Αναδημοσίευση από την εφημερίδα Αυγή 25/3/2014, ένθετο "Τα Συντάγματα του Αγώνα".
Ο ριζοσπαστισμός των Συνταγμάτων της Επανάστασης.
Η επανάσταση του 1821 ήταν εξαρχής προσανατολισμένη στη διεκδίκηση, παράλληλα με την εθνική, και της πολιτικής ελευθερίας των Ελλήνων. Σκοπός των επαναστατών δεν ήταν να αντικαταστήσουν τον ξένο τύραννο (σουλτάνο) με έναν εγχώριο, αλλά να αυτοκυβερνηθούν συλλογικά. Το γεγονός αυτό αποτυπώθηκε άμεσα με τη θέσπιση μιας σειράς κειμένων τοπικής σημασίας (Οργανισμός της Γερουσίας της Δυτικής Ελλάδος, Νομική Διάταξις της Ανατολικής Χέρσου Ελλάδος, Οργανισμός της Πελοποννησιακής Γερουσίας κ.ά.) και στη συνέχεια με τα τρία επαναστατικά Συντάγματα, της Επιδαύρου (1822), του Άστρους (1823) και της Τροιζήνας (1827).
Είναι αξιοσημείωτος ο ριζοσπαστισμός ιδίως των συνταγματικών κειμένων της Επιδαύρου και του Άστρους, που προέβλεπαν βουλευτική περίοδο διάρκειας ενός μόνο έτους (δηλ. εκλογές κάθε χρόνο!) και απέρριπταν τον θεσμό του αρχηγού του κράτους. Τούτο εκφραζόταν μέσα από την ανάθεση της εκτελεστικής εξουσίας σε ένα πενταμελές σώμα, εκλεγμένο από ιδιαίτερη συνέλευση, και αυτό για μονοετή θητεία, το οποίο διόριζε τους υπουργούς. Περαιτέρω κατοχύρωναν την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης και σειρά θεμελιωδών δικαιωμάτων με αμυντικό κυρίως χαρακτήρα, ενώ απαγόρευαν τη δουλεία και την απονομή τίτλων ευγενείας. Ενδιαφέρον παρουσιάζει για μας σήμερα και η απαγόρευση (παράγραφος ξδ΄ του Συντάγματος της Επιδαύρου) εκποίησης έστω και μέρους των «εθνικών κτημάτων» χωρίς συγκατάθεση του κοινοβουλίου.
Συντηρητική στροφή παρατηρείται στο Σύνταγμα της Τροιζήνας, με την πρόβλεψη αρχηγού του κράτους («Κυβερνήτη») και την ανάθεση σ΄ αυτόν του συνόλου της εκτελεστικής εξουσίας, κατά το αμερικανικό πρότυπο. Η εκλογή του θα ρυθμιζόταν με ιδιαίτερο νόμο και η θητεία του θα ήταν επταετής. Όσο για τη Βουλή, η θητεία των μελών της ορίσθηκε τριετής, με ανανέωση ενός τρίτου κάθε χρόνο. Κατά τα άλλα πάντως και το Σύνταγμα της Τροιζήνας περιείχε διατάξεις που λείπουν ακόμη και από το ισχύον Σύνταγμα του 1975 (!), όπως η ρητή κατοχύρωση του τεκμηρίου αθωότητας του κατηγορουμένου (άρθρο 15) και η γενική απαγόρευση της αναδρομικότητας των νόμων (άρθρο 19).
Στην πράξη βέβαια η εφαρμογή των επαναστατικών Συνταγμάτων προσέκρουε σε αντικειμενικές δυσχέρειες. Αυτές προέκυπταν τόσο από την εξέλιξη του αγώνα εναντίον των Οθωμανών όσο και από την αντίδραση των κατά τόπους προκρίτων και οπλαρχηγών απέναντι στην εγκαθίδρυση μιας ισχυρής και θεσμοποιημένης κεντρικής εξουσίας (με πιο χαρακτηριστικό δείγμα τη δολοφονία του Καποδίστρια από τους αδερφούς Μαυρομιχάλη το 1831). Εξάλλου η αντιπροσωπευτικότητα των εκλογικών διαδικασιών ήταν αμφισβητήσιμη, αφού ο νόμος ΙΖ΄ της 9.11.1822 και στη συνέχεια η «οδηγία» της 4.3.1829 του Καποδίστρια καθιέρωναν την έμμεση εκλογή των βουλευτών με τέτοια κενά και ασάφειες, ώστε να μένουν μεγάλα περιθώρια για «εκλογική μαγειρική».
Παρά τα μεγάλα προβλήματά της πάντως, η συνταγματική εξέλιξη στην Ελλάδα θα μπορούσε να ήταν πιο ομαλή, πιο δημοκρατική και πιο ωφέλιμη για πλατιά λαϊκά στρώματα αν αφηνόταν στις εγχώριες κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις. Τούτο όμως δεν συνέβη, αφού οι ξένοι «προστάτες» (Αγγλία, Γαλλία και Ρωσία) επέβαλαν στη χώρα την απολυταρχία του Όθωνα, διακόπτοντας βίαια τον ελληνικό συνταγματικό βίο κατά τη δεκαετία 1833-1843. Έτσι τον σουλτάνο αντικατέστησε τελικά ένας Βαυαρός μονάρχης, ενώ και μετά την αποκατάσταση της συνταγματικής μας συνέχειας τα συνταγματικά κείμενα του 1844, του 1864 και του 1911 απείχαν παρασάγγας από τα δημοκρατικά Συντάγματα της επανάστασης του 1821. Η ξένη επέμβαση στα ελληνικά πράγματα αποδεικνύεται πως έχει διαχρονικά αντιδραστικό χαρακτήρα.
Ο ριζοσπαστισμός των Συνταγμάτων της Επανάστασης.
Η επανάσταση του 1821 ήταν εξαρχής προσανατολισμένη στη διεκδίκηση, παράλληλα με την εθνική, και της πολιτικής ελευθερίας των Ελλήνων. Σκοπός των επαναστατών δεν ήταν να αντικαταστήσουν τον ξένο τύραννο (σουλτάνο) με έναν εγχώριο, αλλά να αυτοκυβερνηθούν συλλογικά. Το γεγονός αυτό αποτυπώθηκε άμεσα με τη θέσπιση μιας σειράς κειμένων τοπικής σημασίας (Οργανισμός της Γερουσίας της Δυτικής Ελλάδος, Νομική Διάταξις της Ανατολικής Χέρσου Ελλάδος, Οργανισμός της Πελοποννησιακής Γερουσίας κ.ά.) και στη συνέχεια με τα τρία επαναστατικά Συντάγματα, της Επιδαύρου (1822), του Άστρους (1823) και της Τροιζήνας (1827).
Είναι αξιοσημείωτος ο ριζοσπαστισμός ιδίως των συνταγματικών κειμένων της Επιδαύρου και του Άστρους, που προέβλεπαν βουλευτική περίοδο διάρκειας ενός μόνο έτους (δηλ. εκλογές κάθε χρόνο!) και απέρριπταν τον θεσμό του αρχηγού του κράτους. Τούτο εκφραζόταν μέσα από την ανάθεση της εκτελεστικής εξουσίας σε ένα πενταμελές σώμα, εκλεγμένο από ιδιαίτερη συνέλευση, και αυτό για μονοετή θητεία, το οποίο διόριζε τους υπουργούς. Περαιτέρω κατοχύρωναν την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης και σειρά θεμελιωδών δικαιωμάτων με αμυντικό κυρίως χαρακτήρα, ενώ απαγόρευαν τη δουλεία και την απονομή τίτλων ευγενείας. Ενδιαφέρον παρουσιάζει για μας σήμερα και η απαγόρευση (παράγραφος ξδ΄ του Συντάγματος της Επιδαύρου) εκποίησης έστω και μέρους των «εθνικών κτημάτων» χωρίς συγκατάθεση του κοινοβουλίου.
Συντηρητική στροφή παρατηρείται στο Σύνταγμα της Τροιζήνας, με την πρόβλεψη αρχηγού του κράτους («Κυβερνήτη») και την ανάθεση σ΄ αυτόν του συνόλου της εκτελεστικής εξουσίας, κατά το αμερικανικό πρότυπο. Η εκλογή του θα ρυθμιζόταν με ιδιαίτερο νόμο και η θητεία του θα ήταν επταετής. Όσο για τη Βουλή, η θητεία των μελών της ορίσθηκε τριετής, με ανανέωση ενός τρίτου κάθε χρόνο. Κατά τα άλλα πάντως και το Σύνταγμα της Τροιζήνας περιείχε διατάξεις που λείπουν ακόμη και από το ισχύον Σύνταγμα του 1975 (!), όπως η ρητή κατοχύρωση του τεκμηρίου αθωότητας του κατηγορουμένου (άρθρο 15) και η γενική απαγόρευση της αναδρομικότητας των νόμων (άρθρο 19).
Στην πράξη βέβαια η εφαρμογή των επαναστατικών Συνταγμάτων προσέκρουε σε αντικειμενικές δυσχέρειες. Αυτές προέκυπταν τόσο από την εξέλιξη του αγώνα εναντίον των Οθωμανών όσο και από την αντίδραση των κατά τόπους προκρίτων και οπλαρχηγών απέναντι στην εγκαθίδρυση μιας ισχυρής και θεσμοποιημένης κεντρικής εξουσίας (με πιο χαρακτηριστικό δείγμα τη δολοφονία του Καποδίστρια από τους αδερφούς Μαυρομιχάλη το 1831). Εξάλλου η αντιπροσωπευτικότητα των εκλογικών διαδικασιών ήταν αμφισβητήσιμη, αφού ο νόμος ΙΖ΄ της 9.11.1822 και στη συνέχεια η «οδηγία» της 4.3.1829 του Καποδίστρια καθιέρωναν την έμμεση εκλογή των βουλευτών με τέτοια κενά και ασάφειες, ώστε να μένουν μεγάλα περιθώρια για «εκλογική μαγειρική».
Παρά τα μεγάλα προβλήματά της πάντως, η συνταγματική εξέλιξη στην Ελλάδα θα μπορούσε να ήταν πιο ομαλή, πιο δημοκρατική και πιο ωφέλιμη για πλατιά λαϊκά στρώματα αν αφηνόταν στις εγχώριες κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις. Τούτο όμως δεν συνέβη, αφού οι ξένοι «προστάτες» (Αγγλία, Γαλλία και Ρωσία) επέβαλαν στη χώρα την απολυταρχία του Όθωνα, διακόπτοντας βίαια τον ελληνικό συνταγματικό βίο κατά τη δεκαετία 1833-1843. Έτσι τον σουλτάνο αντικατέστησε τελικά ένας Βαυαρός μονάρχης, ενώ και μετά την αποκατάσταση της συνταγματικής μας συνέχειας τα συνταγματικά κείμενα του 1844, του 1864 και του 1911 απείχαν παρασάγγας από τα δημοκρατικά Συντάγματα της επανάστασης του 1821. Η ξένη επέμβαση στα ελληνικά πράγματα αποδεικνύεται πως έχει διαχρονικά αντιδραστικό χαρακτήρα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου