ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
Bρυξέλλες, 28.02.2017
Με αφορμή τη συζήτηση του σχεδίου εισήγησης του Κώστα Χρυσόγονου στην Επιτροπή Νομικών Θεμάτων του ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με θέμα την έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την παρακολούθηση της εφαρμογής του ευρωπαϊκού δικαίου ο Έλληνας ευρωβουλευτής έθιξε το ζήτημα της παραβίασης των θεμελιωδών ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων από τις πολιτικές λιτότητας που επιβάλλονται στην Ελλάδα και σε άλλα κράτη μέλη από θεσμικά όργανα της ΕΕ. Ο Κώστας Χρυσόγονος τόνισε ότι παρά το γεγονός ότι αναγνωρίζεται, πως η πρωταρχική ευθύνη για την ορθή υλοποίηση και εφαρμογή του δικαίου της ΕΕ εναπόκειται στα κράτη μέλη, αυτό δεν απαλλάσσει τα θεσμικά όργανα της ΕΕ από το καθήκον τους να τηρούν το πρωτογενές δίκαιο της ΕΕ. Τα μέτρα που επιβάλλονται από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς θα πρέπει επομένως να μην αντίκεινται στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ.
Ο ευρωβουλευτής εξέφρασε την ανησυχία του, ότι οι μνημονιακές πολιτικές μπορεί να παραβιάζουν τα θεμελιώδη δικαιώματα του ανθρώπου, όπως άλλωστε διεθνείς μελέτες επισημαίνουν. Φέρνοντας ως παράδειγμα τις δραματικές συνέπειες που έχει επιφέρει στην Ελλάδα η εφαρμογή των μνημονιακών μέτρων (φτωχοποίηση, αδυναμία πρόσβασης στην ιατρική περίθαλψη, αύξηση αυτοκτονιών, μαζική μετανάστευση, δημογραφικός μαρασμός) υπογράμμισε ότι στην πράξη τα μέτρα λιτότητας έχουν συχνά ως αποτέλεσμα τη σημαντική μείωση της ικανότητας της διοίκησης και της δικαιοσύνης των κρατών μελών να εφαρμόσουν ορθά το δίκαιο της ΕΕ. Την ίδια ώρα το ευρωπαϊκό δίκαιο φαίνεται ότι δε διασφαλίζει επαρκώς τη δυνατότητα να αναζητηθούν δικαστικά τυχόν ευθύνες αυτών των οργάνων για πράξεις ή παραλείψεις τους με επαχθείς συνέπειες για τα κράτη μέλη και τους λαούς τους.
Ακόμη, ο ευρωβουλευτής έθιξε και την ελλιπή εφαρμογή του μεταναστευτικού ευρωπαϊκού δικαίου (π.χ. η ανεπαρκής εφαρμογή του ευρωπαϊκού μηχανισμού μετεγκατάστασης). Κλείνοντας την ομιλία του ο Κώστας Χρυσόγονος σημείωσε ότι τα όργανα της ΕΕ θα πρέπει να τηρούν όλες τις πτυχές του δικαίου της ΕΕ. Τούτα οφείλουν να βοηθούν και όχι να αποθαρρύνουν τα κράτη μέλη της ΕΕ στις προσπάθειές τους να σέβονται τις αξίες και τις αρχές της ΕΕ, ειδικά σε περιόδους λιτότητας και δημοσιονομικών περιορισμών, καθώς και έντονης αύξησης των μεταναστευτικών ροών.
Παρατίθεται ολόκληρο το κείμενο της ομιλίας στα ελληνικά:
Αρχικά, θα ήθελα να χαιρετίσω την ετήσια έκθεση της Επιτροπής για το 2015 σχετικά με την παρακολούθηση της εφαρμογής του δικαίου της ΕΕ. Η ΕΕ έχει συσταθεί ως μια Ένωση που βασίζεται στο κράτος δικαίου και το σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων (άρθρο 2 ΣΕΕ). Ως εκ τούτου, η προσεκτική παρακολούθηση των πράξεων και παραλείψεων των κρατών μελών και των θεσμικών οργάνων της ΕΕ είναι υψίστης σημασίας. Η άποψή μου είναι ότι αυτή η έκθεση αφιερώνει επιφανειακά την προσοχή της στην εφαρμογή της ευρωπαϊκής νομοθεσίας, ενώ φαίνεται να αγνοεί σημαντικούς και διαρκείς κινδύνους παραβίασης των θεμελιωδών ευρωπαϊκών νομικών αρχών και αξιών, που έχουν αρνητικές επιπτώσεις στη λειτουργία της ΕΕ, σχετικά με τη βιωσιμότητα του εγχειρήματος της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και πάνω απ' όλα με τη ζωή πολλών ευρωπαίων πολιτών.
Σύμφωνα με την έκθεση οι τομείς στους οποίους τα κράτη μέλη υπόκεινται κυρίως σε διαδικασίες επί παραβάσει μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο το 2015 ήταν η κινητικότητα και οι μεταφορές, η ενέργεια και το περιβάλλον. Το 2015, η Επιτροπή έλαβε 3.450 καταγγελίες που αναφέρουν πιθανές παραβιάσεις της νομοθεσίας της ΕΕ, με την Ιταλία (637), την Ισπανία (342) και τη Γερμανία (274) να είναι τα κράτη μέλη εναντίον των οποίων έχουν κατατεθεί οι περισσότερες καταγγελίες. Πρέπει να σημειωθεί ότι για πρώτη φορά από το 2011, ο αριθμός των νέων καταγγελιών που αναφέρουν πιθανές παραβιάσεις έχει μειωθεί περίπου 9% σε σύγκριση με το 2014.
Ο ζωτικός ρόλος των καταγγελιών και αναφορών πολιτών, κοινωνικών εταίρων, οργανισμών και άλλων ενδιαφερομένων πρέπει να τονιστεί και να υποστηριχθεί, όταν πρόκειται για τη διασφάλιση συμμόρφωσης των κρατών μελών με το δίκαιο της Ένωσης. Η μείωση της τάξεως του 27% στον αριθμό των νέων πιλοτικών φακέλων της ΕΕ που άνοιξαν το 2015 (881 έναντι 1208 το 2014) είναι επίσης αξιοσημείωτη. Πρέπει να τονιστεί, ωστόσο, ότι το μέσο ποσοστό επίλυσης παραμένει σταθερό σε σύγκριση με το 2015 (75%).
Παρά το γεγονός ότι αναγνωρίζεται πως η πρωταρχική ευθύνη για την ορθή υλοποίηση και εφαρμογή του δικαίου της ΕΕ εναπόκειται στα κράτη μέλη, αυτό δεν απαλλάσσει τα θεσμικά όργανα από το καθήκον τους να τηρούν το πρωτογενές δίκαιο της ΕΕ, όταν παράγουν δευτερογενές δίκαιο. Ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει να δοθεί στη συμμόρφωση ή μη συμμόρφωση των μέτρων λιτότητας με τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ.
Για παράδειγμα, η ιδιωτικοποίηση δημόσιων περιουσιακών στοιχείων των υπερχρεωμένων κρατών μελών, όταν επιβάλλεται από τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα, μπορεί να συνιστά παραβίαση των βασικών διατάξεων του δικαίου της ΕΕ, όπως το άρθρο 345 της ΣΛΕΕ, σύμφωνα με το οποίο οι «Συνθήκες δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να θίγουν κανόνες που διέπουν το καθεστώς της ιδιοκτησίας» στα κράτη μέλη. Η αρχή αυτή, η οποία περιλαμβάνεται στην Διακήρυξη Schuman και έκτοτε έχει συμπεριληφθεί σε όλες τις συνθήκες, έχει σχεδιαστεί για να γίνονται σεβαστές οι επιλογές των κρατών μελών σχετικά με την κυριότητα ορισμένων επιχειρήσεων, που παρέχουν υπηρεσίες στο ευρύ κοινό. Επιπλέον, πρέπει να τονιστεί ότι ενώ τα κράτη μέλη της ΕΕ σε ορισμένες περιπτώσεις αναγκάζονται από τη λεγόμενη «Τρόικα» (δηλαδή την Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο) να υιοθετήσουν και να εφαρμόσουν μέτρα που παραβιάζουν τις συνταγματικές τους και τις διεθνείς υποχρεώσεις σεβασμού των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, καθίσταται στην πραγματικότητα σχεδόν αδύνατη, εντός του υφιστάμενου νομικού πλαισίου της ΕΕ, η δικονομική πρόσβαση για τη δικαστική διαπίστωση των εν λόγω παραβάσεων.
Αρκετές σύγχρονες μελέτες δείχνουν ότι τα μέτρα λιτότητας έχουν σοβαρές συνέπειες, κατά κύριο λόγο σε οικονομικά και κοινωνικά δικαιώματα, όπως το δικαίωμα στην εκπαίδευση, την υγειονομική περίθαλψη, την ιδιοκτησία και τις συντάξεις. Επηρεάζονται επίσης τα εργασιακά δικαιώματα, η ελευθερία της πληροφόρησης, το δικαίωμα στην κοινωνική ασφάλιση, το δικαίωμα στο νερό, το δικαίωμα πρόσβασης στη δικαιοσύνη, η αρχή της ισότητας και η αρχή του κράτους δικαίου.
Προφανώς η Ελλάδα είναι ένα παράδειγμα αυτής της κατάστασης. Λόγω αυτών των μέτρων στις μέρες μας, ένα μεγάλο μέρος των Ελλήνων πολιτών έχουν ανεπαρκή πρόσβαση σε ιατρική περίθαλψη. Όσον αφορά την παιδική φτώχεια, το 37,8% των παιδιών (περίπου 710.000) ηλικίας έως 17 ετών στην Ελλάδα βρίσκονταν στο όριο της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού το 2015, σε σύγκριση με 28,7% το 2010. Επιπλέον, μετά το 2010 σημειώθηκε σημαντική αύξηση στα ποσοστά αυτοκτονιών (περίπου 35%) σε σύγκριση με την περίοδο μεταξύ του 2003 και του 2010. Για πρώτη φορά μετά το τέλος του Β 'Παγκοσμίου Πολέμου στην Ελλάδα οι θάνατοι ξεπερνούν συνεχώς τις γεννήσεις από το 2011, ενώ σχεδόν μισό εκατομμύριο Έλληνες έχουν μεταναστεύσει στο εξωτερικό σε αναζήτηση καλύτερων ευκαιριών για να ζήσουν και να δημιουργήσουν μια οικογένεια.
Στην πραγματικότητα, τα μέτρα λιτότητας που επιβάλλονται από όργανα της ΕΕ έχουν σε ορισμένες περιπτώσεις ως αποτέλεσμα τη σημαντική μείωση της ικανότητας της διοίκησης και της δικαιοσύνης των κρατών μελών να αναλάβουν την ευθύνη τους για την ορθή εφαρμογή του δικαίου της ΕΕ.
Από την άλλη πλευρά, πρέπει να υπογραμμιστεί ότι η έκθεση των σχετικών επιτροπών παραλείπει επίσης να αναφέρει την κακή κατάσταση της μεταφοράς και πρακτικής εφαρμογής των προτύπων ασύλου σε επίπεδο ΕΕ (για παράδειγμα όσον αφορά την εφαρμογή της οδηγίας για τις συνθήκες υποδοχής της ΕΕ 2013/33) από κράτη μέλη της ΕΕ. Το ίδιο ισχύει και για την εφαρμογή του μηχανισμού μετεγκατάστασης που προτείνει η Επιτροπή για την αντιμετώπιση της προσφυγικής κρίσης από τα κράτη μέλη (μόνο το 5% του συμφωνηθέντος στόχου μετεγκαταστάσεων υλοποιείται). Επομένως, η Επιτροπή θα πρέπει να δώσει ιδιαίτερη προσοχή στην ορθή εφαρμογή των μέτρων που λαμβάνονται στον τομέα του ασύλου και της μετανάστευσης σε επίπεδο ΕΕ και να δρομολογήσει τις απαραίτητες διαδικασίες επί παραβάσει.
Εν κατακλείδι, τα θεσμικά όργανα της ΕΕ θα πρέπει να τηρούν όλες τις πτυχές του δικαίου της ΕΕ - ιδίως όταν δημιουργούν κανόνες του παράγωγου δικαίου της ΕΕ, αποφασίζουν πολιτικές ή υπογράφουν συμφωνίες και συνθήκες με φορείς εκτός της ΕΕ. Θα πρέπει επίσης τα θεσμικά όργανα να βοηθήσουν, με όλα τα διαθέσιμα μέσα, τα κράτη μέλη της ΕΕ στην προσπάθεια τους να τηρούν τις θεμελιώδεις αξίες και αρχές της Ένωσης, ειδικά σε περιόδους λιτότητας και δημοσιονομικών περιορισμών, καθώς και έντονης αύξησης των μεταναστευτικών ροών.
Ευχαριστώ,
Επιτροπή Νομικών Θεμάτων (JURI)