Σάββατο 25 Νοεμβρίου 2023

Η συνταγματική αρχή της ελεύθερης εντολής - Άρθρο μου στα ΝΕΑ του Σαββάτου 25.11.2023

Κώστας Χρυσόγονος

Στα αντιπροσωπευτικά πολιτεύματα ισχύει η αρχή της ελεύθερης εντολής του βουλευτή, σε αντίθεση προς τα καθεστώτα του (πρώην) υπαρκτού σοσιαλισμού στην Ανατολική Ευρώπη, όπου προβλεπόταν η δέσμευση του βουλευτή από τις κατευθύνσεις τις οποίες του έδιναν τυπικά οι ψηφοφόροι και κατ’ ουσία το κυρίαρχο (κομμουνιστικό) κόμμα, όπως επίσης και η δυνατότητα ανάκλησής του. Έτσι το άρθρο 60 του ελληνικού Συντάγματος προβλέπει ότι οι βουλευτές έχουν απεριόριστο το δικαίωμα της γνώμης και ψήφου κατά συνείδηση και ότι η παραίτηση από το αξίωμά του είναι δικαίωμα του βουλευτή, με την υποβολή σχετικής γραπτής δήλωσής του στον Πρόεδρο της Βουλής. Εξυπακούεται ότι η δήλωση αυτή υποβάλλεται μόνο σε ενεστώτα χρόνο και δεν μπορεί να συνοδεύεται από όρους ή προϋποθέσεις, διότι διαφορετικά η παραίτηση μετατρέπεται από δικαίωμα σε υποχρέωση (εάν π.χ. ένα πολιτικό κόμμα έχει αποσπάσει εκ των προτέρων υπεύθυνες δηλώσεις των υποψηφίων βουλευτών του ότι δεσμεύονται να παραιτηθούν αν ανεξαρτητοποιηθούν ή αν το κόμμα τους διαγράψει, ως προϋπόθεση για να συμπεριληφθούν στους συνδυασμούς του).

Νομικά επομένως ο βουλευτής που αποστασιοποιείται από το κόμμα του, αδιάφορο με πρωτοβουλία του ίδιου ή της κομματικής ηγεσίας, δεν έχει καμία υποχρέωση να παραιτηθεί. Ηθικά και πολιτικά βέβαια η αποστασία συνεπάγεται βαρύτατο στίγμα, ιδιαίτερα μετά την τραυματική εμπειρία του 1965, όταν πενήντα περίπου βουλευτές της Ένωσης Κέντρου (η οποία είχε πλειοψηφήσει στις εκλογές του 1964 με 53%) πρόδωσαν τη λαϊκή εντολή για εκδημοκρατισμό του δημόσιου βίου και στήριξαν το βασιλικό πραξικόπημα κατά του πρωθυπουργού Γεωργίου Παπανδρέου, ανοίγοντας τον δρόμο για το στρατιωτικό πραξικόπημα του 1967. Η αποστασία είναι όμως μια εντελώς διαφορετική περίπτωση από την πολιτική διαφωνία.

Αποστασία υπάρχει όταν ο βουλευτής αποχωρήσει από το κόμμα του (ή προκαλέσει τη διαγραφή του με αντικαταστατικές/αντικομματικές ενέργειές του) για ιδιοτελείς λόγους, προσχωρώντας ουσιαστικά σε αντίπαλη πολιτική παράταξη έναντι αντιπαροχής. Η αντιπαροχή αυτή το 1965 συνίστατο στην κατάληψη κυβερνητικών θέσεων στις αυθαίρετα (κατά παράβαση της αρχής της «δεδηλωμένης») διορισμένες από τον επίορκο βασιλιά Κωνσταντίνο κυβερνήσεις Νόβα/ Τσιριμώκου/ Στεφανόπουλου, που στηρίχθηκαν από την Ε.Ρ.Ε., χωρίς να έχει προϋπάρξει πολιτική διαφωνία των αποστατών με τον Γεώργιο Παπανδρέου (αντίθετα μάλιστα, λίγες μέρες πριν τη διαφωνία του τελευταίου με τον Κωνσταντίνο, όλοι ανεξαιρέτως είχαν εκφράσει την εμπιστοσύνη τους στον πρωθυπουργό, σε σχετική ψηφοφορία της Βουλής).

Αν όμως ο βουλευτής καταστεί ανεξάρτητος εξαιτίας πολιτικής διαφωνίας με το κόμμα του, χωρίς με τον τρόπο αυτό να επέρχεται, ή έστω να προδιαγράφεται, αλλαγή κυβέρνησης και χωρίς ο ίδιος να αποκομίζει οποιοδήποτε προσωπικό όφελος, τότε η συμπεριφορά του συνιστά θεμιτή υλοποίηση της συνταγματικής αρχής της ελεύθερης εντολής. Τούτο ισχύει κατά μείζονα λόγο όταν από τη γενικότερη πολιτική ατμόσφαιρα γίνεται φανερό ότι δεν πρόκειται για ατομική κίνηση του ίδιου, αλλά για μια επιμέρους εκδήλωση ενός γενικότερου φαινομένου απομάκρυνσης στελεχών και, κυρίως, ψηφοφόρων από το συγκεκριμένο κόμμα, για καθαρά πολιτικούς λόγους. Σε μια τέτοια περίπτωση, η τυχόν διατύπωση από τον αρχηγό του κόμματος απαίτησης για παραίτηση των διαφωνούντων βουλευτών από το αξίωμά τους συνιστά όχι μόνο συμπεριφορά αντίθετη προς τη συνταγματική αρχή της ελεύθερης εντολής, αλλά επίσης εκδήλωση ηγεμονισμού και ιδιοκτησιακής νοοτροπίας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου