Η απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου των ΗΠΑ στις 24.6.2022 στην υπόθεση Dobbs v. Jackson ανατρέπει το νομολογιακό προηγούμενο των αποφάσεων στις υποθέσεις Roe v. Wade του 1973 και Planned Parenthood v. Casey του 1992 και ακυρώνει το αναγνωρισμένο με τις αποφάσεις εκείνες συνταγματικό δικαίωμα των γυναικών στην άμβλωση. Στη συγκεκριμένη περίπτωση κρίθηκε πως νόμος της Πολιτείας του Mississippi, ο οποίος απαγορεύει την άμβλωση μετά τη δέκατη πέμπτη εβδομάδα της κύησης, είναι σύμφωνος με το Σύνταγμα των ΗΠΑ. Γενικότερα όμως η ογκώδης απόφαση δέχεται πως ούτε από τη Δέκατη Τέταρτη Τροποποίηση (δικαίωμα καθενός πολίτη να μη του στερεί η αντίστοιχη Πολιτεία τη ζωή, την ελευθερα ή την ιδιοκτησία του, χωρίς τήρηση της δέουσας νομικής διαδικασίας) ούτε από καμία άλλη διάταξη του ομοσπονδιακού Συντάγματος δεν απορρέει ένα δικαίωμα στην άμβλωση. Ανοίγει έτσι ο δρόμος για την ποινικοποίηση, από τα συντηρητικά νομοθετικά σώματα επιμέρους Πολιτειών, των αμβλώσεων κατά συνολικό τρόπο, χωρίς χρονικά όρια ως προς τη διάρκεια της κύησης.
Το ζήτημα έχει προκαλέσει εύλογα ζωηρή συγκίνηση, τόσο στις ΗΠΑ όσο και στον υπόλοιπο κόσμο, επειδή αφορά θεμελιώδη ερωτήματα σχετικά με τη ζωή και την ελευθερία, με θρησκευτικές και άλλες προεκτάσεις. Πέρα από αυτά, η θεαματική μεταστροφή του Ανώτατου Δικαστηρίου θέτει σε αμφισβήτηση την ίδια τη βάση της νομιμοποίησης του, δηλ. την εμφάνιση του ως αμερόληπτου και αντικειμενικού κριτή. Και τούτο διότι η προσήλωση στις νομολογιακές λύσεις του παρελθόντος συμβάλλει στη δημιουργία της πεποίθησης ότι ένα δικαστήριο ακολουθεί μια σταθερή πορεία, ανεξάρτητα από τα πρόσωπα των διαδίκων, και ότι η κρίση του είναι στεγανοποιημένη απέναντι σε τυχόν προσπάθειες αθέμιτου επηρεασμού της. Εδώ συνέβη ακριβώς το αντίθετο, ύστερα από επιτήδειους χειρισμούς σε βάθος χρόνου από το Ρεπουμπλικανό Κόμμα, οι οποίοι οδήγησαν στη συγκρότηση μιας πλειοψηφίας έξι συντηρητικών (έως αντιδραστικών) δικαστών, σε σύνολο εννιά μελών του Ανώτατου Δικαστηρίου. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό πως τώρα αρχίζει μια προσπάθεια των Ρεπουμπλικανών να εισαχθεί απαγόρευση των αμβλώσεων με νέα συνταγματική τροποποίηση.
Στην Ευρώπη πάντως μια παρόμοια κατά μέτωπο επίθεση στα δικαιώματα των γυναικών θα ερχόταν σε αντίθεση προς θεμελιώδεις διατάξεις τόσο του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όσο και των περισσότερων Συνταγμάτων των κρατών - μελών της. Υπό τα δεδομένα του ελληνικού Συντάγματος σημασία έχουν ιδίως οι διατάξεις των άρθρων 2 παρ. 1 (προστασία και σεβασμός της αξίας του ανθρώπου) και 5 παρ. 1 (ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας). Το άρθρο 2 παρ. 1 Συντ. προστατεύει καταρχήν και την αγέννητη ζωή, αφού κι αυτή έχει (εν δυνάμει) ανθρώπινη αξία. Ωστόσο, εδώ η προστασία του κυοφορούμενου έρχεται σε οξεία σύγκρουση με την ελευθερία ανάπτυξης της προσωπικότητας της εγκύου. Είναι σαφές ότι η τεκνοποιία είναι μια απόφαση ζωής, συνεπαγόμενη ισόβια ανάληψη σοβαρότατων ευθυνών και υποχρεώσεων, νομικής και ηθικής φύσης. Το ζητούμενο λοιπόν πρέπει να είναι η πρακτική εναρμόνιση των συγκρουόμενων συνταγματικών αγαθών. Τούτο μπορεί να οδηγήσει στην αναγνώριση ενός συνταγματικού δικαιώματος της εγκύου για άμβλωση σ’ ένα πρώιμο στάδιο της κύησης, το οποίο σύμφωνα με το άρθρο 304 παρ. 4 του Ποινικού μας Κώδικα (όπως τροποποιήθηκε το 1986) ανέρχεται στις δώδεκα πρώτες εβδομάδες της κύησης. Μετά την πάροδο του χρονικού αυτού διαστήματος η προστασία της αγέννητης ζωής υπερισχύει και ο νομοθέτης μπορεί να θεσπίσει τις κατά την κρίση του κατάλληλες ρυθμίσεις για τον σκοπό αυτό, χωρίς όμως και πάλι να υποχρεούται να ποινικοποιήσει την πράξη. Η ιστορική εμπειρία πάντως δείχνει ότι η πρόβλεψη ποινικών κυρώσεων πριν από το 1986 στην Ελλάδα (για όλη τη διάρκεια της κύησης) υπήρξε ατελέσφορη για τον περιορισμό των αμβλώσεων. Και κατά τα άλλα η αντιμετώπιση της υπογεννητικότητας δεν μπορεί να επιτευχθεί μέσα από τέτοιου είδους απαγορεύσεις και κυρώσεις, παρά μόνο με μια πολιτική κοινωνικής δικαιοσύνης απέναντι σε νέα ιδίως ζευγάρια με παιδιά, δηλ. στοχευμένα προγράμματα κοινωνικής κατοικίας και φορολογικά και ασφαλιστικά κίνητρα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου