Δημοσιευμένο άρθρο του Κώστα Χρυσόγονου στο Liberal.gr 22/07
Τις τελευταίες μέρες απασχολεί την κοινή γνώμη το διπλωματικό θρίλερ που εξελίσσεται σε σχέση με την έκδοση των 8 στρατιωτικών που προσγειώθηκαν με το τουρκικό στρατιωτικό ελικόπτερο το Σάββατο στην Αλεξανδρούπολη, προφασιζόμενοι μηχανική βλάβη. Εν τούτοις το ζήτημα είναι πρωτίστως νομικό, καθώς ανεξάρτητα από την επιθυμία της Ελλάδας να μη διασαλευθούν οι σχέσεις της με τη γείτονα χώρα, επιβάλλεται να τηρηθούν τα όσα ορίζουν το διεθνές κι εσωτερικό δίκαιο.
Αρχικά, στο εσωτερικό δίκαιο υπάρχουν δύο διαφορετικές διαδικασίες οι οποίες μπορούν να εξελιχθούν παράλληλα. Αφενός, η διαδικασία έκδοσης αλλοδαπού, εφόσον υποβληθεί επίσημο αίτημα από τις τουρκικές αρχές, κάτι που δεν έχει συμβεί ακόμα, και αφετέρου η διαδικασία χορήγησης ασύλου στις αρμόδιες υπηρεσίες.
Σε ό,τι αφορά τη διαδικασία έκδοσης, τα άρθρα 436 επομ. του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας ορίζουν τα βήματα που ακολουθούνται σε περίπτωση που δεν υπάρχει διμερής σύμβαση μεταξύ των δύο κρατών, όπως συμβαίνει με την Ελλάδα και την Τουρκία. Στο άρθρο 438 ορίζεται ότι η έκδοση αλλοδαπού απαγορεύεται αν πρόκειται για έγκλημα που κατά τους ελληνικούς νόμους χαρακτηρίζεται πολιτικό ή στρατιωτικό ή όταν από τις περιστάσεις προκύπτει ότι η έκδοση ζητείται για λόγους πολιτικούς. Σε κάθε περίπτωση, η αίτηση έκδοσης με όλα τα σχετικά έγγραφα διαβιβάζονται στον πρόεδρο εφετών που συγκαλεί το συμβούλιο εφετών σε τριμελή σύνθεση το οποίο γνωμοδοτεί αιτιολογημένα για την αίτηση έκδοσης. Κατά της απόφασης αυτής επιτρέπεται έφεση εντός ενώπιον του Αρείου Πάγου, που αποφαίνεται μέσα σε 8 ημέρες. Μετά την καταφατική και αμετάκλητη απόφαση έκδοσης, το ζήτημα περνάει στα χέρια του Υπουργού Δικαιοσύνης που είναι ο μόνος που μπορεί να συναινέσει στην έκδοση, την εκτέλεση δηλαδή της απόφασης.
Παράλληλα, υπάρχει η διαδικασία ασύλου, όπου οι οκτώ Τούρκοι στρατιωτικοί έχουν ήδη υποβάλει την αίτηση να τους χορηγηθεί άσυλο και αναμένεται η πραγματοποίηση ραντεβού με τις αρμόδιες υπηρεσίες, ώστε να τεκμηριώσουν το αίτημά τους. Σε περίπτωση απόρριψης της αίτησής τους, μπορούν να προσφύγουν σε δευτεροβάθμια επιτροπή που θα αποφασίσει αμετάκλητα για την τύχη της αίτησης τους. Εφόσον όμως υπάρξει και δεύτερη απόρριψη υπάρχει δυνατότητα προσφυγής στα διοικητικά δικαστήρια.
Στρεφόμενοι τώρα στις διεθνείς υποχρεώσεις της χώρας, η Ελλάδα, όπως και η Τουρκία, έχει κυρώσει την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Σύμφωνα με πάγια νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, η Ελλάδα θα μπορούσε να καταδικαστεί για παραβίαση της Σύμβασης σε περίπτωση που εκδώσει τους Τούρκους στρατιωτικούς σε χώρα όπου διατρέχουν τον κίνδυνο να υποβληθούν σε βασανιστήρια ή εξευτελιστικές ή απάνθρωπες ποινές ή μεταχείριση. Αντίστοιχες υποχρεώσεις απορρέουν από τη Σύμβαση της Γενεύης του 1951 και συγκεκριμένα από το άρθρο 33, στο οποίο περικλείεται η υποχρέωση της μη επαναπροώθησης σε περίπτωση που η ζωή η ελευθερία των προσφύγων βρίσκεται σε κίνδυνο εξαιτίας της φυλής, της θρησκείας, της εθνικότητας, της κοινωνικής τάξης ή των πολιτικών τους πεποιθήσεων.
Η Τουρκία έχει κυρώσει το υπ’ αριθ. 13 Πρωτόκολλο της Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων που απαγορεύει τη θανατική ποινή και ισχύει στο έδαφος της από 1.6.2006. Εν τούτοις οι εξαγγελίες του Τούρκου πρωθυπουργού για την επαναφορά της θανατικής ποινής στην Τουρκία, αλλά και οι σκληρές εικόνες που είδαν το φως της δημοσιότητας για τη μεταχείριση που επιφυλάχθηκε στους πραξικοπηματίες, είναι στοιχεία τα οποία πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπόψη τόσο κατά τη διαδικασία περί απόφασης έκδοσης, όσο και κατά την διαδικασία χορήγησης ασύλου, έτσι ώστε η χώρα μας να μην παραβιάσει τις υποχρεώσεις της που απορρέουν από τις διεθνείς συμβάσεις, αλλά παράλληλα να σεβαστεί τα θεμελιώδη δικαιώματα, παρά το όποιο πολιτικό και διπλωματικό κόστος.
Τις τελευταίες μέρες απασχολεί την κοινή γνώμη το διπλωματικό θρίλερ που εξελίσσεται σε σχέση με την έκδοση των 8 στρατιωτικών που προσγειώθηκαν με το τουρκικό στρατιωτικό ελικόπτερο το Σάββατο στην Αλεξανδρούπολη, προφασιζόμενοι μηχανική βλάβη. Εν τούτοις το ζήτημα είναι πρωτίστως νομικό, καθώς ανεξάρτητα από την επιθυμία της Ελλάδας να μη διασαλευθούν οι σχέσεις της με τη γείτονα χώρα, επιβάλλεται να τηρηθούν τα όσα ορίζουν το διεθνές κι εσωτερικό δίκαιο.
Αρχικά, στο εσωτερικό δίκαιο υπάρχουν δύο διαφορετικές διαδικασίες οι οποίες μπορούν να εξελιχθούν παράλληλα. Αφενός, η διαδικασία έκδοσης αλλοδαπού, εφόσον υποβληθεί επίσημο αίτημα από τις τουρκικές αρχές, κάτι που δεν έχει συμβεί ακόμα, και αφετέρου η διαδικασία χορήγησης ασύλου στις αρμόδιες υπηρεσίες.
Σε ό,τι αφορά τη διαδικασία έκδοσης, τα άρθρα 436 επομ. του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας ορίζουν τα βήματα που ακολουθούνται σε περίπτωση που δεν υπάρχει διμερής σύμβαση μεταξύ των δύο κρατών, όπως συμβαίνει με την Ελλάδα και την Τουρκία. Στο άρθρο 438 ορίζεται ότι η έκδοση αλλοδαπού απαγορεύεται αν πρόκειται για έγκλημα που κατά τους ελληνικούς νόμους χαρακτηρίζεται πολιτικό ή στρατιωτικό ή όταν από τις περιστάσεις προκύπτει ότι η έκδοση ζητείται για λόγους πολιτικούς. Σε κάθε περίπτωση, η αίτηση έκδοσης με όλα τα σχετικά έγγραφα διαβιβάζονται στον πρόεδρο εφετών που συγκαλεί το συμβούλιο εφετών σε τριμελή σύνθεση το οποίο γνωμοδοτεί αιτιολογημένα για την αίτηση έκδοσης. Κατά της απόφασης αυτής επιτρέπεται έφεση εντός ενώπιον του Αρείου Πάγου, που αποφαίνεται μέσα σε 8 ημέρες. Μετά την καταφατική και αμετάκλητη απόφαση έκδοσης, το ζήτημα περνάει στα χέρια του Υπουργού Δικαιοσύνης που είναι ο μόνος που μπορεί να συναινέσει στην έκδοση, την εκτέλεση δηλαδή της απόφασης.
Παράλληλα, υπάρχει η διαδικασία ασύλου, όπου οι οκτώ Τούρκοι στρατιωτικοί έχουν ήδη υποβάλει την αίτηση να τους χορηγηθεί άσυλο και αναμένεται η πραγματοποίηση ραντεβού με τις αρμόδιες υπηρεσίες, ώστε να τεκμηριώσουν το αίτημά τους. Σε περίπτωση απόρριψης της αίτησής τους, μπορούν να προσφύγουν σε δευτεροβάθμια επιτροπή που θα αποφασίσει αμετάκλητα για την τύχη της αίτησης τους. Εφόσον όμως υπάρξει και δεύτερη απόρριψη υπάρχει δυνατότητα προσφυγής στα διοικητικά δικαστήρια.
Στρεφόμενοι τώρα στις διεθνείς υποχρεώσεις της χώρας, η Ελλάδα, όπως και η Τουρκία, έχει κυρώσει την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Σύμφωνα με πάγια νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, η Ελλάδα θα μπορούσε να καταδικαστεί για παραβίαση της Σύμβασης σε περίπτωση που εκδώσει τους Τούρκους στρατιωτικούς σε χώρα όπου διατρέχουν τον κίνδυνο να υποβληθούν σε βασανιστήρια ή εξευτελιστικές ή απάνθρωπες ποινές ή μεταχείριση. Αντίστοιχες υποχρεώσεις απορρέουν από τη Σύμβαση της Γενεύης του 1951 και συγκεκριμένα από το άρθρο 33, στο οποίο περικλείεται η υποχρέωση της μη επαναπροώθησης σε περίπτωση που η ζωή η ελευθερία των προσφύγων βρίσκεται σε κίνδυνο εξαιτίας της φυλής, της θρησκείας, της εθνικότητας, της κοινωνικής τάξης ή των πολιτικών τους πεποιθήσεων.
Η Τουρκία έχει κυρώσει το υπ’ αριθ. 13 Πρωτόκολλο της Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων που απαγορεύει τη θανατική ποινή και ισχύει στο έδαφος της από 1.6.2006. Εν τούτοις οι εξαγγελίες του Τούρκου πρωθυπουργού για την επαναφορά της θανατικής ποινής στην Τουρκία, αλλά και οι σκληρές εικόνες που είδαν το φως της δημοσιότητας για τη μεταχείριση που επιφυλάχθηκε στους πραξικοπηματίες, είναι στοιχεία τα οποία πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπόψη τόσο κατά τη διαδικασία περί απόφασης έκδοσης, όσο και κατά την διαδικασία χορήγησης ασύλου, έτσι ώστε η χώρα μας να μην παραβιάσει τις υποχρεώσεις της που απορρέουν από τις διεθνείς συμβάσεις, αλλά παράλληλα να σεβαστεί τα θεμελιώδη δικαιώματα, παρά το όποιο πολιτικό και διπλωματικό κόστος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου