Δημοσιευμένο άρθρο του Κώστα Χρυσόγονου στο ΕΘΝΟΣ «E» 16/2
Ζούμε σε μια εποχή παγκοσμιοποίησης με γρήγορη (και αλόγιστη σε ό,τι αφορά τη διαχείριση των φυσικών πόρων) οικονομική ανάπτυξη, αλλά ταυτόχρονη αύξηση των ανισοτήτων στην κατανομή του εισοδήματος και του πλούτου. Τούτο οφείλεται στο γεγονός ότι η πτώση των φραγμών στη διακίνηση κεφαλαίου και προϊόντων μέσα στο παγκοσμιοποιημένο οικονομικό περιβάλλον ενισχύει το εγγενές πλεονέκτημα του κεφαλαίου έναντι της εργασίας.
Η νέα ισχύς του κεφαλαίου, αν δεν αντιμετωπισθεί μέσα από διευρυμένες διακρατικές συνεργασίες και/ή υπερκρατικούς οργανισμούς με τη λήψη μέτρων προστασίας της εργασίας και κοινωνικής αναδιανομής σε ηπειρωτικό και πλανητικό τελικά επίπεδο, θα οδηγήσει στην πλήρη εξαθλίωση των εργαζομένων και των ολοένα και περισσότερων ανέργων. Στην πραγματικότητα όμως οι κάτοχοι της εξουσίας στις περισσότερες χώρες του κόσμου και πάντως στην Ευρώπη όχι μόνο δεν προωθούν τέτοιες πολιτικές, αλλά εκμεταλλεύονται την κατάσταση για να παρουσιάζουν στους πολίτες τη σταδιακή κατεδάφιση των κοινωνικών ιδίως δικαιωμάτων τους, τη «λιτότητα» ως μια επιλογή χωρίς εναλλακτικές λύσεις, στο όνομα της «ανταγωνιστικότητας».
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η προσπάθεια για εξουδετέρωση του ισχυρότερου όπλου των εργαζομένων για τη συλλογική προάσπιση των συμφερόντων τους, δηλαδή του δικαιώματος της απεργίας. Από την υπογραφή τής υπ' αριθ. 87 Διεθνούς Σύμβασης Εργασίας (ΔΣΕ) περί συνδικαλιστικής ελευθερίας και προστασίας του συνδικαλιστικού δικαιώματος το 1948, το δικαίωμα στην απεργία θεωρούνταν ότι κατοχυρώνεται στο πλαίσιό της, ως απόρροια της ελευθερίας των ενώσεων των εργαζομένων να οργανώνουν τα της δράσης τους. Ωστόσο, το 2012 η πλευρά των εργοδοτών αρνήθηκε να υπογράψει τις Συστάσεις της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ΔΟΕ) προς 25 χώρες να συμμορφωθούν με την Σύμβαση.
Εξάλλου, στα ευρωπαϊκά κράτη που αναγνωρίζουν το δικαίωμα της απεργίας γίνεται προσπάθεια περιστολής του, όπως στην Ελλάδα όπου η τρόικα απαίτησε να επιτρέπεται η άσκησή του μόνο με συναίνεση της απόλυτης πλειοψηφίας των εργαζομένων (τούτο πρακτικά θα σήμαινε ότι η ΓΣΕΕ και η ΑΔΕΔΥ δεν θα μπορούσαν πια να κηρύξουν απεργίες). Η αντίσταση του ελληνικού λαού, που εκφράσθηκε στις 25.1.2015 με την ψήφο του, πρέπει να γίνει παράδειγμα και για άλλους ευρωπαϊκούς λαούς, προκειμένου να αναχαιτισθεί η λαίλαπα της αντίδρασης.
Ζούμε σε μια εποχή παγκοσμιοποίησης με γρήγορη (και αλόγιστη σε ό,τι αφορά τη διαχείριση των φυσικών πόρων) οικονομική ανάπτυξη, αλλά ταυτόχρονη αύξηση των ανισοτήτων στην κατανομή του εισοδήματος και του πλούτου. Τούτο οφείλεται στο γεγονός ότι η πτώση των φραγμών στη διακίνηση κεφαλαίου και προϊόντων μέσα στο παγκοσμιοποιημένο οικονομικό περιβάλλον ενισχύει το εγγενές πλεονέκτημα του κεφαλαίου έναντι της εργασίας.
Η νέα ισχύς του κεφαλαίου, αν δεν αντιμετωπισθεί μέσα από διευρυμένες διακρατικές συνεργασίες και/ή υπερκρατικούς οργανισμούς με τη λήψη μέτρων προστασίας της εργασίας και κοινωνικής αναδιανομής σε ηπειρωτικό και πλανητικό τελικά επίπεδο, θα οδηγήσει στην πλήρη εξαθλίωση των εργαζομένων και των ολοένα και περισσότερων ανέργων. Στην πραγματικότητα όμως οι κάτοχοι της εξουσίας στις περισσότερες χώρες του κόσμου και πάντως στην Ευρώπη όχι μόνο δεν προωθούν τέτοιες πολιτικές, αλλά εκμεταλλεύονται την κατάσταση για να παρουσιάζουν στους πολίτες τη σταδιακή κατεδάφιση των κοινωνικών ιδίως δικαιωμάτων τους, τη «λιτότητα» ως μια επιλογή χωρίς εναλλακτικές λύσεις, στο όνομα της «ανταγωνιστικότητας».
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η προσπάθεια για εξουδετέρωση του ισχυρότερου όπλου των εργαζομένων για τη συλλογική προάσπιση των συμφερόντων τους, δηλαδή του δικαιώματος της απεργίας. Από την υπογραφή τής υπ' αριθ. 87 Διεθνούς Σύμβασης Εργασίας (ΔΣΕ) περί συνδικαλιστικής ελευθερίας και προστασίας του συνδικαλιστικού δικαιώματος το 1948, το δικαίωμα στην απεργία θεωρούνταν ότι κατοχυρώνεται στο πλαίσιό της, ως απόρροια της ελευθερίας των ενώσεων των εργαζομένων να οργανώνουν τα της δράσης τους. Ωστόσο, το 2012 η πλευρά των εργοδοτών αρνήθηκε να υπογράψει τις Συστάσεις της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ΔΟΕ) προς 25 χώρες να συμμορφωθούν με την Σύμβαση.
Εξάλλου, στα ευρωπαϊκά κράτη που αναγνωρίζουν το δικαίωμα της απεργίας γίνεται προσπάθεια περιστολής του, όπως στην Ελλάδα όπου η τρόικα απαίτησε να επιτρέπεται η άσκησή του μόνο με συναίνεση της απόλυτης πλειοψηφίας των εργαζομένων (τούτο πρακτικά θα σήμαινε ότι η ΓΣΕΕ και η ΑΔΕΔΥ δεν θα μπορούσαν πια να κηρύξουν απεργίες). Η αντίσταση του ελληνικού λαού, που εκφράσθηκε στις 25.1.2015 με την ψήφο του, πρέπει να γίνει παράδειγμα και για άλλους ευρωπαϊκούς λαούς, προκειμένου να αναχαιτισθεί η λαίλαπα της αντίδρασης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου