Δευτέρα 31 Μαρτίου 2014

Οι τράπεζες σε ιδιώτες έναντι πινακίου φακής.

Αναδημοσίευση από Εφημερίδα Συντακτών στις 31/3/2014.


Το Νομοσχέδιο με τίτλο «Μέτρα Στήριξης και Ανάπτυξης της Ελληνικής Οικονομίας» που ψήφισε η Βουλή τα μεσάνυχτα της Κυριακής 30/3/2014, αποτελεί ένα νέο σταθμό στην πορεία προς την καταστρατήγηση του Συντάγματος αλλά και την οικονομική εξαθλίωση στην οποία ωθούν τη χώρα οι ξένοι «δανειστές»-δυνάστες της.
Το Νομοσχέδιο έχει έκταση 223 δακτυλογραφημένων σελίδων και φέρει τις υπογραφές 17(!) υπουργών αφού η ύλη του ανάγεται στις αρμοδιότητες όλων τους, κατά παράβαση της απαγόρευσης (αρ. 74 παρ. 5 του Συντάγματος) να συζητηθούν στη Βουλή νομοσχέδια που περιέχουν άσχετες με το κύριο αντικείμενό τους διατάξεις. Όλα αυτά κατατέθηκαν στη Βουλή στις 28/3/2014 και ψηφίστηκαν δύο ημέρες αργότερα με τη διαδικασία του «κατεπείγοντως», κατ’ επίκληση του άρθρου 76 παρ. 4 Συντ. Στην πραγματικότητα δεν υφίσταται κανένα κατεπείγον, αφού τα χρεωλύσια τα οποία πρέπει να καλυθφούν με νέα δανεικά από την «τρόικα» ανάγονται στα μέσα Μαΐου και συνεπώς η εκπλήρωση των απαιτήσεών της μπορούσε να καθυστερήσει.
Μέσω του προσχηματικού κατεπείγοντως συντελείται ο πλήρης εξευτελισμός των κοινοβουλευτικών διαδικασιών, αφού οι βουλευτές δεν είχαν το χρονικό περιθώριο σχεδόν ούτε να αναγνώσουν, ούτε πολύ περισσότερο να μελετήσουν και να κατανοήσουν το κείμενο του νομοσχεδίου. Ακριβώς η συσκότιση, όμως, ήταν ο στόχος της κυβερνητικής μεθόδευσης.
Επί της ουσίας, πίσω από τις εκατοντάδες διατάξεις με οδυνηρές συνέπειες για πολλές κοινωνικές ομάδες, κρύβεται κυρίως η δρομολόγηση του εγκλήματος της εκποίησης από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) των τραπεζικών μετοχών που κατέχει αυτό (δηλ. ουσιαστικά το κράτος). Το δεύτερο άρθρο, παρ. Α4, εδάφιο 4 του Νομοσχεδίου επιτρέπει στο ΤΧΣ να εκποιεί τις μετοχές αυτές σε τιμές χαμηλότερες τόσο από την τιμή κτήσης τους από το ίδιο όσο και από την τρέχουσα χρηματιστηριακή τιμή. Έτσι οι 4 μεγαλύτερες ελληνικές τράπεζες και μαζί τους ο στρατηγικός έλεγχος της εθνικής οικονομίας μπορούν να εκχωρηθούν σε ιδιώτες έναντι πινακίου φακής (π.χ. το ΤΧΣ κατέβαλε 1.54 ευρώ για κάθε μετοχή της Eurobank, η χρηματιστηριακή αξία στις 28/3/2014 ήταν 48 λεπτά και η τιμή πώλησης μπορεί να είναι ακόμη κατώτερη!)
Καθώς βέβαια η κυβέρνηση γνωρίζει ότι η εκποίηση χωρίς κατώτατο όριο τιμής οδηγεί σε διάπραξη κακουργηματικής απιστίας σε βάρος του Δημοσίου, φρόντισε να προστατεύσει τους μελλοντικούς αυτουργούς-μέλη των οργάνων διοίκησης του ΤΧΣ. Έτσι το εδάφιο Α7, υπεδάφιο 22 του δεύτερου άρθρου «θεωρεί» προκαταβολικά και πλασματικά ως «επωφελής» (!) και «υπηρετούσες τη χρηστή διοίκηση» της περιουσίας του ΤΧΣ τις σχετικές αποφάσεις τους. Το αποτέλεσμα της ασυδοσίας αυτής θα είναι η οριστική επιβάρυνση του ήδη υπέρογκου δημοσίου χρέους με πολλά από τα 50 δις ευρώ που διατέθηκαν για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, αφού η εκποίηση θα καταστήσει ανέφικτη τη διεκδίκηση της μεταφοράς του ποσού της ανακεφαλαιοποίησης στον ευρωπαϊκό μηχανισμό σταθερότητας.
Οι επικείμενες Ευρωεκλογές του Μαΐου μας δίνουν την ευκαιρία να στείλουμε ένα μήνυμα τόσο ισχυρό, ώστε να δρομολογήσουμε το τέλος της μνημονιακής συγκυβέρνησης και του ολέθριου έργου της.

Κυριακή 30 Μαρτίου 2014

Γνωμοδότηση περί της προτάσεως δυσπιστίας του ΣΥΡΙΖΑ


ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ

Ερώτημα
Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης κ. Αλέξης Τσίπρας μου έθεσε το ερώτημα εάν είναι επιτρεπτή η υποβολή πρότασης δυσπιστίας ατομικά κατά υπουργού πριν από την παρέλευση εξαμήνου αφότου η Βουλή απέρριψε πρόταση δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης, μέλος της οποίας είναι ο υπουργός.

Απάντηση
Ι. Στην παρ. 2 του άρθρου 84 του Συντάγματος ορίζεται: «Η Βουλή μπορεί με απόφασή της να αποσύρει την εμπιστοσύνη της από την Κυβέρνηση ή από μέλος της. Πρόταση δυσπιστίας μπορεί να υποβληθεί μόνο μετά την πάροδο εξαμήνου αφότου η Βουλή απέρριψε πρόταση δυσπιστίας. …».
Το δεύτερο εδάφιο της παραπάνω διάταξης θέτει τον κανόνα ότι για να υποβληθεί πρόταση δυσπιστίας πρέπει να έχει παρέλθει τουλάχιστον εξάμηνο από την απόρριψη της προηγούμενης. Ο κανόνας αυτός έχει βεβαίως νόημα μόνον όταν πρόκειται για την υποβολή νέας πρόταση δυσπιστίας κατά της ίδιας κυβέρνησης. Είναι αυτονόητο ότι, εάν εντός του εξαμήνου ορκιστεί νέα κυβέρνηση, ουδόλως κωλύεται η υποβολή πρότασης δυσπιστίας κατά αυτής. Με άλλα λόγια, η εφαρμογή του κανόνα προϋποθέτει την ταυτότητα του καθ’ ου η πρόταση.
Για τον ίδιο ακριβώς λόγο, ο παραπάνω κανόνας δεν εφαρμόζεται στην περίπτωση υποβολής διαδοχικών προτάσεων κατά της κυβέρνησης συλλογικά και κατά μέλους της ατομικά, οπότε επίσης δεν συντρέχει ταυτότητα του καθ’ ου η πρόταση. Όπως έχω υποστηρίξει σε ανύποπτο χρόνο, η εξάμηνη προθεσμία δεν εφαρμόζεται παρά μόνο για ταυτόσημες ως προς τον καθ’ ου προτάσεις, έτσι ώστε η απόρριψη πρότασης δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης να μην εμποδίζει την υποβολή πρότασης δυσπιστίας κατά μέλους της πριν την πάροδο εξαμήνου (Κ. Χρυσόγονος, Συνταγματικό δίκαιο, Εκδ. Σάκκουλα 2003, σ. 555).
Την άποψη αυτή, μολονότι είχε υποστηριχθεί παλαιότερα και η αντίθετή της (βλ. Π. Παραρά, Σύνταγμα 1975 – Corpus, τόμ. ΙΙΙ, Εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα 1999, σ. 203), επιβεβαιώνει και η πλέον πρόσφατη μονογραφία για την κυβερνητική ευθύνη που διαθέτει η ελληνική βιβλιογραφία. Σ’ αυτήν αναφέρεται, επί λέξει, ότι «η προθεσμία αυτή δεν ισχύει, όταν η προγενέστερη πρόταση μομφής δεν αφορούσε το υπουργικό συμβούλιο στο σύνολό του ή τον πρωθυπουργό, αλλά μεμονωμένο μέλος της κυβέρνησης… Αν, δηλαδή, απορριφθεί πρόταση μομφής που στρέφεται κατά της κυβέρνησης, δεν παρεμποδίζεται η υποβολή νέας, που στοχεύει στην απομάκρυνση υπουργού, εντός του εξαμήνου» (Ιφ. Καμτσίδου, Το κοινοβουλευτικό σύστημα. Δημοκρατική αρχή και πολιτική ευθύνη, Εκδ. Σαββάλα 2011, σ. 267).
Εξάλλου, η παραπάνω άποψη επιβεβαιώνεται κατ’ ουσίαν και από δύο περαιτέρω επιχειρήματα, ένα τελολογικό και ένα συστηματικό. Καταρχάς, προφανής σκοπός της περί εξαμήνου διάταξης του άρθρου 84 παρ. 2 Συντ. είναι η διασφάλιση της κυβερνητικής σταθερότητας, η οποία όμως μόνον από ενδεχόμενη αποδοχή πρότασης δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης συλλογικά κινδυνεύει και όχι από την αποδοχή τέτοιας πρότασης ατομικά κατά υπουργού. Στη δεύτερη περίπτωση ο υπουργός υποχρεούται μεν σε παραίτηση, η συνταγματική ωστόσο θέση της κυβέρνησης συλλογικά ουδόλως θίγεται.
Περαιτέρω, από τη διάταξη του άρθρου 85 Συντ., σύμφωνα με την οποία «τα μέλη του Υπουργικού Συμβουλίου, καθώς και οι Υφυπουργοί είναι συλλογικώς υπεύθυνοι για τη γενική πολιτική της Κυβέρνησης και καθένας από αυτούς για τις πράξεις ή παραλείψεις της αρμοδιότητάς του», προκύπτει ότι διακρίνεται σαφώς η ατομική πολιτική ευθύνη των μελών της κυβέρνησης έναντι της συλλογικής ευθύνης της ίδιας της κυβέρνησης (βλ., ενδεικτικά, Ευ. Βενιζέλου, Μαθήματα συνταγματικού δικαίου, 2η έκδ., Εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα 2008, σ. 559, Κ. Μαυριά, Συνταγματικό δίκαιο Ι, Εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα 2000, σ. 543, Δ. Θ. Τσάτσου, Συνταγματικό δίκαιο, τόμ. Β΄, Οργάνωση και λειτουργία της πολιτείας, 2η έκδ., Εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα 1993, σ. 292 επ.). Επομένως, η απόδοση ατομικής πολιτικής ευθύνης με την υποβολή πρότασης δυσπιστίας κατά ορισμένου μέλους της κυβέρνησης είναι σαφώς διακεκριμένη έναντι της απόδοσης πολιτικής ευθύνης συλλογικά στην κυβέρνηση.   
II. Σύμφωνα με το άρθρο 142 παρ. 3 του Κανονισμού της Βουλής, αν διαπιστωθεί ότι η πρόταση υπογράφεται από τον ελάχιστο απαιτούμενο αριθμό βουλευτών, η Βουλή διακόπτει τις (νομοθετικές ή άλλες) εργασίες της και επακολουθεί η έναρξη συζήτησης της πρότασης. Η κατά τη διάταξη αυτή διαπίστωση γίνεται προφανώς από το Προεδρείο της Βουλής και η αρμοδιότητα του τελευταίου εξαντλείται σ΄ αυτήν. Ούτε στο άρθρο 142 ούτε στα άρθρα 11 και 12 και 14 του Κανονισμού, τα οποία καθορίζουν τις αρμοδιότητες του Προέδρου, των λοιπών μελών του Προεδρείου και της Διάσκεψης των Προέδρων, περιέχεται οποιαδήποτε πρόβλεψη περί δυνατότητας του Προεδρείου (ή της Διάσκεψης των Προέδρων) να απορρίψει το ίδιο πρόταση δυσπιστίας, επειδή κατά τη γνώμη της πλειοψηφίας των μελών του Προεδρείου (ή της Διάσκεψης των Προέδρων) ή προσωπικά του Προέδρου η πρόταση αυτή δεν πληροί τις προϋποθέσεις των άρθρων 84 του Συντάγματος και 142 του Κανονισμού της Βουλής σχετικά με τον χρόνο υποβολής της. Μόνη αρμόδια να απορρίψει την πρόταση δυσπιστίας, σύμφωνα με τις ανωτέρω διατάξεις, είναι η Ολομέλεια της Βουλής, αφού εννοείται προηγηθεί συζήτησή της με τους όρους της παρ. 4 του άρθρου 142 του Κανονισμού της Βουλής. 

Συμπέρασμα
Η απόρριψη πρότασης δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης δεν εμποδίζει την υποβολή πρότασης δυσπιστίας κατά μέλους της πριν την πάροδο εξαμήνου και πάντως μόνη αρμόδια να τη συζητήσει και στη συνέχεια να την απορρίψει είναι η Ολομέλεια της Βουλής, εφόσον η πρόταση φέρει τις υπογραφές τουλάχιστον του ενός έκτου του συνόλου των βουλευτών.


Θεσσαλονίκη, 30.03.2014



Κώστας Χ. Χρυσόγονος
Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου
Νομική Σχολή Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης

Όλη η Ελλάδα ένας Δενδροπόταμος.



Αναδημοσίευση από εφημερίδα REAL NEWS στις 30/3/2014.


Στην Ελλάδα πολλοί από τους νόμους, περιλαμβανομένου και του Συντάγματος, υπάρχουν όχι για να εφαρμόζονται αλλά για να μην εφαρμόζονται. Και τούτο δεν οφείλεται στο ότι δήθεν οι Έλληνες είναι λαός ο οποίος ρέπει από τη φύση του στην παρανομία, τη φοροδιαφυγή κλπ., όπως ενίοτε μας κατηγορούν με ρατσιστικά υπονοούμενα οι ξένοι «φίλοι» και «προστάτες» μας (π.χ. ο αλήστου μνήμης Στρος – Καν,  όταν ήταν επικεφαλής του Διεθνούς  Νομισματικού  Ταμείου). Οφείλεται αντίθετα στο ότι στη χώρα μας η ιστορική  εξέλιξη οδήγησε στην οικοδόμηση ενός κλεπτοκρατικού συστήματος εξουσίας που πρώτο το ίδιο δίνει το  παράδειγμα στην παρανομία και παρασύρει σε κάποιο βαθμό και την κοινωνία.
Το άρθρο 52 του Συντάγματος επιτάσσει την «ελεύθερη και ανόθευτη εκδήλωση της λαϊκής θέλησης» (εννοείται στις κάθε είδους εκλογές) και μάλιστα την ανάγει σε «υποχρέωση όλων των λειτουργών της Πολιτείας». Σε αρμονία προς τη διάταξη αυτή, το άρθρο 165 του Ποινικού Κώδικα προβλέπει ποινή φυλάκισης για όποιον προτείνει , παρέχει ή υπόσχεται σε εκλογέα δώρα ή άλλα ωφελήματα για να ασκήσει εκείνος το εκλογικό του δικαίωμα με ορισμένο τρόπο (δηλ. για να ψηφίσει ορισμένο κόμμα ή υποψήφιο). Στην πραγματικότητα όμως όλοι ξέρουμε ότι τέτοιες προεκλογικές παροχές αποτελούν συνήθη πρακτική πολλών υποψηφίων και ουσιώδη παράγοντα εκλογικής επιτυχίας, ενώ σπάνια οι δράστες  λογοδοτούν για αυτά στη δικαιοσύνη.
Το πιο χαρακτηριστικό ίσως παράδειγμα αναφέρεται στην αποκαλυπτική έρευνα που δημοσιεύθηκε στη Realnews στις 16.9.2012 για το «πάρτι» που «στηνόταν σε κάθε εκλογική αναμέτρηση από τον Άκη Τσοχατζόπουλο στον Δενδροπόταμο Θεσσαλονίκης» και του διασφάλιζε τη μονοσταυρία από 2.600 κατοίκους της περιοχής. «Μίζες σε προέδρους – ομαδάρχες, σταυρωμένα ψηφοδέλτια μέσα σε χαρτονομίσματα των 50 ευρώ, δωράκια, τραπεζώματα και ρουσφέτια» ήταν η οργανωμένη αντιπαροχή του πάλαι ποτέ πανίσχυρου υπουργού. Σήμερα αυτός είναι έγκλειστος των φυλακών Κορυδαλλού, αλλά οι δοκιμασμένες πρακτικές του όχι μόνο συνεχίζονται, αλλά και διευρύνονται από τη μνημονιακή συγκυβέρνηση.
 Η διανομή του εξαγγελόμενου από την κυβέρνηση εφάπαξ (!) «κοινωνικού μερίσματος» σε ευπαθείς πληθυσμιακές ομάδες δεν είναι τίποτε άλλο, παρά μια διευρυμένη σε πανελλαδική κλίμακα αναπαραγωγή των πρακτικών Τσοχατζόπουλου. Στις παραμονές των ευρωεκλογών και αυτοδιοικητικών εκλογών του Μαϊου τα κόμματα – πυλώνες του κλεπτοκρατικού συστήματος εξουσίας (Ν.Δ. και ΠΑ. Σ.Ο.Κ.) θα μοιράσουν σε περίπου ένα εκατομμύριο (!) θύματα της ανάλγητης μνημονιακής πολιτικής, που οδήγησε στη βίαιη πτωχοποίηση της ελληνικής κοινωνίας, από μερικές εκατοντάδες ευρώ. Πρόκειται προφανώς για την πιο μεγάλη και την πιο αναίσχυντη προσπάθεια μαζικής εξαγοράς ψήφων στην εκλογική μας ιστορία.              
Η φτωχογειτονιά του Δενδροπόταμου είναι μια από τις πιο προβληματικές περιοχές της χώρας, λόγω της περιβαλλοντικής της υποβάθμισης και του κοινωνικού αποκλεισμού των κατοίκων της. Το πενηντάρικο που εισέπραττε καθένας τους από τους μεσάζοντες του διαβόητου κλεπτοκράτη στην πραγματικότητα το πλήρωνε, και συνεχίζει να το πληρώνει, στο πολλαπλάσιο, αφού ακριβώς το κλεπτοκρατικό σύστημα με τις σκληρές ταξικές επιλογές και πολιτικές του είναι εκείνο το οποίο καταδικάζει τον Δενδροπόταμο και τους κατοίκους του στη διαρκή φτώχεια. Το ίδιο κλεπτοκρατικό σύστημα μετατρέπει σχεδιασμένα την Ελλάδα ολόκληρη, τα τελευταία τέσσερα χρόνια, στην πιο υποβαθμισμένη φτωχογειτονιά της Ευρώπης, εκτελώντας το μνημονιακό συμβόλαιο που έχει συνάψει με τους ξένους «προστάτες». Ο ελληνικό λαός πρέπει να βρει την ψυχική δύναμη να καταδικάσει με την ψήφο του την κλεπτοκρατία και τις πρακτικές της.  

Ευκαιρία για τους πολίτες να δώσουν απάντηση.


Αναδημοσίευση από εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ στις 30/3/2014.



Υποτίθεται πως οι εθνικές επέτειοι συμβολίζουν όσα μας ενώνουν. Η επέτειος της 25ης Μαρτίου είναι η κατεξοχήν γιορτή του ελληνισμού, αφού συμβολίζει την επανάστασή του απέναντι στην ξένη τυραννία. Είναι η επέτειος που θα έπρεπε να ενώνει τους Έλληνες και να δίνει σε όλους τη δυνατότητα συμμετοχής στον εορτασμό.
            Όλα αυτά τα αυτονόητα θα έπρεπε να ισχύουν ακόμη περισσότερο σε ένα δημοκρατικό πολίτευμα, εφόσον η εξουσία απέρρεε από τον λαό και ασκούνταν με σεβασμό στο περιεχόμενο της εντολής του. Δεν νοείται δημοκρατική εξουσία που να αποδεικνύεται στην πράξη φοβική, αν όχι και εχθρική, απέναντι στον «δήμο» της.
            Όσα συνέβησαν στις εκδηλώσεις της 25.3.2014 είναι συνεπώς όχι μόνο θλιβερά, αλλά και αποκαλυπτικά για την αληθινή φύση της μνημονιακής εξουσίας. Η μνημονιακή συγκυβέρνηση φοβάται τους πολίτες τόσο, ώστε να τους αποκλείσει την πρόσβαση στην περιοχή της πλατείας Συντάγματος κατά τη διάρκεια των παρελάσεων. Μόνο κάποιοι προσκεκλημένοι της και βέβαια μερικές χιλιάδες (!) αστυνομικοί είχαν πρόσβαση εκεί, ενώ σε ικανή απόσταση το κοινό κρατιόταν πίσω από κιγκλιδώματα και κάτω από αυστηρή επιτήρηση.
            Τα δύο κόμματα εξουσίας (ΠΑ.ΣΟ.Κ. και Ν.Δ.) φαίνεται πως αντιμετωπίζουν τον λαό μόνο ως αντικείμενο προεκλογικού εμπαιγμού, όπως το 2012 με την αλησμόνητη «επαναδιαπραγμάτευση» των μνημονίων και σήμερα με το εξευτελιστικό «κοινωνικό μέρισμα». Κατά τα άλλα τον θέλουν απόντα ακόμη και από τις εθνικές επετείους και φροντίζουν να διασφαλίζουν την απουσία του με αστυνομικά μέτρα.
            Οι κυβερνώντες ίσως να μην αντιλαμβάνονται ότι έτσι αυτοεξευτελίζονται. Εφόσον φοβούνται τόσο πολύ τις αποδοκιμασίες του πλήθους, θα ήταν προτιμότερο για τους ίδιους να μην εμφανισθούν καν στις εξέδρες. Η εικόνα της αστυνομοκρατίας στις παρελάσεις στιγματίζει με τον πιο απτό και προφανή τρόπο την αντιλαϊκή και αντικοινωνική μνημονιακή συγκυβέρνηση.  

Η ανατροπή του "καταλληλότερου".


Αναδημοσίευση από εφημερίδα ΑΥΓΗ στις 30/3/2014.


Για μια «νέα εποχή» και μια «νέα Ελλάδα» έκανε λόγο ο Αντώνης Σαμαράς μετά τη συμφωνία κυβέρνησης και τρόϊκας για την εκταμίευση της καθυστερούμενης δόσης του Ιουλίου 2013 (!) από τους δανειστές προς τη δοσομανή χώρα μας. Στο βωμό της δόσης αυτής θυσιάζονται βέβαια μερικοί εκπαιδευτικοί, καθώς και αρκετοί κτηνοτρόφοι, αλλά τούτο αποτελεί λεπτομέρεια για τον πρωθυπουργό της μνημονιακής συγκυβέρνησης.
Το ότι πρόκειται πάντως για «νέα Ελλάδα» είναι αναμφισβήτητο. Σύμφωνα με τα επίσημα στατιστικά στοιχεία το 2009 το σύνολο των μισθών των εργαζομένων στη χώρα αυτή ανήλθε σε περίπου 86 δις ευρώ (πηγή: Δελτίο Τύπου Ε.Σ.Υ.Ε. 11.3.2010, σ. 4 στη στήλη «αμοιβές εξαρτημένης εργασίας») ενώ το 2013 κατήλθε στα 57,3 δις ευρώ  (πηγή: Δελτίο Τύπου ΕΛ.ΣΤΑΤ. 11.3.2014, σ. 4 στην ίδια στήλη). Με άλλες λέξεις ποσοστό περίπου 35% του εισοδήματος των μισθωτών χάθηκε στη μνημονιακή τετραετία 2010-2014. Ο άλλος βασικός συντελεστής στη διαμόρφωση του συνολικού εισοδήματος, που εμφανίζεται στους στατιστικούς πίνακες κάτω από τον νεφελώδη τίτλο «ακαθάριστο λειτουργικό πλεόνασμα» και περιλαμβάνει ως κύριο στοιχείο κέρδη και άλλες κεφαλαιακές προσόδους, επηρεάσθηκε πολύ λιγότερο, αφού από τα 128 δις ευρώ του 2009 έπεσε στα 104 το 2013 ή σε ποσοστό περίπου 18%.        
                Επομένως εκείνο που συνέβη στην εποχή των μνημονίων ήταν, πέρα από τη συνολική πτωχοποίηση της χώρας, μια βίαιη αναδιανομή εισοδήματος στο εσωτερικό της. Η αναδιανομή αυτή επιδεινώνει την υφιστάμενη ούτως ή άλλως ταξική αδικία και εκμετάλλευση, σε βαθμό ο οποίος θα ήταν καταφανώς αδύνατο να «επιτευχθεί» υπό συνθήκες φυσιολογικής λειτουργίας των κοινοβουλευτικών θεσμών. Η δυσαρέσκεια των εργαζομένων και ακόμη περισσότερο των ανέργων, δηλ. της πλειοψηφίας των πολιτών, δεν θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί από τα κόμματα εξουσίας (ΠΑ.Σ.ΟΚ. – Ν.Δ.) παρά μόνο με την επίκληση «ανωτέρας βίας», δηλ. των εντολών των ξένων δανειστών, όπως και έγινε.
Η «νέα Ελλάδα» του Αντώνη Σαμαρά λειτουργεί στη βάση μιας εφιαλτικής μετανεωτερικής μετάλλαξης της λεγόμενης «αρχής του Ματθαίου» (Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, ΙΓ’  12: «όστις γαρ έχει, δοθήσεται αυτώ και περισσευθήσεται` όστις δε ουκ έχει, και ό έχει αρθήσεται απ΄ αυτού»). Κατ΄ ουσία μάλιστα επιχειρείται τώρα να υποτιμηθεί η εργασία κάτω από την αξία της εργατικής δύναμης. Η τελευταία προσδιορίζεται ως «ο χρόνος εργασίας που είναι αναγκαίος για την παραγωγή, επομένως και για την αναπαραγωγή της», όπου «περιλαμβάνονται και τα μέσα συντήρησης των αντικαταστατών, δηλ. των παιδιών των εργατών» (Κ. Μαρξ, Το κεφάλαιο, τον. Α΄, κεφ. 4, παρ. 3). Τα εισοδήματα όμως των εργαζομένων (χωρίς να υπολογίζονται το 1,5 εκατομμύριο εξαθλιωμένοι άνεργοι) είναι σήμερα τόσο χαμηλά, ώστε να καθίστανται ανεπαρκή για τη συντήρηση παιδιών σε αριθμό ίσο με τους γονείς.
Καθόλου τυχαία, ο δείκτης γονιμότητας στην Ελλάδα (μέσος αριθμός παιδιών που θα γεννήσει μια γυναίκα στη διάρκεια της ζωής της) έπεσε από το 1,49 το έτος 2009 στο μόλις 1,34 το 2012, σύμφωνα με τα αναρτημένα στον ιστοχώρο της ΕΛΣΤΑΤ επίσημα στατιστικά στοιχεία (εννοείται ότι η πτώση επιδεινώνεται μετά το 2012, έστω και αν προς το παρόν δεν υπάρχουν  στοιχεία να το επιβεβαιώσουν). Και αυτό τη στιγμή κατά την οποία το απαιτούμενο επίπεδο για να μείνει σταθερός ο εγχώριος πληθυσμός είναι 2,1.
Αν συνεχισθεί η μείωση των γεννήσεων την οποία προκαλεί η ανέχεια εξαιτίας των μνημονιακών πολιτικών, θα οδηγηθούμε, με τη συμβολή και των τάσεων φυγής των άνεργων νέων από την Ελλάδα, στην πληθυσμιακή της αποψίλωση. Η νέα Ελλάδα του «καταλληλότερου» πρωθυπουργού μας θα είναι μια έρημη χώρα. Η ανατροπή του «καταλληλότερου» και η άσκηση μιας εντελώς διαφορετικής πολιτικής, με επίκεντρο τον άνθρωπο και τη δίκαια αμειβόμενη εργασία του, είναι άμεση ανάγκη. Οι επικείμενες ευρωεκλογές μπορούν ν΄ αποτελέσουν την αφετηρία της ανατροπής, με εμπροσθοφυλακή τις δυνάμεις της ριζοσπαστικής αριστεράς. 

Σάββατο 29 Μαρτίου 2014

Ψευδεπίγραφος Εκδημοκρατισμός

Αναδημοσίευση από εφημερίδα KONTRA NEWS στις 29/3/2014.


Κατατέθηκε στη Βουλή την Πέμπτη 27/3/2014 το νομοσχέδιο του Υπουργείου Εσωτερικών για τις Ευρωεκλογές με το οποίο καταργείται το σύστημα της λίστας για την εκλογή των ευρωβουλευτών και εισάγεται ο σταυρός προτίμησης. Η μνημονιακή συγκυβέρνηση υποστηρίζει ότι έτσι επέρχεται ο εκδημοκρατισμός της εκλογικής διαδικασίας. Στην πραγματικότητα όμως το νομοσχέδιο εμπεριέχει τόσες και τέτοιες στρεβλώσεις στον τρόπο εισαγωγής του σταυρού ώστε ο εκδημοκρατισμός να καθίσταται ψευδεπίγραφος.
Τα άρθρα 3 και 4 του Νομοσχεδίου προβλέπουν ότι ολόκληρη η Ελλάδα θα αποτελέσει μία ενιαία εκλογική περιφέρεια με 21 έδρες, 42 υποψήφιους για κάθε κόμμα και δυνατότητα έως και 4 σταυρών από κάθε ψηφοφόρο. Μια τέτοια περιφέρεια-τέρας ξεπερνά οτιδήποτε έχουμε γνωρίσει στην ελληνική εκλογική ιστορία και οδηγεί στην αναπαραγωγή σε διευρυμένη κλίμακα των νοσηρών φαινομένων που έχουν παρατηρηθεί στην Β’ εκλογική περιφέρεια Αθηνών, τη μεγαλύτερη της χώρας στις εθνικές εκλογές. Εκεί για την εκλογή βουλευτή, ειδικά μάλιστα στα παραδοσιακά κόμματα εξουσίας («Νέα Δημοκρατία»-ΠΑΣΟΚ) απαιτούνταν στην πράξη η συγκρότηση ενός τόσο μεγάλου και πολυδάπανου προσωπικού μηχανισμού από τον υποψήφιο ώστε το μέσο κόστος μιας επιτυχημένης προεκλογικής εκστρατείας να κυμαίνεται περί το 1 εκατομμύριο (!) ευρώ.
Εννοείται ότι τις δαπάνες αυτές σχεδόν κανείς υποψήφιος της Β’ Αθηνών δεν τις κατέβαλε από ιδίους πόρους και ότι προϋπόθεση της εκλογής ήταν για τους περισσότερους η εξεύρεση χρηματοδοτών. Η συνήθως αφανής χρηματοδότηση συνοδεύεται βέβαια από αντίστοιχες αφανείς δεσμεύσεις για ποικίλα οικονομικά και άλλα ανταλλάγματα από τον βουλευτή στους «χορηγούς» του, σε βάρος τελικά του δημοσίου χρήματος. Με τέτοιες και με άλλες παρεμφερείς μεθοδεύσεις, σε επίπεδο όχι μόνο προσώπων και κομμάτων (όπως π.χ. αποκαλύφθηκε στην υπόθεση SIEMENS με τα εκατομμύρια που ομολόγησαν τα στελέχη της εταιρίας ότι κατέβαλαν στο ΠΑΣΟΚ και τη «Νέα Δημοκρατία»), οικοδομήθηκε επί δεκαετίες μετά τη μεταπολίτευση το κλεπτοκρατικό σύστημα εξουσίας το οποίο οδήγησε την Ελλάδα στον Καίαδα της «συντεταγμένης» χρεοκοπίας.
Πέραν όμως απο την οικονομική πλευρά του ζητήματος, προφανές είναι και το έλλειμμα αντιπροσώπευσης που θα προκύψει μέσα από τη μία πανελλαδική εκλογική περιφέρεια. Λόγω της υπερσυγκέντρωσης πλυθησμού στο Λεκανοπέδιο Αττικής, υποψήφιοι προερχόμενοι από αυτό θα έχουν τεράστιο οργανωτικό πλεονέκτημα απέναντι στους υποψηφίους από όλη την υπόλοιπη Ελλάδα, η οποία έτσι κινδυνεύει να μείνει πρακτικά εκτός Ευρωκοινοβουλίου.
‘Ολα αυτά προωθούνται με στόχο την εξυπηρέτηση προεκλογικών σκοπιμοτήτων των κομμάτων που στηρίζουν τη μνημονιακή συγκυβέρνηση και την αποτροπή ή τη μείωση των διαστάσεων της διαφαινόμενης εκλογικής επικράτησης του ΣΥΡΙΖΑ. Οι Έλληνες πολίτες καλούνται να αποδείξουν ότι διαθέτουν την ωριμότητα που απαιτείται για να καταδικάσουν τις κυβερνητικές μεθοδεύσεις και να δρομολογήσουν την ανατροπή του κλεπτοκρατικού συστήματος.

Πέμπτη 27 Μαρτίου 2014

ΣτΕ: "Ευπαθείς" οι τράπεζες, στον Καιάδα οι ομολογιούχοι.


                                  Αναδημοσίευση από την εφημερίδα Ελευθεροτυπία 27/3/2014


Στις 21.3.2014 δημοσιεύθηκε η απόφαση 1116/2014 της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, που έκρινε ότι το «κούρεμα» των ομολόγων των φυσικών προσώπων με το περιβόητο PSI (νόμος 4046 /2012) δεν παραβιάζει ούτε το Σύνταγμα ούτε την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Πρόκειται για μια εξέλιξη αναμενόμενη, αφού το αποτέλεσμα είχε διαρρεύσει στα ΜΜΕ μερικούς μήνες νωρίτερα, και κατά μια έννοια θετική, αφού ανοίγει επιτέλους τον δρόμο για προσφυγές των ομολογιούχων στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, μετά την εξάντληση των εσωτερικών ενδίκων μέσων. Ωστόσο έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον το σκεπτικό της μακροσκελούς απόφασης.
Ο κύριος ισχυρισμός των ομολογιούχων – φυσικών προσώπων ήταν ότι υφίστανται άνιση μεταχείριση σε σχέση με τις τράπεζες και τους άλλους θεσμικούς επενδυτές, κατά παράβαση του άρθρου 4 παρ. 1 του Συντάγματος (αρχή της ισότητας). Και τούτο διότι τα φυσικά πρόσωπα, σε αντίθεση με τις τράπεζες, δεν είχαν τη δυνατότητα να εκτιμήσουν σωστά τον επενδυτικό κίνδυνο, ούτε να πραγματοποιήσουν αντίστοιχη διασπορά των τοποθετήσεών τους. Εμπιστεύθηκαν το ελληνικό δημόσιο ως ασφαλές καταφύγιο για τις οικονομίες μιας ζωής και εκείνο τους «αντάμειψε» λεηλατώντας τις περιουσίες τους. Σα να μην έφθανε αυτό, με το PSI του 2012 δόθηκαν και φοροαπαλλαγές στις τράπεζες, ως αντιστάθμισμα των απωλειών τους από το «κούρεμα» των ομολόγων τους, αλλά καμία φοροαπαλλαγή στα φυσικά πρόσωπα. Σημειωτέον ότι το συνολικό όφελος του δημοσίου από το «κούρεμα» των φυσικών προσώπων ήταν λιγότερο από 1 δις ευρώ, δηλ. ασήμαντο σε σχέση με την απώλεια της πιστοληπτικής του ικανότητας έναντι των τελευταίων δυνητικών υποστηρικτών – πιστωτών του, δηλ. των πολιτών του. Γι αυτό άλλωστε το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους είχε εισηγηθεί την εξαίρεση των φυσικών προσώπων από το κούρεμα, χωρίς να εισακουσθεί από την κυβέρνηση (τότε) Παπαδήμου.
Το Συμβούλιο της Επικρατείας όμως έκρινε ότι η αρχή της ισότητας δεν επιβάλει στο κράτος να επιφυλάσσει ευνοϊκή μεταχείριση σε ορισμένους πιστωτές του πάνω στη βάση των προσωπικών δεδομένων τους. Αντίθετα επιβάλει την «πορεία με ίσο βήμα», ώστε σε περίπτωση αδυναμίας ικανοποιήσεως του συνόλου των απαιτήσεων κάθε πιστωτής να ικανοποιηθεί ανάλογα με το ύψος της απαίτησής του. Με άλλες λέξεις δέχθηκε ότι τα φυσικά πρόσωπα και οι θεσμικοί επενδυτές είναι ίσοι και όμοιοι.
Ο παραλογισμός της δικαστικής αυτής κρίσης είναι τόσο προφανής ώστε να μην χρήζει περαιτέρω σχολιασμού. Η απόφαση όμως δεν σταμάτησε εδώ. Στη συνέχεια της ίδιας (36ης) σκέψης της αναίρεσε αμέσως την προηγούμενη παραδοχή της και δέχθηκε ότι φοροαπαλλαγές που θεσπίστηκαν με τον ν. 4046/2012 υπέρ των νομικών προσώπων όχι μόνο δεν αντιβαίνουν στην αρχή της ισότητας αλλά και ήταν ……………….. επιβεβλημένες (!) για τη «συγκράτηση της αξιοπιστίας των ιδρυμάτων του χρηματοπιστωτικού συστήματος, του οποίου η ευπάθεια συνιστά σοβαρότατη απειλή για μια εθνική οικονομία στο σύνολό της».
Με άλλες λέξεις το ανώτατο διοικητικό δικαστήριο της χώρας επιχειρεί να μας πείσει  ότι οι τράπεζες και τα λοιπά  επενδυτικά σχήματα  είναι «ευπαθή» και χρειάζονται ιδιαίτερη προστασία, ενώ οι άνθρωποι όχι. Έτσι π.χ. ο καρκινοπαθής ο οποίος επένδυσε το εφάπαξ του σε ομόλογα του ελληνικού δημοσίου, ώστε με τους σταθερούς τόκους τους να συμπληρώνει τη σύνταξή του και να επιτυγχάνει ένα στοιχειώδες επίπεδο περίθαλψης, μπορεί να αφεθεί να πεθάνει, αρκεί το «ίδρυμα του χρηματοπιστωτικού συστήματος» να διατηρήσει την αξιοπιστία του.
Η απόφαση 1116/2014 της Ολομέλειας του Συμβουλίου τη Επικρατείας είναι συγκρίσιμη, κατά κάποιον τρόπο, με την απόφαση 763/1937 του ίδιου. Τότε είχε γίνει δεκτό ότι ο εγκλεισμός αντιφρονούντων της μεταξικής δικτατορίας στο κολαστήριο της Ακροναυπλίας υπό καθεστώς «στρατιωτικως πειθαρχουμένης διαβιώσεως» αποτελεί ανεκτό περιορισμό της προσωπικής τους ελευθερίας και δεν συνιστά φυλάκιση χωρίς ποινική καταδίκη, ούτε παραβίαση του Συντάγματος. Και τούτο διότι η «πειθαρχουμένη διαβίωσις» είναι «συντελεστική κατά πολύ της ηθικής βελτιώσεως αυτών» (των αντιφρονούντων) και «μέτρον προστασίας της πολιτείας έναντι των υπερβασιών και των καταχρήσεων της προσωπικής ελευθερίας». Όπως τότε η Ολομέλεια δεν μπορούσε ή δεν ήθελε να αντιπαρατεθεί έστω και για λίγο στη μεταξική τυραννία, έτσι και σήμερα δεν μπόρεσε ή δεν θέλησε να αντιπαρατεθεί έστω και για λίγο στη μνημονιακή τυραννία. Δυστυχώς, η Ιστορία επαναλαμβάνεται.   

Τετάρτη 26 Μαρτίου 2014

ΤΟ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΟ ΕΡΓΟ ΤΗΣ ΜΝΗΜΟΝΙΑΚΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ.



                                                                                     Αναδημοσίευση από Real.gr στις 26/10/2013.
                                                                                              

            Όταν είχε συναφθεί η πρώτη δανειακή σύμβαση της Ελλάδος με το ΔΝΤ και τα κράτη –μέλη της ευρωζώνης,τον Μάιο του 2010, είχα επισημάνει τον αποικιοκρατικό της  χαρακτήρα («Νομικό Βήμα» 2010,σελ 1353 επ.)
Ένα από τα κύρια σημεία της κριτικής μου  ήταν ότι η  σύμβαση δεν φαίνεται να διασφαλίζει το (ως τότε)  αυτονόητο, δηλ. την ασυλία της δημόσιας περιουσίας του κράτους έναντι αναγκαστικής εκτέλεσης εκ μέρους των ξένων δανειστών.
            Η κρατική περιουσία γενικά διακρίνεται σε δημόσια, που σημαίνει τα περιουσιακά  στοιχεία τα προορισμένα με βάση τη χρήση τους για την εξυπηρέτηση  δημόσιων σκοπών (π.χ. το μέγαρο της Βουλής, τα κτίρια των υπουργείων, ο οπλισμός των ενόπλων δυνάμεων και σωμάτων ασφαλείας), και σε ιδιωτική, η οποία περιλαμβάνει  όλα τα υπόλοιπα (π.χ. αναξιοποίητα οικόπεδα, κενά κτίρια κλπ.). Με βάση το άρθρο 94 του Συντάγματος η ιδιωτική περιουσία του κράτους μπορεί να καταστεί αντικείμενο αναγκαστικής εκτέλεσης (κατάσχεσης και πλειστηριασμού),εφόσον το κράτος δεν εκπληρώνει τις δανειακές ή άλλες υποχρεώσεις του. Αντίθετα η δημόσια περιουσία του κράτους δεν μπορεί να κατασχεθεί, επειδή αποτελεί το υλικό μέσο για την άσκηση της κυριαρχίας του, δηλ. τελικά της λαϊκής κυριαρχίας την οποία εξαγγέλλει το άρθρο 1 του Συντάγματος. Αυτή ακριβώς είναι και μια από τις βασικές διακρίσεις μεταξύ μιας επιχείρησης που ιδρύεται με την καταβολή κεφαλαίου και ενός εθνικού κράτους που σφυρηλατείται με τη θυσία ανθρώπων ( στην προκείμενη περίπτωση ,των αγωνιστών του 1821,της εθνικής αντίστασης και άλλων).
            Το ότι η επαίσχυντη δανειακή σύμβαση υποβιβάζει το ελληνικό  κράτος στο επίπεδο ιδιωτικής επιχείρησης υπό πτώχευση φαινόταν από το ίδιο το κείμενό της. Το ότι οι δανειστές δεν θα χρειαζόταν καν να φθάσουν στο στάδιο της εκτέλεσης, επειδή η υποτελής σ΄ αυτούς μνημονιακή συγκυβέρνηση θα εκποιούσε, υπό σκανδαλώδεις  μάλιστα όρους , ακόμα και τη δημόσια (και όχι μόνο την ιδιωτική) περιουσία του κράτους κατ΄ εντολή τους, ομολογουμένως δεν μπορούσα τότε (το 2010) να το φαντασθώ. Και όμως αυτό ακριβώς συμβαίνει τώρα.
          Η κυβέρνηση έχει μεταβιβάσει στο ψευδεπίγραφο Τ.Α.Ι.Π.Ε.Δ. (ψευδεπίγραφο επειδή το Ι είναι το αρχικό της λέξης ιδιωτική ) μεγάλο μέρος της δημόσιας περιουσίας του κράτους.  Πρόσφατα 28 ακίνητα από αυτά τα ακίνητα που στεγάζουν δημόσιες υπηρεσίες κομβικής σημασίας και άρα θα ήταν ακατάσχετα με βάση το ελληνικό συνταγματικό δίκαιο, πωλήθηκαν σε «πακέτα» (προφανώς για  περιορισθεί ο ανταγωνισμός προσφορών που θα μπορούσε να υπάρχει για το κάθε ακίνητο ξεχωριστά) σε δύο ιδιωτικές εταιρίες . Το χειρότερο μάλιστα είναι ότι η πώληση έλαβε χώρα έναντι του εξευτελιστικού τιμήματος των 260 περίπου εκατομμυρίων ευρώ( για συνολική επιφάνεια 270.000 τετραγωνικών μέτρων ,δηλ. λιγότερο 1.000 ευρώ/μέτρο για κτίρια πολυτελούς κατασκευής στο κέντρο της πρωτεύουσας!). Παράλληλα το κράτος  ανέλαβε την υποχρέωση να καταβάλει για μια εικοσαετία ετήσιο ενοίκιο 30 εκατομμυρίων ευρώ  για τη χρήση των κτιρίων, δηλ. προσφέρει εγγυημένη απόδοση  εξωφρενικά υψηλού ποσοστού  σχεδόν 12% στον ιδιώτη, ενώ παραιτείται (άρθρο 7 ν.4038/2012) και από τον φόρο μεταβίβασης!

            Πρόκειται για κραυγαλέα περίπτωση διασπάθισης δημόσιας περιουσίας και δημόσιου χρήματος , αφού το τίμημα της πώλησης καταβάλλεται  κατ΄ ουσία απευθείας στους ξένους δανειστές ,θυσία στο βωμό ενός προφανώς μη βιώσιμου δημόσιου χρέους. Περαιτέρω το κράτος θα επιβαρυνθεί με το δυσβάστακτο ενοίκιο (που θα « εξευρεθεί» προφανώς με νέες αντισυνταγματικές περικοπές κοινωνικών παροχών σε ευπαθείς πληθυσμιακές ομάδες, βαθαίνοντας έτσι ακόμη περισσότερο την ανθρωπιστική καταστροφή). Με τέτοιες μεθοδεύσεις η μνημονιακή εξουσία  προχωρεί ακάθεκτη στο καταστροφικό «έργο» της, το οποίο συνίσταται τελικά στην αναίρεση της κυρίαρχης κρατικής υπόστασης του ελληνισμού και τη μετατροπή της χώρας σε εξαθλιωμένη (νεο)αποικία χρέους . Η κοινωνία πρέπει να αντιδράσει και να διεκδικήσει σεισάχθεια αντί υποδούλωσης πριν να είναι πολύ αργά. 

Ο ριζοσπαστισμός των Συνταγμάτων της Επανάστασης.

Αναδημοσίευση από την εφημερίδα Αυγή 25/3/2014, ένθετο "Τα Συντάγματα του Αγώνα".

Ο ριζοσπαστισμός των Συνταγμάτων της Επανάστασης.

Η επανάσταση του 1821 ήταν εξαρχής προσανατολισμένη στη διεκδίκηση, παράλληλα με την εθνική, και της πολιτικής ελευθερίας των Ελλήνων. Σκοπός των επαναστατών δεν ήταν να αντικαταστήσουν τον ξένο τύραννο (σουλτάνο) με έναν εγχώριο, αλλά να αυτοκυβερνηθούν συλλογικά. Το γεγονός αυτό αποτυπώθηκε άμεσα με τη θέσπιση μιας σειράς κειμένων τοπικής σημασίας (Οργανισμός της Γερουσίας της Δυτικής Ελλάδος, Νομική Διάταξις της Ανατολικής Χέρσου Ελλάδος, Οργανισμός της Πελοποννησιακής Γερουσίας κ.ά.) και στη συνέχεια με τα τρία επαναστατικά Συντάγματα, της Επιδαύρου (1822), του Άστρους (1823) και της Τροιζήνας (1827).
Είναι αξιοσημείωτος ο ριζοσπαστισμός ιδίως των συνταγματικών κειμένων της Επιδαύρου και του Άστρους, που προέβλεπαν βουλευτική περίοδο διάρκειας ενός μόνο έτους (δηλ. εκλογές κάθε χρόνο!) και απέρριπταν τον θεσμό του αρχηγού του κράτους. Τούτο εκφραζόταν μέσα από την ανάθεση της εκτελεστικής εξουσίας σε ένα πενταμελές σώμα, εκλεγμένο από ιδιαίτερη συνέλευση, και αυτό για μονοετή θητεία, το οποίο διόριζε τους υπουργούς. Περαιτέρω κατοχύρωναν την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης και σειρά θεμελιωδών δικαιωμάτων με αμυντικό κυρίως χαρακτήρα, ενώ απαγόρευαν τη δουλεία και την απονομή τίτλων ευγενείας. Ενδιαφέρον παρουσιάζει για μας σήμερα και η απαγόρευση (παράγραφος ξδ΄ του Συντάγματος της Επιδαύρου) εκποίησης έστω και μέρους των «εθνικών κτημάτων» χωρίς συγκατάθεση του κοινοβουλίου.
Συντηρητική στροφή παρατηρείται στο Σύνταγμα της Τροιζήνας, με την πρόβλεψη αρχηγού του κράτους («Κυβερνήτη») και την ανάθεση σ΄ αυτόν του συνόλου της εκτελεστικής εξουσίας, κατά το αμερικανικό πρότυπο. Η εκλογή του θα ρυθμιζόταν με ιδιαίτερο νόμο και η θητεία του θα ήταν επταετής. Όσο για τη Βουλή, η θητεία των μελών της ορίσθηκε τριετής, με ανανέωση ενός τρίτου κάθε χρόνο. Κατά τα άλλα πάντως και το Σύνταγμα της Τροιζήνας περιείχε διατάξεις που λείπουν ακόμη και από το ισχύον Σύνταγμα του 1975 (!), όπως η ρητή κατοχύρωση του τεκμηρίου αθωότητας του κατηγορουμένου (άρθρο 15) και η γενική απαγόρευση της αναδρομικότητας των νόμων (άρθρο 19).
Στην πράξη βέβαια η εφαρμογή των επαναστατικών Συνταγμάτων προσέκρουε σε αντικειμενικές δυσχέρειες. Αυτές προέκυπταν τόσο από την εξέλιξη του αγώνα εναντίον των Οθωμανών όσο και από την αντίδραση των κατά τόπους προκρίτων και οπλαρχηγών απέναντι στην εγκαθίδρυση μιας ισχυρής και θεσμοποιημένης κεντρικής εξουσίας (με πιο χαρακτηριστικό δείγμα τη δολοφονία του Καποδίστρια από τους αδερφούς Μαυρομιχάλη το 1831). Εξάλλου η αντιπροσωπευτικότητα των εκλογικών διαδικασιών ήταν αμφισβητήσιμη, αφού ο νόμος ΙΖ΄ της 9.11.1822 και στη συνέχεια η «οδηγία» της 4.3.1829 του Καποδίστρια καθιέρωναν την έμμεση εκλογή των βουλευτών με τέτοια κενά και ασάφειες, ώστε να μένουν μεγάλα περιθώρια για «εκλογική μαγειρική».
Παρά τα μεγάλα προβλήματά της πάντως, η συνταγματική εξέλιξη στην Ελλάδα θα μπορούσε να ήταν πιο ομαλή, πιο δημοκρατική και πιο ωφέλιμη για πλατιά λαϊκά στρώματα αν αφηνόταν στις εγχώριες κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις. Τούτο όμως δεν συνέβη, αφού οι ξένοι «προστάτες» (Αγγλία, Γαλλία και Ρωσία) επέβαλαν στη χώρα την απολυταρχία του Όθωνα, διακόπτοντας βίαια τον ελληνικό συνταγματικό βίο κατά τη δεκαετία 1833-1843. Έτσι τον σουλτάνο αντικατέστησε τελικά ένας Βαυαρός μονάρχης, ενώ και μετά την αποκατάσταση της συνταγματικής μας συνέχειας τα συνταγματικά κείμενα του 1844, του 1864 και του 1911 απείχαν παρασάγγας από τα δημοκρατικά Συντάγματα της επανάστασης του 1821. Η ξένη επέμβαση στα ελληνικά πράγματα αποδεικνύεται πως έχει διαχρονικά αντιδραστικό χαρακτήρα.

Κυριακή 23 Μαρτίου 2014

Κοινωνικό μέρισμα εκμαυλισμού

Αναδημοσίευση από την εφημερίδα Ελευθεροτυπία 23 Μαρτίου 2014.

Κοινωνικό Μέρισμα Εκμαυλισμού

Οι πρόσφατες ανακοινώσεις του πρωθυπουργού για διανομή εφάπαξ «κοινωνικού μερίσματος» ύψους 500 εκατομμυρίων ευρώ σε 1 εκατομμύριο αναξιοπαθούντες συμπολίτες μας στις παραμονές των εκλογών του Μαΐου αποτελούν το τελευταίο επεισόδιο στη σειρά των προσπαθειών εκμαυλισμού του εκλογικού σώματος από το κλεπτοκρατικό σύστημα εξουσίας. Το σύστημα αυτό οδήγησε το κράτος στη «συντεταγμένη» χρεοκοπία και την κοινωνία στην ανθρωπιστική κρίση, με το 17,9 % του πληθυσμού να αντιμετωπίζει δυσχέρειες ακόμη και για την κάλυψη των διατροφικών του αναγκών, σύμφωνα με την πρόσφατη έκθεση του ΟΟΣΑ. Απτόητο όμως επιμένει να «διασώζει» τη χώρα και να διεκδικεί την ψήφο των πολιτών, μέσω των δύο παραδοσιακών πυλώνων του (Ν.Δ. και ΠΑ.ΣΟ.Κ. ή εσχάτως «Ελιά»), χρησιμοποιώντας τα συνηθισμένα δηλητηριώδη μείγματα φθηνών προεκλογικών παροχών και παραπλανητικών υποσχέσεων.

Η προσφορά ενός προεκλογικού δώρου κατά μέσο όρο 500 ευρώ σε καθέναν από τους δικαιούχους του «κοινωνικού μερίσματος» αποτελεί προσβολή για τη νοημοσύνη τους. Αφού η μνημονιακή συγκυβέρνηση τους οδήγησε στην εξαθλίωση, συμμορφούμενη ευπειθώς στις καταστροφικές συνταγές της τριαρχίας των δανειστών (άλλωστε το ίδιο το ΔΝΤ συνομολογεί εκ των υστέρων τα «λάθη» του), τώρα προσπαθεί να εξαγοράσει την ψήφο τους έναντι πινακίου φακής. Έστω και αυτό το πενιχρό «μέρισμα» θα είχε κάποια σοβαρότητα αν επρόκειτο για περιοδική παροχή, με προοπτική συνέχισης στο μέλλον. Εδώ όμως δεν συμβαίνει τίποτε παρόμοιο, αφού ο πρωθυπουργός ανερυθρίαστος ομολογεί τον εφάπαξ χαρακτήρα του μέτρου.

Όσο για το «πρωτογενές πλεόνασμα», από το οποίο υποτίθεται ότι πηγάζει το «μέρισμα» των πεντακοσίων ευρώ, είναι κατασκευασμένο με τη χρήση παραδοσιακών και αυτό μεθόδων «δημιουργικής λογιστικής». Άλλωστε το πρωτογενές πλεόνασμα δεν συνιστά αυτοσκοπό, αλλά μέσον προκειμένου να μειωθεί ή έστω να σταματήσει να αυξάνει το τελικό αποτέλεσμα του ισολογισμού, δηλ. το δημόσιο χρέος. Και όμως μέσα στο 2013, όπου υποτίθεται πως επιτεύχθηκε πρωτογενές πλεόνασμα 2,9 δις ευρώ, το δημόσιο χρέος αυξήθηκε από τα 304 δις (στο τέλος του 2012) στα 321 δις (τέλος 2013). Από τα 17 δισεκατομμύρια της διαφοράς λιγότερα από τα μισά οφείλονται στην καταβολή τόκων για το δημόσιο χρέος, με συνέπεια να αποδεικνύεται ότι αντί πλεονασμάτων τα μνημόνια οδηγούν σε διαρκή ελλείμματα.

Όλα αυτά συνιστούν μια συμπαιγνία μεταξύ της μνημονιακής συγκυβέρνησης και της επικυρίαρχης τριαρχίας («τρόικα»), αφού η τελευταία αντιλαμβάνεται ότι η εκτέλεση των εντολών της οδηγεί τους εγχώριους διεκπεραιωτές τους στην πολιτική εξαφάνιση. Μπροστά στο απειλητικό φάσμα της ανάληψης της ευθύνης διακυβέρνησης της χώρας από τις δυνάμεις της ριζοσπαστικής αριστεράς η τριαρχία αναδιπλώνεται προσωρινά και επιβραδύνει κάπως τη βίαιη πτωχοποίηση της ελληνικής κοινωνίας, προκειμένου να επαναληφθεί η εξαπάτηση των ψηφοφόρων (όπως με την περιβόητη «επαναδιαπραγμάτευση» στις παραμονές των εκλογών του 2012). Η πολιτική αυτή είναι όμως φανερό ότι καταστρατηγεί το άρθρο 52 του Συντάγματος, το οποίο επιτάσσει την «ελεύθερη και ανόθευτη εκδήλωση της λαϊκής θέλησης» κατά την ανάδειξη της λαϊκής αντιπροσωπείας, πέρα δηλαδή από αθέμιτους-παροχολογικού χαρακτήρα επηρεασμούς. Αν το τέχνασμα αποδώσει, την προεκλογική επιβράδυνση θα ακολουθήσει η απότομη μετεκλογική επιτάχυνση. Η απάντησή μας δεν πρέπει να είναι η υποταγή αλλά η αντίσταση.


Δευτέρα 17 Μαρτίου 2014

Ποτάμι με... θολά νερά.

Αναδημοσίευση από την εφημερίδα Έθνος 17/3/2014:

Ποτάμι με... θολά νερά.

Τις τελευταίες εβδομάδες ένα νέο κόμμα πραγματοποίησε φαντασμαγορική είσοδο στη δημόσια σφαίρα, Το «Ποτάμι» του γνωστού τηλεοπτικού αστέρα ρέει θριαμβευτικά στις δημοσκοπήσεις, που το εμφανίζουν να καταλαμβάνει την τρίτη ή τέταρτη θέση πανελλαδικά, με ποσοστό υπεραρκετό για την είσοδό του στο κοινοβούλιο όταν προκηρυχθούν εκλογές.
Στην πραγματικότητα όμως δεν πρόκειται κατά κυριολεξία για πολιτικό κόμμα. Καταρχάς του λείπει η σαφής πολιτική και ιδεολογική φυσιογνωμία, όπως γίνεται εμφανές τόσο από τον απολιτικό, ουδέτερο τίτλο του όσο και από τα φληναφήματα του αρχηγού-ιδρυτή του περί «κλοπής» ιδεών από την αριστερά αλλά και τη δεξιά, προφανώς επειδή δικές του ιδέες και πρόγραμμα δεν έχει. Πολύ περισσότερο βέβαια, αποφεύγει τεχνηέντως να τοποθετηθεί από τη μια ή την άλλη πλευρά της νοητής γραμμής που διαχωρίζει τις πολιτικές δυνάμεις, με βάση την υποταγή τους στις επιταγές της επικυρίαρχης τριαρχίας των δανειστών ή τη διακήρυξη της πρόθεσης έστω να αντισταθούν σε αυτές.
Σε ό,τι αφορά τη συγκρότησή του εξάλλου ο νέος φορέας κάθε άλλο παρά νέος είναι, αφού εμφανίζει τα ίδια παθολογικά χαρακτηριστικά με τα δύο παραδοσιακά κόμματα εξουσίας που οδήγησαν τη χώρα στη χρεοκοπία. Πρόκειται για ένα σαφώς προσωποκεντρικό-αρχηγικό σχήμα, το οποίο προήλθε από την πρωτοβουλία ενός προσώπου και όχι από κάποιας μορφής συλλογικότητα, ενώ καμία συλλογική διαδικασία δεν προηγήθηκε της ίδρυσής του. Σε παρόμοια ιδρυματικού χαρακτήρα μορφώματα είναι ανέφικτη όχι μόνο η εσωκομματική δημοκρατία, αλλά ακόμη και η θεσμοποίησή τους σε στοιχειωδώς σοβαρή βάση, αφού ο πανταχού παρών και τα πάντα πληρών ηγεμόνας δεν μπορεί καν να αυτοδεσμευθεί με τη θέσπιση π.χ, ενός καταστατικού (κι αν αυτό υπάρξει θα είναι εικονικό).
Αν τελικά το νέο σχήμα επαληθεύσει τα δημοσκοπικά προγνωστικά, τούτο θα σημαίνει ότι σημαντική μερίδα της ελληνικής κοινωνίας τίποτα δεν διδάχθηκε από το οδυνηρό μάθημα της χρεοκοπίας και αναζητά μεσσίες για να τους αναθέσει εργολαβικά τη σωτηρία της. Η σωτηρία όμως πρόκειται να προέλθει μόνο από τη συλλογική αφύπνιση και δράση των πολιτών.

Κυριακή 16 Μαρτίου 2014

Τρόικα, "μαγαζάκια" και κυβερνητική υποκρισία.

Αναδημοσίευση από την εφημερίδα Αυγή 16/3/2014:

Τρόικα, "μαγαζάκια" και κυβερνητική υποκρισία.

Την προηγούμενη εβδομάδα παρακολουθήσαμε ένα πολιτικό αλλά και συνταγματικό θέατρο του παραλόγου εκ μέρους της μνημονιακής συγκυβέρνησης. Υφυπουργός της τελευταίας, σε κρίσιμο οικονομικό υπουργείο, δήλωσε δημόσια ότι η τριαρχία των δανειστών είναι «μαγαζάκι που εξυπηρετεί ιδιωτικά συμφέροντα».
Επί της ουσίας βέβαια η δήλωση ανταποκρίνεται στην αλήθεια και μάλιστα σε μια αλήθεια που έχει γίνει αντιληπτή από πολύ καιρό σε όλους τους νοήμονες παρατηρητές των πολιτικών μας πραγμάτων. Έτσι π.χ. η επιμονή της τριαρχίας στο φαινομενικά ασήμαντο θέμα της διάρκειας των συσκευασιών γάλακτος υποκρύπτει μάλλον την πρόθεση συγκεκριμένων πολυεθνικών ομίλων να κυριαρχήσουν στην ελληνική αγορά, δίνοντας τη χαριστική βολή στην προβληματική (κυρίως λόγω των κοινοτικών «ποσοστώσεων» της προηγούμενες δεκαετίες) ελληνική κτηνοτροφία κ.ο.κ. 
Το ζήτημα όμως δεν είναι τόσο τι συμβαίνει στην πράξη, όσο τι αποτελεί κυβερνητική θέση και τι όχι. Αν ο πρωθυπουργός, σε ένα τόσο κεντρικό θέμα για τη λειτουργία της κυβέρνησής του, όπως είναι η συνεργασία της με την επικυρίαρχη τριαρχία των δανειστών, έχει την ίδια γνώμη με τον υφυπουργό του, τότε θα έπρεπε να το δηλώσει ευθαρσώς ο ίδιος και να καταγγείλει την τριαρχία στους εντολείς της, δηλ. στις κυβερνήσεις των άλλων κρατών της ευρωζώνης και στην κοινή γνώμη των χωρών τους. Και τούτο διότι προφανώς οι «διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις» που απαιτεί ένα τέτοιο «μαγαζάκι» δεν αποσκοπούν στην ανάταξη της καταρρέουσας ελληνικής οικονομίας, αλλά στην εξυπηρέτηση των πελατών του. 
Αν αντίθετα ο πρωθυπουργός θεωρεί ότι ο υφυπουργός του διασπείρει ψευδείς ειδήσεις και συκοφαντεί τους αξιότιμους και καλοπροαίρετους εκπροσώπους των δανειστών, τότε οφείλει να ζητήσει την παραίτησή του ή να τον παύσει. Και τούτο διότι, σύμφωνα με το άρθρο 82 παρ. 2 του Συντάγματος, ο «Πρωθυπουργός εξασφαλίζει την ενότητα της Κυβέρνησης και κατευθύνει τις ενέργειές της», ενώ το άρθρο 37 παρ. 2 του δίνει την αρμοδιότητα να προτείνει στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας το διορισμό και την παύση Υπουργών και Υφυπουργών. 
Στην πραγματικότητα, οι δηλώσεις του υφυπουργού για «μαγαζάκι» μάλλον εντάσσονται στην κυβερνητική ρητορική περί «αντίστασης» στις εξωφρενικές απαιτήσεις της τριαρχίας των δανειστών, προκειμένου να δημιουργηθούν προεκλογικές εντυπώσεις. Αυτά όμως είναι ασύμβατα με τους κομπασμούς του ίδιου του πρωθυπουργού περί “success story”, όπου βέβαια η υποτιθέμενη « επιτυχία» θα έπρεπε, κατά ένα μέρος τουλάχιστον, να πιστωθεί και στις νεοφιλελεύθερες συνταγές τριαρχίας. Αν η τελευταία είναι «μαγαζάκι», δεν μπορεί να είναι ταυτόχρονα και αρχιτέκτονας της «επιτυχίας». Η κυβερνητική υποκρισία καταλήγει σε συνταγματική και πολιτική σχιζοφρένεια.


Κυριακή 9 Μαρτίου 2014

Ο εθνικοσοσιαλισμός δεν είναι σοσιαλισμός.

Αναδημοσίευση από την εφημερίδα RealNews της Κυριακής  9/3/2014.


Πάνω από την Ευρώπη πλανάται το φάντασμα του «κεφαλαιακού φόρου». Στις σελίδες 53 – 54 της μηνιαίας έκθεσής της μηνός Ιανουαρίου 2014 (δημοσιεύθηκε στις 24.1.2014) η γερμανική κεντρική τράπεζα (Bundesbank) το προτείνει ξεκάθαρα: « «Στην κατάσταση έκτακτης ανάγκης μιας επαπειλούμενης πτώχευσης κράτους μια εφάπαξ κεφαλαιακή εισφορά θα ήταν προτιμότερη από τις εναλλακτικές προοπτικές». Εξάλλου τούτο θα ανταποκρινόταν στην «αρχή της εθνικής ευθύνης», σύμφωνα με την οποία «για τις υποχρεώσεις του κράτους θα ευθύνονται πρώτα οι δικοί του φορολογούμενοι , πριν ζητηθεί η αλληλεγγύη άλλων κρατών». Η έκθεση διευκρινίζει βέβαια ότι μια τέτοια κεφαλαιακή εισφορά (Vermögensabgabe) πρέπει να εξετασθεί μόνο σε απολύτως εξαιρετικές καταστάσεις. Και για να μη μας μείνει καμιά αμφιβολία για ποιον χτυπά η καμπάνα, η ίδια έκθεση τόνιζε προηγουμένως, στη σελίδα 46, ότι από τις χώρες που  αφορά η (χρηματοπιστωτική) κρίση, η Ελλάδα συνιστά μια εξαιρετική περίπτωση (Sonderfall).
Στην πραγματικότητα όμως ο όρος Vermögensabgabe έχει εθνικοσοσιαλιστική (ναζιστική) προέλευση. Το ναζιστικό καθεστώς εξέδωσε στις 12 και 21 Νοεμβρίου 1938, Διατάγματα για την επιβολή «εξιλεωτικής» (Sühneleistung) κεφαλαιακής εισφοράς, σε ποσοστό 20% (αργότερα αυξήθηκε σε 25%) επί των κεταγεγραμμένων εβραϊκών περιουσιών (Judenvermögensabgabe) .
Τα Διατάγματα αυτά, δημοσιεύθηκαν με υπογραφή του στρατάρχη Γκαίρινγκ στη γερμανική Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (Reichgesetzblatt), τεύχ. Ι, σελ. 1579 και 1638-9 και προέβλεπαν την καταβολή της «εισφοράς» σε τέσσερις ισόποσες μηνιαίες δόσεις. Ωστόσο και το υπόλοιπο των εβραϊκών χρηματικών διαθεσίμων που ήταν κατατεθειμένα σε γερμανικές (και αυστριακές) τράπεζες δεσμεύθηκε και επιτρεπόταν μόνο εξαιρετικά περιορισμένες μηνιαίες αναλήψεις, εωσότου οι δικαιούχοι οδηγήθηκαν στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκεντρώσεως και θανατώθηκαν μαζικά.
Και μόνο η χρήση του ίδιου ακριβώς όρου (Vermögensabgabe) τότε και σήμερα αποδεικνύει πόση λίγη συναίσθηση της ιστορικής της ευθύνης έχει η γερμανική άρχουσα τάξη. Επί της ουσίας εξάλλου πρόκειται για το ίδιο πράγμα, δηλ. μαζικής κλίμακας καταλήστευση ιδιωτικής περιουσίας από το γερμανικό κράτος με εθνοτικά ή φυλετικά κριτήρια. Η ιδεολογική προετοιμασία του εδάφους τότε είχε επιτευχθεί με τη δαιμονοποίηση του «Εβραίου» στα προπολεμικά χρόνια, όταν μεταξύ άλλων ο Αδόλφος Χίτλερ στο βιβλίο του «Ο  Αγών μου» (Α΄ τόμος, σ. 419 της ελληνικής μετάφρασης, εκδ. Κάκτος 2006) τον χαρακτήριζε ως «πραγματική αιματορουφήχτρα που κολλάει πάνω στο σώμα του δύστυχου λαού». Αυτή η προσωποποίηση του άλλου, ώστε να  ακολουθήσει η στοχευμένη διοχέτευση εθνικού / εθνοτικού μίσους, παρατηρείται όμως και τα τελευταία χρόνια, όταν η γερμανική πολιτική ελίτ, με προεξάρχουσα την καγκελάριο Μέρκελ, αναφέρεται συστηματικά σε «αμαρτωλά κράτη» (Sünderstaaten) του μεσογειακού νότου. Η απόδοση ηθικών ιδιοτήτων σε κράτη, αντί για άτομα, αποσκοπεί  στην κατασυκοφάντηση ενός ολόκληρου λαού ως «αμαρτωλού», προκειμένου αυτός να υποστεί τελικά μεταχείριση «εσωτερικού εχθρού» της ευρωζώνης.
Η «κεφαλαιακή εισφορά» σε βάρος των πολιτών συγκεκριμένου κράτος της Ευρωπαϊκής Ένωσης αντίκειται σε θεμελιώδεις αρχές της ευρωπαϊκής έννομης τάξης. Τέτοιες είναι η απαγόρευση δημευτικής φορολόγησης που απορρέει από το άρθρο 1 του πρώτου πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και το αντίστοιχο άρθρο 17 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ένωσης, σε συνδυασμό με την απαγόρευση κάθε διάκρισης λόγω ιθαγένειας σύμφωνα με το άρθρο 18 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ένωσης. Όλα αυτά όμως δεν φαίνεται να απασχολούν τη γερμανική «ελίτ».
Η επιδίωξη της τελευταίας είναι να φορτώσει στους ώμους ολόκληρου του ελληνικού λαού τις συνέπειες της υπερχρέωσης της χώρας, για την οποία είναι ένοχο το ελληνικό κλεπτοκρατικό σύστημα εξουσίας αλλά και συνένοχες οι ευρωπαϊκές «ελίτ» (π.χ. για τις μίζες της Siemenes υπόλογοι δεν είναι μόνο οι δωρολήπτες πολιτικοί αλλά και η γερμανική εταιρία που τους δωροδοκούσε). Και βέβαια η κατάληξη δεν θα είναι η απαλλοτρίωση του κεφαλαίου σε όφελος της ελληνικής κοινωνίας, αλλά η ολοκληρωτική εξαθλίωση της και μακροπρόθεσμα η συντέλεση μιας αργής οικονομικής γενοκτονίας σε βάρος της και σε όφελος του διεθνούς και ειδικότερα του ευρωπαϊκού κεφαλαίου. Η αντίσταση και όχι η ευπειθής συμμόρφωση πρέπει να είναι η απάντηση.