Αναδημοσίευση από την εφημερίδα "το Βήμα":
Χρειάζονται και άλλες θεσμικές αλλαγές.
Το Σύνταγμα δεν περιέχει ρητή πρόβλεψη για τον τρόπο εκλογής των βουλευτών, ενώ και οι ιδρυτικές συνθήκες της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν εξειδικεύουν τη μέθοδο εκλογής των ευρωβουλευτών. Το Σύνταγμα αρκείται στην κατοχύρωση των αρχών της άμεσης, καθολικής και μυστικής ψηφοφορίας (άρθρο 51 παρ. 3) και η Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση προσθέτει σ’ αυτές την «ελεύθερη» ψηφοφορία (άρθρο 14 παρ. 3). Συνεπώς ο εκλογικός νομοθέτης μπορεί να ρυθμίσει τα σχετικά ζητήματα κατά την κρίση του, σεβόμενος πάντως τις δημοκρατικές αρχές (άρθρο 1 του Συντάγματος) και αξίες (άρθρο 2 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση).
Το ερώτημα αν η δημοκρατία λειτουργεί καλύτερα όταν τα πρόσωπα που στελεχώνουν το συλλογικό αντιπροσωπευτικό σώμα (Βουλή ή Ευρωκοινοβούλιο) εκλέγονται με ψήφο προτίμησης («σταυρό») από τους πολίτες ή όταν προκαθορίζονται με το σύστημα των δεσμευόμενων συνδυασμών («λίστα») από τα κόμματα, έχει τόσο νομική, όσο όμως και πραγματική διάσταση. Αν ένα κόμμα στερείται εσωτερικών δημοκρατικών διαδικασιών (π.χ. προκριματικές εκλογές με συμμετοχή των μελών ή και των ψηφοφόρων για την προεπιλογή των υποψηφίων) και τα πάντα εξαρτώνται από το αρχηγό – ηγεμόνα του, τότε η «λίστα» μοιάζει με τη διαδικασία απονομής τίτλων ευγενείας από τους μονάρχες του μεσαίωνα στους υποτακτικούς τους. Αν, από την άλλη πλευρά, η σταυροδοσία εξασφαλίζεται από τους υποψηφίους μέσω της ανάπτυξης πελατειακών δικτύων παροχής παντοειδών «εξυπηρετήσεων» και/ή μέσω της προσωπικής (υπερ)προβολής τους από τα μέσα μαζικής «ενημέρωσης» έναντι αφανών ανταλλαγμάτων, τότε το τελικό αποτέλεσμα δεν είναι δημοκρατία, αλλά κλεπτοκρατία.
Στην Ελλάδα της μεταπολιτευτικής περιόδου, και ειδικότερα στα κόμματα τα οποία στο παρελθόν εναλλάσσονταν στην εξουσία και σήμερα συγκυβερνούν, παρατηρούνται στην πράξη όλα τα παραπάνω παθολογικά φαινόμενα. Κατά συνέπεια μόνη της η επικείμενη κατάργηση της «λίστας» στις ευρωεκλογές δεν αρκεί για να επιφέρει ουσιώδη βελτίωση της δημοκρατικής τους ποιότητας. Αν το ζητούμενο είναι αυτή η βελτίωση (και όχι η αποκομιδή βραχυπρόθεσμου εκλογικού – κομματικού οφέλους από την «αναγνωρισιμότητα» και/ή τα υφιστάμενα πελατειακά δίκτυα συγκεκριμένων υποψηφίων), τότε η καθιέρωση του «σταυρού» θα έπρεπε να συνοδευθεί από αλλαγές σε όλο το θεσμικό πλαίσιο διεξαγωγής των ευρωεκλογών.
Θα μπορούσε, μεταξύ άλλων, να καθιερωθεί ανώτατο όριο (προ)εκλογικών δαπανών για κάθε υποψήφιο και να προβλεφθεί ως κύρωση για την υπέρβασή του η έκπτωση από το αξίωμα του ευρωβουλευτή, με απόφαση του Ανώτατου Ειδικού Δικαστηρίου του άρθρου 100 του Συντάγματος και μετά από ένσταση εκ μέρους συνυποψηφίων ή εκλογέων (το τελευταίο λείπει από τη σχετική πρόβλεψη του άρθρου 29 παρ. 2 του Συντάγματος για την εκλογή βουλευτών, που έμεινε έτσι γράμμα νεκρό από το 2001 έως σήμερα). Τούτο θα έπρεπε να συνοδευθεί με την επιβολή αυστηρών απαγορεύσεων, συνοδευόμενων από την απειλή ποινικών κυρώσεων, για τη διακίνηση προεκλογικών δαπανών σε μετρητά και υποχρεώσεων διαφανούς διαχείρισης μέσω τραπεζικού λογαριασμού. Ακόμη θα μπορούσε να θεσπισθεί νομοθετικά συγκεκριμένη «κλείδα» κατανομής του τηλεοπτικού χρόνου ο οποίος διατίθεται στην προεκλογική περίοδο, μεταξύ όχι μόνο των κομμάτων αλλά και των υποψηφίων ευρωβουλευτών, κ.ο.κ. Αν δεν εισαχθούν τέτοιες θεσμικές εγγυήσεις, τότε η ψήφος προτίμησης στις ευρωεκλογές με ολόκληρη τη χώρα μια ενιαία περιφέρεια κινδυνεύει να οδηγήσει στη διευρυμένη αναπαραγωγή φαινομένου τύπου Β΄ Αθηνών, όπου φημολογείται ότι στην προ μνημονίου εποχή μια βουλευτική έδρα «στοίχιζε» κατά μέσο όρο περί το ένα εκατομμύριο ευρώ (!) σε αφανείς προεκλογικές δαπάνες (και βέβαια ο καθένας μπορεί να εικάσει ότι οι «χορηγοί» των υποψηφίων εξασφάλιζαν τη μετεκλογική απόσβεση της «επένδυσης» στο πολλαπλάσιο, σε βάρος του δημόσιου χρήματος).
Πέρα από όλα τα άλλα όμως, προϋπόθεση για τη λειτουργία της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας σ’ ένα έστ`ω στοιχειωδώς ανεκτό επίπεδο είναι η ύπαρξη του συλλογικού της υποκειμένου, δηλ. δήμου. Δήμος δεν είναι κάθε τυχαίο άθροισμα «πελατών», οι οποίοι ψηφίζουν με βάση την παροχή ή υπόσχεση προσωπικών ή οικογενειακών εξυπηρετήσεων ή την απολιτική αναγνωρισιμότητα πρώην αθλητών, ηθοποιών, τηλεοπτικών «αστέρων» κλπ. Δήμος είναι οι πολίτες που αποφασίζουν με βάση τη δική τους κρίση για το κοινωνικό συμφέρον, είτε το συνολικό (όσο υπάρχει) είτε το ταξικό. Τον ερχόμενο Μάϊο λοιπόν οι ψηφοφόροι θα έχουν την ευκαιρία να αποδείξουν ότι είναι πολίτες και όχι πελάτες, καταδικάζοντας μαζικά το κλεπτοκρατικό σύστημα εξουσίας που οδήγησε τη χώρα στη χρεοκοπία και τους ανθρώπους στην εξαθλίωση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου