παρ.3 Συντ. για να οριοθετήσει τις περιπτώσεις επίταξης πραγμάτων από το κράτος) ή της δημόσιας ασφάλειας (η ύπαρξη κινδύνου για την τελευταία δικαιολογεί την απαγόρευση δημόσιας συνάθροισης κατ’ άρθρο 11 παρ.2 Συντ.), περιλαμβάνοντας αποκλειστικά ό,τι αναφέρεται στην προάσπιση της χώρας έναντι εξωτερικών κινδύνων (βλ. Κ. Χρυσόγονου/ Σ. Βλαχόπουλου, Ατομικά και Κοινωνικά Δικαιώματα, 4η έκδ. 2017, σ.301). Στην πράξη όμως εκδίδεται ένας υπέρμετρος αριθμός εισαγγελικών διατάξεων άρσης του τηλεφωνικού απορρήτου (άνω των 20.0000 ετησίως, σύμφωνα με τις Εκθέσεις Πεπραγμένων της Αρχής Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών) ύστερα από αιτήσεις της Ε.Υ.Π προς τον ενσωματωμένο (!) σ’ αυτήν Εισαγγελέα Εφετών, ο οποίος καταντά έτσι ν’ ασκεί κατ’ ουσία διοικητικά καθήκοντα, παραβιάζοντας και την απαγόρευση του άρθρου 89 παρ. 3 Συντ. Ο αριθμός των διατάξεων αυτών διογκώνεται τα τελευταία χρόνια ως κακοήθης όγκος, χωρίς να υφίσταται καμία απολύτως διαδικαστική εγγύηση και χωρίς να ενημερώνονται έστω και εκ των υστέρων οι στόχοι της παρακολούθησης, ακόμη και αν δεν έχει προκύψει κανένα αποτέλεσμα από εκείνη. Συντελείται έτσι διαρκής παραβίαση τόσο του Συντάγματος όσο και της ΕΣΔΑ.

Σάββατο 30 Ιουλίου 2022

Ο σεβασμός του απορρήτου, άρθρο μου στα ΝΕΑ Παρασκευή 29/7/2022



Ο σεβασμός του απορρήτου


Η καταγγελία του προέδρου του ΠΑ.ΣΟ.Κ./ΚΙΝ.ΑΛ. Νίκου Ανδρουλάκη για παρακολούθηση του κινητού τηλεφώνου του θέτει στο προσκήνιο το γενικότερο ζήτημα των ανεπαρκών εγγυήσεων σεβασμού του απορρήτου των ανταποκρίσεων στην Ελλάδα. Το ζήτημα τίθεται καταρχάς σε πραγματικό επίπεδο, αφού είναι προφανές ότι η παρακολούθηση του αρχηγού του τρίτου κοινοβουλευτικού κόμματος της χώρας έγινε κατά τρόπο παράνομο και αυθαίρετο. Τίθεται όμως και σε επίπεδο νομικό, δεδομένου ότι το άρθρο 19 Συντ. επιτρέπει τη διενέργεια υποκλοπών από το κράτος για λόγους εθνικής ασφάλειας ή για διακρίβωση ιδιαίτερα σοβαρών εγκλημάτων. Ωστόσο η συνταγματικότητα του άρθρου 3 του σχετικού ν. 2225/1994 είναι άκρως προβληματική, δεδομένου ότι εκεί προβλέπεται απλώς και μόνο η υποβολή αίτησης από την Ε.Υ.Π. προς τον Εισαγγελέα Εφετών για λόγους εθνικής ασφάλειας και έκδοση σχετικής διάταξης του τελευταίου. Σημειωτέον ότι στην περίπτωση αυτή μπορούν να παραλείπονται τα στοιχεία που αφορούν τον σκοπό επιβολής της άρσης του απορρήτου (!) Η διάταξη εκδίδεται εντός 24 ωρών χωρίς ενημέρωση του καθ' ου, χωρίς να απαιτείται να αιτιολογηθεί ότι η αντιμετώπιση του ζητήματος εθνικής ασφάλειας είναι αδύνατη ή ουσιωδώς δυσχερής χωρίς την άρση του απορρήτου, ούτε καν να προσδιορισθεί επακρι­βώς η έκταση της άρσης. Επομένως δεν υφίσταται καμιά εγγύηση σεβασμού της συνταγματικής αρχής της αναλογικότητας, καθώς μάλιστα όλα αυτά καλύπτονται από ένα πέπλο μυστικότητας. Η κατ' αποτέλεσμα πλήρης απουσία ενημέρωσης των θιγόμενων για την έκδοση σε βάρος τους διάταξης άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών τους, έστω μετά τη λήξη του μέτρου (αφού προφανώς η προηγούμενη ενημέρωση θα ματαίωνε τον σκοπό του), παραβιάζει το άρθρο 8 ΕΣΔΑ, έτσι όπως το τελευταίο έχει ερμηνευθεί από το ΕΔΔΑ (απόφαση της 4.12.2015, Zakharov κατά Ρωσίας). Ειδικότερα έχει κριθεί ότι, εφόσον τα πρόσωπα τα οποία έγιναν στόχος παρακολούθησης των επικοινωνιών τους δεν ενημερώνονται για το γεγονός αυτό καθόλου, παρά μόνο αν το προϊόν της παρακολούθησης χρησιμοποιηθεί εναντίον τους σε ποινική διαδικασία, το εθνικό δίκαιο στερεί τα πρόσωπα αυτά από τις απαραίτητες, έστω εκ των υστέρων, εγγυήσεις του δικαιώματος τους για σεβασμό της αλληλογραφίας τους. Τα παραπάνω έγιναν δεκτά σε σχέση με τη ρωσική έννομη τάξη που, παραδόξως ή μη, δεν διαφέρει από την ελληνική στο ζήτημα αυτό. Από τις ετήσιες εκθέσεις πεπραγμένων της Αρχής Διασφάλισης Απορρήτου των Επικοινωνιών προκύπτει, εξάλλου μια, ραγδαία αύξηση της συχνότητας με την οποία οι δικαστικές και εισαγγελικές αρχές αίρουν το απόρρητο των επικοινωνιών. Έτσι, τα σχετικά βουλεύματα το 2010 έφθασαν τα 1.169, το 2015 τα 2.304 και το 2020 τα 3.190. Ακόμη πιο ανησυχητικός είναι ο πολλαπλασιασμός των εισαγγελικών διατάξεων άρσης του απορρήτου, από τις 5.459 το 2010 στις 9.132 το 2015 και στις 13.751 το 2020. Πρέπει να τονισθεί ότι οι αριθμοί αφορούν τις διατάξεις και τα βουλεύματα καθεαυτά και ότι καθένα τους μπορεί να αφορά πλήθος ατόμων ή τηλεφωνικών συνδέσεων που παρακολουθούνται. Σε συνδυασμό επομένως με την απουσία ουσιαστικού ελέγχου της αναγκαιότητας τόσο πολλών παρακολουθήσεων και με την αβεβαιότητα σχετικά με τον τρόπο αξιοποίησής τους από τις κρατικές υπηρεσίες πληροφοριών, διαφαίνεται εδώ μια διογκούμενη απειλή όχι μόνο για την κανονιστική ποιότητα του άρθρου 19 Συντ., αλλά γενικότερα για τις ατομικές ελευθερίες στην Ελλάδα.

Τετάρτη 6 Ιουλίου 2022

Άρθρο μου με τίτλο «Ανοίγει ο δρόμος προς επικίνδυνα μονοπάτια» που δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα «ΤΟ ΒΗΜΑ» στις 03/07/2022

Η απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου των ΗΠΑ στις 24.6.2022 στην υπόθεση Dobbs v. Jackson ανατρέπει το νομολογιακό προηγούμενο των αποφάσεων στις υποθέσεις Roe v. Wade του 1973 και Planned Parenthood v. Casey του 1992 και ακυρώνει το αναγνωρισμένο με τις αποφάσεις εκείνες συνταγματικό δικαίωμα των γυναικών στην άμβλωση. Στη συγκεκριμένη περίπτωση κρίθηκε πως νόμος της Πολιτείας του Mississippi, ο οποίος απαγορεύει την άμβλωση μετά τη δέκατη πέμπτη εβδομάδα της κύησης, είναι σύμφωνος με το Σύνταγμα των ΗΠΑ. Γενικότερα όμως η ογκώδης απόφαση δέχεται πως ούτε από τη Δέκατη Τέταρτη Τροποποίηση (δικαίωμα καθενός πολίτη να μη του στερεί η αντίστοιχη Πολιτεία τη ζωή, την ελευθερα ή την ιδιοκτησία του, χωρίς τήρηση της δέουσας νομικής διαδικασίας) ούτε από καμία άλλη διάταξη του ομοσπονδιακού Συντάγματος δεν απορρέει ένα δικαίωμα στην άμβλωση. Ανοίγει έτσι ο δρόμος για την ποινικοποίηση, από τα συντηρητικά νομοθετικά σώματα επιμέρους Πολιτειών, των αμβλώσεων κατά συνολικό τρόπο, χωρίς χρονικά όρια ως προς τη διάρκεια της κύησης.

Το ζήτημα έχει προκαλέσει εύλογα ζωηρή συγκίνηση, τόσο στις ΗΠΑ όσο και στον υπόλοιπο κόσμο, επειδή αφορά θεμελιώδη ερωτήματα σχετικά με τη ζωή και την ελευθερία, με θρησκευτικές και άλλες προεκτάσεις. Πέρα από αυτά, η θεαματική μεταστροφή του Ανώτατου Δικαστηρίου θέτει σε αμφισβήτηση την ίδια τη βάση της νομιμοποίησης του, δηλ. την εμφάνιση του ως αμερόληπτου και αντικειμενικού κριτή. Και τούτο διότι η προσήλωση στις νομολογιακές λύσεις του παρελθόντος συμβάλλει στη δημιουργία της πεποίθησης ότι ένα δικαστήριο ακολουθεί μια σταθερή πορεία, ανεξάρτητα από τα πρόσωπα των διαδίκων, και ότι η κρίση του είναι στεγανοποιημένη απέναντι σε τυχόν προσπάθειες αθέμιτου επηρεασμού της. Εδώ συνέβη ακριβώς το αντίθετο, ύστερα από επιτήδειους χειρισμούς σε βάθος χρόνου από το Ρεπουμπλικανό Κόμμα, οι οποίοι οδήγησαν στη συγκρότηση μιας πλειοψηφίας έξι συντηρητικών (έως αντιδραστικών) δικαστών, σε σύνολο εννιά μελών του Ανώτατου Δικαστηρίου. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό πως τώρα αρχίζει μια προσπάθεια των Ρεπουμπλικανών να εισαχθεί απαγόρευση των αμβλώσεων με νέα συνταγματική τροποποίηση.

Στην Ευρώπη πάντως μια παρόμοια κατά μέτωπο επίθεση στα δικαιώματα των γυναικών θα ερχόταν σε αντίθεση προς θεμελιώδεις διατάξεις τόσο του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όσο και των περισσότερων Συνταγμάτων των κρατών - μελών της. Υπό τα δεδομένα του ελληνικού Συντάγματος σημασία έχουν ιδίως οι διατάξεις των άρθρων 2 παρ. 1 (προστασία και σεβασμός της αξίας του ανθρώπου) και 5 παρ. 1 (ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας). Το άρθρο 2 παρ. 1 Συντ. προστατεύει καταρχήν και την αγέννητη ζωή, αφού κι αυτή έχει (εν δυνάμει) ανθρώπινη αξία. Ωστόσο, εδώ η προστασία του κυοφορούμενου έρχεται σε οξεία σύγκρουση με την ελευθερία ανάπτυξης της προσωπικότητας της εγκύου. Είναι σαφές ότι η τεκνοποιία είναι μια απόφαση ζωής, συνεπαγόμενη ισόβια ανάληψη σοβαρότατων ευθυνών και υποχρεώσεων, νομικής και ηθικής φύσης. Το ζητούμενο λοιπόν πρέπει να είναι η πρακτική εναρμόνιση των συγκρουόμενων συνταγματικών αγαθών. Τούτο μπορεί να οδηγήσει στην αναγνώριση ενός συνταγματικού δικαιώματος της εγκύου για άμβλωση σ’ ένα πρώιμο στάδιο της κύησης, το οποίο σύμφωνα με το άρθρο 304 παρ. 4 του Ποινικού μας Κώδικα (όπως τροποποιήθηκε το 1986) ανέρχεται στις δώδεκα πρώτες εβδομάδες της κύησης. Μετά την πάροδο του χρονικού αυτού διαστήματος η προστασία της αγέννητης ζωής υπερισχύει και ο νομοθέτης μπορεί να θεσπίσει τις κατά την κρίση του κατάλληλες ρυθμίσεις για τον σκοπό αυτό, χωρίς όμως και πάλι να υποχρεούται να ποινικοποιήσει την πράξη. Η ιστορική εμπειρία πάντως δείχνει ότι η πρόβλεψη ποινικών κυρώσεων πριν από το 1986 στην Ελλάδα (για όλη τη διάρκεια της κύησης) υπήρξε ατελέσφορη για τον περιορισμό των αμβλώσεων. Και κατά τα άλλα η αντιμετώπιση της υπογεννητικότητας δεν μπορεί να επιτευχθεί μέσα από τέτοιου είδους απαγορεύσεις και κυρώσεις, παρά μόνο με μια πολιτική κοινωνικής δικαιοσύνης απέναντι σε νέα ιδίως ζευγάρια με παιδιά, δηλ. στοχευμένα προγράμματα κοινωνικής κατοικίας και φορολογικά και ασφαλιστικά κίνητρα.

Κώστας Χ. Χρυσόγονος
Καθηγητής Νομικής Α.Π.Θ.
Μέλος Πολιτικού Συμβουλίου ΠΑ.ΣΟ.Κ./ΚΙΝ.ΑΛ.

Τρίτη 5 Ιουλίου 2022

Συνέντευξή μου στην εφημερίδα «Political» στις 02/07/2022

 1. Αν δεν υπάρξουν ανατροπές, ποια είναι τα στοιχεία που οδηγούν τον Πρωθυπουργό να μην εξαντλήσει την τετραετία ;

Η κυβέρνηση έχει διαπράξει βαριά λάθη στην οικονομική της ιδίως πολιτική τα τελευταία τρία χρόνια, οι συνέπειες των οποίων μόλις που αρχίζουν τώρα να γίνονται αισθητές από την κοινωνία. Η υπερμεγέθης δημοσιονομική επέκταση των περισσότερων από 40 δις στη διετία της έξαρσης του Covid-19 επιβάρυνε υπέρογκα το δημόσιο χρέος, χωρίς να υπάρχει το αντίστοιχο πραγματικό όφελος για τους μη-έχοντες. Έτσι σήμερα δεν υφίστανται πια επαρκείς εφεδρείες σε δημοσιονομικά «πυρομαχικά», ώστε να υπάρξουν ουσιαστικές ελαφρύνσεις για τους πολίτες που δοκιμάζονται από την έκρηξη του πληθωρισμού. Εξάλλου η πανευρωπαϊκή ενεργειακή κρίση επιδεινώνεται, σε ό, τι αφορά τη χώρα μας, από το γεγονός ότι δεν έχει γίνει επαρκής προσπάθεια συνολικά την τελευταία δεκαετία για την προώθηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Αντίθετα εμπιστευθήκαμε υπερβολικά το ρωσικό φυσικό αέριο και τώρα η χώρα πληρώνει τις συνέπειες. Και επειδή όλα αυτά μπορούν να οδηγήσουν σε μεγάλη λαϊκή δυσαρέσκεια προς την κυβέρνηση και σε συνολική ανατροπή του πολιτικού σκηνικού μέσα στον επερχόμενο δύσκολο χειμώνα του 2022-23, είναι πολύ πιθανές οι πρόωρες εκλογές το φθινόπωρο.

2. Ποια είναι η εκτίμησή σας για τη συμπεριφορά του εκλογικού σώματος την πρώτη Κυριακή με την απλή αναλογική ;

Ενδέχεται η καλλιέργεια στο εκλογικό σώμα της (δικαιολογημένης) πεποίθησης πως η πρώτη Κυριακή είναι ένα είδος προκριματικού απλώς αγώνα, να δημιουργήσει μια ψυχολογία χαλαρής ψήφου και έτσι να ενισχυθούν τα μικρότερα κόμματα σε σχέση με την εικόνα που προκύπτει σήμερα από τις δημοσκοπήσεις.

3. Θα επηρεάσει το αποτέλεσμα της πρώτης εκλογικής διαδικασίας τις δεύτερες κάλπες ;

Προφανώς θα επηρεάσει, αφού η ιστορική εμπειρία δείχνει ότι σε νέες εκλογές, λίγους μήνες μετά τις προηγούμενες, το πρώτο κόμμα πάντα ενισχύεται σε βάρος των υπολοίπων (π.χ. η Ένωση Κέντρου τον Νοέμβριο του 1963 πήρε 42% με 1,9 εκατ. ψήφους και τον Φεβρουάριο του 1964 έφθασε στο 53% με 2,4 εκατ.).

4. Υπάρχουν ρεαλιστικές προϋποθέσεις για την επίτευξη πολιτικών συνεργασιών ;

Στην Ελλάδα δεν υπάρχει ανεπτυγμένη κουλτούρα κυβερνητικών συνεργασιών. Σε όλη την περίοδο από τη μεταπολίτευση του 1974 έως σήμερα, οι κυβερνήσεις συνεργασίας αποτελούν την εξαίρεση και μάλιστα κυρίως εμφανίσθηκαν στα χρόνια της μεγάλης έντασης της οικονομικής κρίσης, από το 2011 και μετά. Ακόμη χειρότερα, η μετέπειτα εκλογική τύχη του ελάσσονος εταίρου των κυβερνήσεων αυτών δεν ήταν καλή. Δεν μπορεί να αποκλεισθεί πάντως το ενδεχόμενο μιας κυβέρνησης ευρείας συνεργασίας, για κάποιο χρονικό διάστημα, αν έχουμε ένα απευκταίο «θερμό επεισόδιο» στα ελληνοτουρκικά.

5. Τι ήταν αυτό που σας έκανε να φύγετε από τον ΣΥΡΙΖΑ και να ενταχθείτε στο ΠΑΣΟΚ ;

Πρόκειται για δύο ξεχωριστά γεγονότα, μεταξύ των οποίων μεσολαβεί μια πενταετία. Αποχώρησα το 2017 από τον ΣΥΡΙΖΑ αφού προηγουμένως είχα διαφωνήσει σε σειρά κρίσιμων πολιτικών επιλογών, όπως η προσέγγιση Βαρουφάκη στη διαπραγμάτευση με τους δανειστές την άνοιξη του 2015, το δημοψήφισμα του Ιουλίου του ίδιου έτους, ο νόμος Παππά για την τηλεόραση, οι ευνοιοκρατικοί διορισμοί τύπου Καρανίκα κ.ά. Στη συνέχεια έμεινα επί χρόνια εκτός κομματικών γραμμών και την άνοιξη του 2022 προσχώρησα στο ΠΑ.ΣΟ.Κ/ΚΙΝ.ΑΛ., επειδή βλέπω ότι η νέα προσπάθεια που ξεκινάει με την εκλογή του Νίκου Ανδρουλάκη στην ηγεσία του κόμματος ανοίγει ένα παράθυρο ελπίδας για τη χώρα. Ο τόπος χρειάζεται μια πραγματικά προοδευτική πρόταση για τον τρόπο άσκησης της πολιτικής εξουσίας, με αποδόμηση του πελατειακού συστήματος και με την οικοδόμηση ενός σύγχρονου ευρωπαϊκού κράτους του 21ου αιώνα, το οποίο θα συνδυάζει ισόρροπα τους στόχους της οικονομικής ανάπτυξης και της κοινωνικής δικαιοσύνης/αναδιανομής. Την πρόταση αυτή ετοιμάζεται να υποβάλει στις επόμενες εκλογές το ΠΑ.ΣΟ.Κ./ΚΙΝ.ΑΛ. προς τον ελληνικό λαό, σε αντιδιαστολή και αντιπαράθεση προς τον ελιτισμό της Ν.Δ. και τη δημαγωγία του ΣΥΡΙΖΑ. Στην πραγματικότητα άλλωστε τα δύο αυτά κόμματα εκφράζουν τη δεξιά και την αριστερή εκδοχή της συντήρησης του υφιστάμενου πελατειακού συστήματος, που λειτουργεί απαγορευτικά για την πρόοδο της χώρας.

6. Πού θα είστε υποψήφιος ;

Δεν έχω προσωπικές φιλοδοξίες στον χώρο της πολιτικής. Η μόνη επιδίωξή μου είναι να βοηθήσω, στο μέτρο των δυνάμεών μου, την προσπάθεια του Νίκου Ανδρουλάκη, επικεφαλής μιας νέας γενιάς ανθρώπων που δεν είχαν ανάμιξη στην άσκηση εξουσίας στο παρελθόν, να ανοίξουν έναν βιώσιμο νέο δρόμο για την πατρίδα. Το ζήτημα μιας ενδεχόμενης υποψηφιότητας μου είναι δευτερεύον και θα αποφασισθεί από τα αρμόδια όργανα του κόμματος όταν έρθει η ώρα.


Κώστας Χ. Χρυσόγονος

Μέλος Πολιτικού Συμβουλίου ΠΑ.ΣΟ.Κ./ΚΙΝ.ΑΛ.